«Παρακαλείται ο κάτοχος του οχήματος με αριθμό πινακίδων ΡΟΖ 6000 να το μετακινήσει ΤΩΡΑ»
Ο Κροκόδειλος φώναξε δυνατά κι ίσως δεν έπρεπε διότι, το όχημα με αριθμό πινακίδων ΡΟΖ 6000, δεν εμπόδιζε πραγματικά. Έξω είχε τρομερό αέρα κι αυτό θα μπορούσε κάποιος να πει ότι τον αναστάτωνε. Τον τελευταίο καιρό έριχνε και αρκετά μεγάλες δόσεις καφεΐνης στον οργανισμό του, ίσως να έφταιγε κι αυτό. Ίσως βέβαια το αέρινο πέρασμα της δεσποινίδος με τα γυαλιά οράσεως που είχαν έναν χοντρό μαύρο σκελετό, να ήταν αυτό που ευθυνόταν πραγματικά.
Τη μέρα που ο Κρόκος γεννήθηκε, ο ήλιος τον έλουσε χαρίζοντάς του ένα παράξενο κροκί χρώμα. Πέντε μέρες αργότερα, όταν ήταν πια δέκα χρονών ο Κρόκος από μία ασήμαντη πράξη, έγινε εκτός από Κρόκος και δειλός. Έτσι στη μέση περίπου της ζωής του, άλλαξε το όνομά του. Δηλαδή εκείνος δεν ήθελε πολύ ν'αλλάξει το όνομά του, αλλά εκείνη η ασήμαντη πράξη σε μία στιγμή είχε αποφασίσει τη μοίρα του και ο Κροκόδειλος πίστεψε σε αυτά που άκουγε, στη μοίρα και έγινε ό,τι του είπαν πώς είναι. Δηλαδή όχι αυτοί, αλλά μία ασήμαντη στιγμή.
Η δεσποινίς με τα γυαλιά οράσεως που είχαν έναν χοντρό μαύρο σκελετό, έπιασε πρόσφατα δουλειά εκεί και παρ΄όλο που το βάδισμά της ήταν πάντα αέρινο και το πρόσωπό της έταζε ό,τι ο ήλιος τάζει στην άνοιξη, μέσα της ήταν πιο αναστατωμένη για κάποιους λόγους από το δυνατό «ΤΩΡΑ» του κύριου Κροκόδειλου στο μεγάφωνο.
Εκείνη την μέρα ο αέρας γινόταν πιο μεγάλος και πιο άγριος καθώς οι ώρες περνούσαν.
Η δεσποινίς με τα γυαλιά οράσεως που είχαν έναν χοντρό μαύρο σκελετό πέρασε ξανά μπροστά από τον Κροκόδειλο φορτωμένη με ένα σωρό χαρτιά.
Ο αέρας φύσηξε δυνατά και σκόρπισε όλα τα χαρτιά στον αέρα. Τα χαρτιά δεν έπεσαν στο πάτωμα όπως φαντάζεσαι ότι θα έπεφταν «κανονικά». Ο χρόνος απλώθηκε και τα χαρτιά άρχισαν να πέφτουν τόσο αργά που θαρρείς πως κάποιος πάτησε η κασέτα να παίξει τριάντα και δύο ταχύτητες πιο αργά. Ο αέρας όπως ήταν λογικό έπαψε και το μόνο που υπήρχε στον χώρο ήταν τα χαρτιά που έμοιαζαν με πατημένες από μπουλντόζα τεράστιες νιφάδες, εκείνη, αυτός κι ένα σωρό νεράντζια που χάρισαν το άρωμά τους στη σημαντική εκείνη στιγμή.
Ο Κροκόδειλος πλησίασε κοντά της και για δεύτερη φορά στη ζωή του, τον έλουσε ο ήλιος. Εκείνη χωρίς να είναι καθόλου αναστατωμένη έκανε ένα βήμα κοντά του. Είχαν ανατριχιάσει και οι δύο. Η συνέχεια είναι τόσο μαγική και απλή και πορτοκαλί και μοσχομυρωδάτη όσο μπορείς να φανταστείς κι άλλο λίγο ακόμα! Δεν ξέρω αλήθεια αν είχες δει πιο όμορφο φιλί από αυτό σε όλη σου τη ζωή. Ίσως να ήταν περίπου ίδιο με τη φορά που είχες ακουμπήσει τα χείλη σου και έπαιζες με μία ροζ αφράτη σαντιγί κι όλα ήταν τόσο απλά και γλυκά και απαλά. Αλλά τι λέω... σίγουρα δε θα μπορούσε να συγκριθεί με τίποτα, γιατί σίγουρα δεν έχεις δει πιο όμορφο φιλί!
Ο Κροκόδειλος δεν ήταν πια καθόλου δειλός.
Λίγες στιγμές αργότερα ο Κροκόδειλος πέθανε.
Η δεσποινίς με τα γυαλιά οράσεως που είχαν έναν χοντρό μαύρο σκελετό, έφυγε λίγες στιγμές αργότερα και κανένας δεν άκουσε ξανά κάτι για αυτή.
Αυτή η σημαντική στιγμή όμως, είχε αλλάξει τα πάντα.
Τη μέρα που ο Κρόκος γεννήθηκε, ο ήλιος τον έλουσε χαρίζοντάς του ένα παράξενο κροκί χρώμα. Πέντε μέρες αργότερα, όταν ήταν πια δέκα χρονών ο Κρόκος από μία ασήμαντη πράξη, έγινε εκτός από Κρόκος και δειλός. Έτσι στη μέση περίπου της ζωής του, άλλαξε το όνομά του. Δηλαδή εκείνος δεν ήθελε πολύ ν'αλλάξει το όνομά του, αλλά εκείνη η ασήμαντη πράξη σε μία στιγμή είχε αποφασίσει τη μοίρα του και ο Κροκόδειλος πίστεψε σε αυτά που άκουγε, στη μοίρα και έγινε ό,τι του είπαν πώς είναι. Δηλαδή όχι αυτοί, αλλά μία ασήμαντη στιγμή.
Η δεσποινίς με τα γυαλιά οράσεως που είχαν έναν χοντρό μαύρο σκελετό, έπιασε πρόσφατα δουλειά εκεί και παρ΄όλο που το βάδισμά της ήταν πάντα αέρινο και το πρόσωπό της έταζε ό,τι ο ήλιος τάζει στην άνοιξη, μέσα της ήταν πιο αναστατωμένη για κάποιους λόγους από το δυνατό «ΤΩΡΑ» του κύριου Κροκόδειλου στο μεγάφωνο.
Εκείνη την μέρα ο αέρας γινόταν πιο μεγάλος και πιο άγριος καθώς οι ώρες περνούσαν.
Η δεσποινίς με τα γυαλιά οράσεως που είχαν έναν χοντρό μαύρο σκελετό πέρασε ξανά μπροστά από τον Κροκόδειλο φορτωμένη με ένα σωρό χαρτιά.
Ο αέρας φύσηξε δυνατά και σκόρπισε όλα τα χαρτιά στον αέρα. Τα χαρτιά δεν έπεσαν στο πάτωμα όπως φαντάζεσαι ότι θα έπεφταν «κανονικά». Ο χρόνος απλώθηκε και τα χαρτιά άρχισαν να πέφτουν τόσο αργά που θαρρείς πως κάποιος πάτησε η κασέτα να παίξει τριάντα και δύο ταχύτητες πιο αργά. Ο αέρας όπως ήταν λογικό έπαψε και το μόνο που υπήρχε στον χώρο ήταν τα χαρτιά που έμοιαζαν με πατημένες από μπουλντόζα τεράστιες νιφάδες, εκείνη, αυτός κι ένα σωρό νεράντζια που χάρισαν το άρωμά τους στη σημαντική εκείνη στιγμή.
Ο Κροκόδειλος πλησίασε κοντά της και για δεύτερη φορά στη ζωή του, τον έλουσε ο ήλιος. Εκείνη χωρίς να είναι καθόλου αναστατωμένη έκανε ένα βήμα κοντά του. Είχαν ανατριχιάσει και οι δύο. Η συνέχεια είναι τόσο μαγική και απλή και πορτοκαλί και μοσχομυρωδάτη όσο μπορείς να φανταστείς κι άλλο λίγο ακόμα! Δεν ξέρω αλήθεια αν είχες δει πιο όμορφο φιλί από αυτό σε όλη σου τη ζωή. Ίσως να ήταν περίπου ίδιο με τη φορά που είχες ακουμπήσει τα χείλη σου και έπαιζες με μία ροζ αφράτη σαντιγί κι όλα ήταν τόσο απλά και γλυκά και απαλά. Αλλά τι λέω... σίγουρα δε θα μπορούσε να συγκριθεί με τίποτα, γιατί σίγουρα δεν έχεις δει πιο όμορφο φιλί!
Ο Κροκόδειλος δεν ήταν πια καθόλου δειλός.
Λίγες στιγμές αργότερα ο Κροκόδειλος πέθανε.
Η δεσποινίς με τα γυαλιά οράσεως που είχαν έναν χοντρό μαύρο σκελετό, έφυγε λίγες στιγμές αργότερα και κανένας δεν άκουσε ξανά κάτι για αυτή.
Αυτή η σημαντική στιγμή όμως, είχε αλλάξει τα πάντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου