Βασανίζονται οι άνθρωποι να βρουν που να σταθούν. Δεν είναι σίγουροι αν ερωτεύτηκαν ή αν έφτασαν σχεδόν σαράντα και δεν γνώρισαν ακόμα τον έρωτα που λέει και το τραγουδάκι. Δεν είναι σίγουροι αν έζησαν έναν μεγάλο, σπουδαίο έρωτα, ή πολλούς, είτε σπουδαίους, είτε μικρούς. Αν ήταν μικρής ή μεγάλης έντασης τα όσα αισθάνθηκαν. Σύντομου ή μακρύ χρόνου. Αν ανατρίχιασαν, αν μαγεύτηκαν από μία μυρωδιά, αν με το βλέμμα τους μέσα στο πλήθος αναζητούσαν τον πόθο τους, αν το σώμα και οι κινήσεις τους προδώσαν τις καρδιές τους, αν κατέβασαν τα μάθια χαμηλά από αμηχανία ή κάρφωσαν τα μάτια αντίκρυ τους χωρίς να τους νοιάζει τίποτα άλλο. Φωτιά παντού. Αν χάλασαν πολλές ώρες που σκέφτονταν ένα πρόσωπο. Ένα πρόσωπο μόνο του ή πολλά μαζί. Αν έπρεπε ή όχι να έχουν μιλήσει, κάπως να το έχουν δείξει. Αν έπρεπε να το έχουν μαρτυρήσει, έστω στον ίδιο τους τον εαυτό.
Παλεύω από παιδί να είμαι σκληρή. Να φαίνομαι σκληρή. Μα βουτάω την καρδιά μου κάθε μέρα στο μοσχοβολητό πέλαγος του ρομαντισμού κι ας φοράω τάχα ρούχα με στάμπες κυνικές. Εγώ κι ο έρωτας; Πόσο θα ήθελα να μπορώ να σου πω. Δεν μπορώ. Πνίγομαι. Πνίγομαι σιωπηλά από τα ίδια μου τα ρούχα, στην ίδια μου τη θάλασσα. Πεθαίνω από τη δίψα κι ας υπάρχει γύρω τόσο νερό. Με μαλώνω για να μπορώ να κρατήσω κρυμμένα τα όσα ένιωσα. Να μην τα γράφω, να μην τα τραγουδώ, να μην τα σκαρώνω σε παραμύθια, ώστε κανείς τάχα να μην τα φτάσει κι ας ελπίζω βαθιά πως υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι που βλέπουν έτσι τον κόσμο και πως κάποτε θα απαντηθούμε. Βασανίζομαι κι εγώ κι ας ξέρω καλά που στέκομαι.
Όλο θέλω να σου πω πράματα καινούργια. Θέλω να σου πω τα νέα μου, τα μικρά και τα μεγάλα μου νέα. Που έφτασα και που θέλω να πάω. Όλο τα ίδια όμως σου λέω κι έχω αρχίσει ν 'αναρωτιέμαι μην τάχα είναι αυτό το νόημα. Αυτό το μπλέξιμο, αυτοί οι δυνατοί παλμοί. Αν ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο, αυτό που υπάρχει είναι ο Έρωτας κι αν παρά τις προσπάθειες να τον κάνουμε να πάψει, να γίνει μικρός, είναι το θεριό αυτό τόσο δυνατό το άτιμο, που τίποτα δεν το παύει, τίποτα δεν το μικραίνει, μήτε η αρχή και το τέλος, μήτε η ζωή και ο θάνατος. Μήτε τα νέα μας, μικρά ή μεγάλα.
Καταλήγω έτσι από πάντα, να σου γράφω το ίδιο, με λόγια διαφορετικά κάθε φορά. Σκέφτομαι πως δεν κατάφερα καλά να αποκρύψω τα μύχια και πως αν κάποιος δώσει σημασία, πολύ εύκολα μπορεί να καταλάβει που, ποιος, πότε και γιατί. Δεν κατάφερα να σβήσω το ένστικτο, το πηγαίο, το μαγικό, το αλλόκοτο, τη δίψα. Δεν κατάφερα να κρυφτώ από τον Έρωτα. Εσύ, τα κατάφερες; Κατάφερες μήπως να βρεθείς κοντά σε ανθρώπους που μιλάτε την ίδια γλώσσα; Ή έστω έκαναν προσπάθεια να καταλάβουν το άγνωστο; Είδαν μέσα από τα μάτια σου; Έδωσε ποτέ κάποιος σημασία; Με αυτά τα τελευταία δεν τα έχω καταφέρει καλά. Σε αυτά τα τελευταία ελπίζω.
Δεν κατάφερα να κρυφτώ, μα αύριο θα σας πω τα νέα μου. Θα φανώ σκληρή. Θα κοιτάζω αλλού. Θα προσπαθήσω να είμαι άοσμη, αόρατη, αθόρυβη. Θα ακούσω τα νέα σας. Αύριο θα σταματήσω να ελπίζω στον κόσμο σου. Αύριο θα κρυφτώ. Θα τα καταφέρω. Θα κλείσω τους δρόμους για τον κόσμο μου. Στάσου λίγο. Τι μεγάλο ψέμα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου