20251129

Τι μου λείπει:

1. Μου λείπει ένα θέρεμιν. Δε θέλω ακόμα ένα μουσικό όργανο. Θέλω να δημιουργήσω τιθασεύοντας τον αέρα, το κενό. Δε θέλω επαφή, δε θέλω όριο. Θέλω να κάνω κινήσεις που δεν με πονάνε. Θέλω να γεννήσω μονάχα με την ύπαρξή μου. Θέλω να επηρεάσω δίχως να αγγίξω και δίχως να με αγγίξει τίποτα πίσω. 

2. Μου λείπει ένας φίλος, να αλληλογραφήσω. Με γράμμα, με χαρτί, με μυρωδιά. Με προσμονή. Αργά. Να διαβάζει ο ένας στον άλλο τον ρυθμό της ανάσας. Μία φιλία που να σέβεται την απόσταση και τα συναισθήματα που επιβραδύνουν κι απλώνονται. Θέλω να σκέφτομαι πριν απαντήσω. Η συνομιλία να είναι εκλεκτική και να μην απαιτεί τίποτα από εμένα. Θέλω ηρεμία και βάθος που δεν εξαντλείται. Θέλω χώρο. 

3. Μου λείπει ένα κυνήγι θησαυρού, που να οδηγεί όντως σε θησαυρό. Μία απόδειξη πως οι άνθρωποι δεν κυνηγάμε μονάχα ψευδαισθήσεις. Πως εγώ δεν κυνηγώ μονάχα ψέμα. Θέλω έναν στόχο, μία διαδρομή, μία αφήγηση σπουδαία, θέλω ένταση, μυστήριο, μα πάνω απ' όλα θέλω ολοκλήρωση. Όχι άλλο κυνήγι για το κυνήγι. Όχι έναν θίασο γρίφων που δεν οδηγούν πουθενά. Όχι υπόσχεση, γεύση, χωρίς κορύφωση. Θέλω έναν θησαυρό που να υπάρχει στ' αλήθεια. Όχι για να τον κατακτήσω, μα για να γεμίζω τα μέσα μου στην ιδέα πως δεν είμαι η μόνη αληθινή στα παραμύθια και πως οι «θησαυροί» όντως υπάρχουν. Μία γεύση από ένα φινάλε που δεν είναι άδειο. 

 Οπότε μάλλον, θέλω μία πραγματικότητα που ν' αντηχεί. Θέλω να επιστρέφει το σήμα μου. Ένα όργανο που να νιώθει την κίνηση του χεριού μου. Έναν φίλο που ν' ακούει τον ρυθμό της γραφής μου. Έναν θησαυρό που χορεύει με την μουσική της αναζήτησής μου. Θέλω όλα αυτά να τα δω να συμβαίνουν. Να υπάρξουν. Δε θέλω τίποτα από αυτά να το βρω εγώ. Θέλω να με συναντήσουν. Έπειτα, θ΄ απαντήσω, υπόσχομαι, θα δώσω νόημα. Μέχρι τότε, παρακαλώ μην καλείτε απλώς, δε θα το σηκώσω. Ιδίως αν δεν είστε θέρεμιν, φίλος για αλληλογραφία ή θησαυρός... 




20251127

Η ξεραμένη λίμνη

 Η ξεραμένη λίμνη ανάμεσα στο «μουσείο σφαλμάτων» και στη βιοτεχνία παπουτσιών δεν έχει όνομα. Κοίτα, δεν είμαι βέβαιη ότι πάντοτε δεν είχε όνομα. Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να αναζητήσω βαθιά μέσα στην ιστορία των πόλεων. Μα ας συμφωνήσουμε πως τώρα, σίγουρα δεν έχει. 
 Η ξεραμένη λίμνη μοιάζει να κοιμάται. Μοιάζει να επιλέγει να κοιμάται. Είναι ο πιο ύπουλος αυτός ο ύπνος που έρχεται από επιλογή. Ρουφάει ξανά και ξανά όλο το νερό της λίμνης και την κάνει έτσι να μοιάζει με σεληνιακό τοπίο. Δε νιώθεις βάρος, δεν έχει βάθος. Τίποτα δε σε τραβάει, τίποτα δε σε σπρώχνει. Τίποτα δεν σου δίνει τίποτα πίσω. 
 Όταν είσαι στη μέση της ξεραμένης λίμνης δεν φοβάσαι, δε βρίσκεσαι σε πανικό. Κανείς δε νιώθεις να σου λείπει και τίποτα δε σε θυμώνει. Τίποτα όμως δε σε ενθουσιάζει πια. Δε νοσταλγείς κανέναν άνθρωπο, μονάχα κάποια απογεύματα, νοσταλγείς την λίμνη που είχε λόγο να ξυπνήσει. Δεν πονάς. Δεν εξιδανικεύεις. Δεν ζητάς εξήγηση, δεν απαιτείς τίποτα. Απλώς, δε νιώθεις έλξη προς καμία κατεύθυνση κι έτσι καμία ενέργεια δεν γεννιέται για να πάει κάπου συγκεκριμένα ή ολούθε. Δεν είναι ακριβώς κατάρρευση. Είναι μία νεκρή ζώνη. Αδιάφορη. Επικίνδυνο δεν είναι, μα η αδιαφορία σκοτώνει πιο αργά από τον πόνο. Οπότε ίσως τελικά να είναι κάτι χειρότερο από επικίνδυνο. 
 Για να μπορέσεις να φύγεις από την ξεραμένη λίμνη, χρειάζεσαι ένα απλό, αυστηρό, πρακτικό ερέθισμα. Τουλάχιστον έτσι πίστευα κάποτε. Όμως δες τι συμβαίνει σήμερα. Κάποιος έστησε ολόγυρα στην ξεραμένη λίμνη πολλά, πάρα πολλά ηχεία. Πήρε ένα μικρόφωνο κι άρχισε να διαβάζει κάτι από ένα χαρτί: «Σήμερα δε σκέφτηκα τίποτα σπουδαίο. Σήμερα μέσα μου κάτι ζητάει να καταγραφεί. Δε θέλω να θυμάμαι, αλλά δε θέλω να χαθώ στη σιωπή. Δε νιώθω τίποτα που αξίζει να ειπωθεί. Η ασημαντότητα όμως της μέρας μου απαιτεί μία μικρή μνήμη, αλλιώς δε θα υπάρχει τίποτα αύριο να συνεχίσω...» 
 Τα μπαλκόνια του μουσείου και τα παράθυρα της βιοτεχνίας γέμισαν με κόσμο. Προσπαθούσαν να δουν ποιος είναι και τι είναι αυτά που λέει. Οι διαβάτες σταμάτησαν κι αυτοί. Ο ήχος από τα μεγάφωνα γέμισε τον τόπο και ενώ όλοι καταλάβαιναν πως η σκηνή αυτής της παράστασης ήταν η ξεραμένη λίμνη, δεν μπορούσαν να δουν ποιος ήταν ο αόρατος άνθρωπος στο κέντρο της. 
 Απέναντι από την λίμνη, υπήρχε το μπαρ και πετάχτηκαν έξω η γυναίκα, το ρομπότ και οι δύο άνδρες. Ήταν οι μόνοι που μπορούσαν να δουν τον τύπο στη μέση της ξεραμένης λίμνης. 






20251125

Πέμπτη καληνύχτα

Πια, σίγουρα το οίδα!

Στα κύματα της λείπεις. 

Θα χτίσει τέτοια τύχη;

Να 'ναι για πάντα μόνη;

Μισείς καρδιά, συγγνώμη...

Καλεί μα δεν αρθρώνει!


Καλή μα όχι όλη,

Μισής καρδιάς «συγγνώμη».

Κι έτσι είναι αλήθεια μόνοι...

Θα πέσουν τέτοια τείχη;

Στα κύματα της «λύπης»...

Πια σίγουρα το είδα; 

20251107

Κώδικας ηθικής μεταξύ θηρευτών

 Θα κάνω μία άσκηση, θα δοκιμάσω να γράψω κάτι για σκύλους, που να μην έχει καμία σχέση με σκύλους. 

 Πόσο κοντά μπορώ να πάω δίχως να αγγίξω; Πόσα σχετικά με αυτό δεν πρέπει να αναφέρω ακόμα κι αν δεν πω τη λέξη την ίδια; Ξέρεις το μυαλό πολύ εύκολα κάνει συνδέσεις. Με κάποια πράγματα δημιουργεί μερικές, με κάποια περισσότερες. Όχι, όχι, δε μου αρέσει η άσκηση αυτή. Θα βρω κάτι άλλο. 

 Α! Να θα σου πω μία άσχετη ιστορία. Νέο σύμπαν. 

 Μία φορά κι έναν καιρό μπήκαν σε ένα μπαρ ένας χειριστής γερανού, ένας προγραμματιστής δίχως όνομα, μία τύπισσα που επισκεύαζε ασανσέρ, ένα ρομπότ που γράφει ποιήματα. Κάποιοι από αυτούς, θα ήθελαν να είναι κάτι άλλο. Κάποιοι είναι στ' αλήθεια και κάτι άλλο. Κάποιοι είναι κάτι άλλο μα το κρατούν κρυφό. Δεν μπορώ να προχωρήσω σε αποκαλύψεις, μα μπορώ, δίχως να κάνω αντιστοίχιση, να δώσω και τις δεύτερες ταυτότητες τους. Μιλάμε για άτομο που υπνοβατεί σε έναν σιδηροδρομικό σταθμό από το τελευταίο δρομολόγιο ως την αυγή. Κάποιο άτομο είναι τεχνικός ραδιοφώνου σε μία πόλη φάντασμα και κάποιο κατασκευάζει ψεύτικα λουλούδια. Το πιο εντυπωσιακό; Ένα άτομο που στην πραγματικότητα έχει γυρίσει το διάστημα, είναι ένα τεράστιο αρχείο αναμνήσεων και μεταφράζει άριστα όλες τις παλιές νεκρές γλώσσες. Συγκρατήσου Ελενάκι, μην πεις τάχα πως η «αγάπη» είναι νεκρή γλώσσα. Είπαμε, καμία αναφορά σε κανένα γνωστό σύμπαν του σύμπαντός μου. Προσπάθεια επιδιόρθωσης του αναπνευστικού μηχανισμού με νέα στοιχεία. Εσύ από την άλλη, όσο εγώ θα προσπαθώ, σε παρακαλώ, μην κάνεις μαντεψιές στενές. Όχι, δεν υπνοβατεί ο χειριστής γερανού και δεν κατασκευάζει ψεύτικα άνθη η γυναίκα. Το ρομπότ δεν ταξίδεψε το διάστημα και ο προγραμματιστής, δεν επισκευάζει ραδιόφωνα. Είδες, πάντα λίγο θα σε βοηθώ. Δεν είμαι δα και καμία εντελώς κυνική. 

 Τι θα άλλο θα μπει μέσα στο σύμπαν; Μα φυσικά μία βιοτεχνία παπουτσιών. Βγάζει μονάχα ένα παπούτσι. Όχι ένα σχέδιο, δεν εννοώ αυτό. Βγάζει από κάθε σχέδιο μόνο αριστερό ή δεξί. Στο υπόγειο βρίσκεται ένας σταθμός δεδομένων. Μοιάζει με στοά, αλλά δεν έχει έξοδο. Μέσα υπάρχουν δύο δωμάτια. Μία ταμπέλα νέον λάμπει έξω από κάθε πόρτα. Αριστερά όπως βλέπω εγώ, η επιγραφή λέει: «Εργαστήριο αποκατάστασης ήχου». Δεξιά: «Εργαστήριο ανακύκλωσης σκέψεων». Μοιάζει λίγο σαν σε αποσύνθεση, αλλά μάλλον όχι, κάτι αναπνέει, δεν μπορεί... Τη βιοτεχνία, με το διάσημο «μουσείο σφαλματών» στα δεξιά της, πάντα όπως τα βλέπω εγώ, τα χωρίζει μία ξεραμένη λίμνη. 

 Πρέπει να φύγω τώρα. Θα επιστρέψω ίσως. Να θυμηθώ πως έμεινα στο σημείο, που μπήκαν όλοι σε ένα μπαρ, σαν να ξεκινά κάποιο ανέκδοτο.



20251103

Απενεργοποίηση αερόσακου

 Και τώρα που θα βρω την έμπνευση; Να τα σοβαρά μου τα προβλήματα κύριες και κύριοι. Δε θέλω τώρα να γεννήσω για κανέναν λόγο. Δε θέλω να ψάξω για έμπνευση. Αν με βρει εκείνη, είμαι πολύ γεμάτη, δε χωρά τίποτα άλλο. Λέω ψέμα, πάντα χωρά ίσως, αν το εξετάσω και περνά, αλλά δε λείπει, γιατί να νοηματοδοτήσω; Εντελώς καχύποπτη και σκληρή δεν υπάρχει περίπτωση να περάσει ωστόσο κανένα ερέθισμα, εντελώς απογοητευμένη. Είπα πάλι λίγο ψέμα, δεν απογοητεύομαι ποτέ ολότελα, γιατί πάντα θα υπάρχει και η δική μου γωνία θέασης/αφήγησης που κάνει γοητευτικά ακόμα και τα σκατά και κάτι περισώζεται πάντα. Θα ήθελα κάτι, κάποτε να μπορέσει να το νικήσει αυτό, να με εκπλήξει, αλλά ξέρω ότι τίποτα πια δεν μπορεί. Καμία συγκίνηση.

 Σκέφτομαι να βυθιστώ λίγο στην επιφάνεια αυτής της «διαύγειας». 

 Αλλά, πως θα γράφω; Πως θα σκηνοθετήσω; 

 Γνωρίζω για τους κύκλους, μα καθώς μεγαλώνω οι κύκλοι αυτοί μοιάζουν ολοένα και μεγαλύτεροι και να, ίσως φοβάμαι πως όσο μεγαλώνουν, τόσο μοιάζει με ευθεία η ζωή. Ψέμα είπα πάλι. Δε φοβάμαι. 

 Μου αρέσουν τα κύματα. Μα έγραψα γι' αυτά. Έγραψα για όλα όσα κάποτε μου άρεσαν. Έγραψα; 

 Να σου γράψω για την βία; 

 Να σου γράψω για την ουτοπία; 

 Να σου γράψω μαθηματικά; 

 Να μου γράψω...

 Μπα, μου τα έγραψα όλα. 

 Να μην μου γράψω τίποτα. Να μην σου γράψω. 

 Θα μου πεις, τώρα τι κάνεις; Δε θέλω καμία παραγωγή λόγου. Επιθυμώ απαγωγή. 


 Υ.Γ. Κι ίσως, πιότερο απ' όλα θα ήθελα να σταματήσω να συνοφρυώνομαι. Το φαράγγι αυτό ανάμεσα στα φρύδια μου έχει φτάσει πια τόσο βαθιά που μου έχει χαράξει την ψυχή.