20180624

The sound of silence

 Φαντάσου έναν άνθρωπο που φεύγει από τη ζωή και δεν πρόλαβε να αγαπήσει βαθιά ή ν'αγαπηθεί. Δεν ξέρω ποιο από τα δύο είναι μεγαλύτερη κατάρα. Να μην σε αγαπήσει ποτέ κανείς ή να μην μπορέσει να κατακλύσει την καρδία σου αγάπη η θέα ή η σκέψη κάποιου άλλου ανθρώπου. Σκέψου πόσο άσχημο είναι επίσης το να σε αγαπήσει κάποιος και ποτέ σου να μην μπορέσεις να το νιώσεις ή να αγαπήσεις κάποιον και ποτέ του να μην μπορέσει να το νιώσει. Ή ο ετεροχρονισμός, τί κατάρα κι αυτή! Ένας διάλογος αμοιβαίων συναισθημάτων μεταξύ δύο ανθρώπων, τόσο πολύ μπερδεμένος στον χωροχρόνο που μετατράπηκε σε έργο σουρεάλ. Φαντάσου όμως έναν άνθρωπο που αγαπήθηκε και αγάπησε απύθμενα. Φαντάσου έναν άνθρωπο όπου αγαπήθηκε από τον ίδιο άνθρωπο που αγάπησε. Έναν άνθρωπο όπου αγαπήθηκε από τον ίδιο άνθρωπο που αγάπησε την ίδια στιγμή.
 Φαντάσου πάλι έναν άνθρωπο που δεν διάβασε ποτέ του για αγάπη ή για έρωτα. Που κανέναν δεν απάντησε σε αυτό του ταξίδι να προσποιείται πώς ξέρει με σιγουριά τι είναι το καθετί. Φαντάσου, πως αυτές οι δύο έννοιες, δεν υπάρχουν καν σε αυτό το σύμπαν. Ο κάθε άνθρωπος ονοματίζει τα διαφορετικά του συναισθήματα για τους διαφορετικούς συνταξιδιώτες του διαφορετικά κάθε φορά. Όχι με ένα κλεμμένο «αγάπη» κι «έρωτα». 
 Πάρε μία βαθιά ανάσα τώρα και σκέψου εσένα κι εμένα σε παρακαλώ. Ομοίως θα σε φέρω στον νου μου κι εγώ. Σε ακούω...











Υ.Γ. pollynor

20180616

Die die my darling


                                      

 Ωω θεοί των πιο νόστιμων κέικ και παντοδύναμο κοπερτί, πώς θα αντέξει η καρδιά μου τόση ευτυχία; Πήρα τους δρόμους, έτρεξα να προλάβω σε κάλο σημείο με τζαμαρία την βροχή για να χαθώ στο γράψιμο. Ο αρχικός προορισμός είχε τις πόρτες του σήμερα κλειστές κι έτσι πήδηξα ένα στενό και με λίγο πιο βαριά την καρδιά μου, πήγα στο μικρό άνθος που νόμιζα ότι θα ήταν γεμάτο κόσμο. Μα τι ευτυχία ένιωσα όταν είδα το άνθος άδειο! Ρώτησα για πρίζα και η πρίζα ήταν δίπλα στο τραπεζάκι στην τζαμαρία. Στον χώρο υπάρχει ένα πιάνο και παίζει μουσική από πικ απ, τζαζ ή κλασσική! Ένα τέτοιο μαγαζάκι θέλω κάποτε να δημιουργήσω και να είναι η καρδιά μου υπερχειλισμένη από ευτυχία κάθε στιγμή. Ολόκληρη! Να μοσχοβολάει κέικ και μπισκότα και να μοιράζω σε κούπες, τσάι, την πιο νόστιμη σοκολάτα και μαγικό φίλτρο αναρχικής και ατελούς αρμονίας και χαμόγελου. 
 Έχω αμελήσει το παιδί μέσα μου πολύ, παρ'όλο που δεν το παραδέχομαι και σήμερα είναι αλλιώς! Σαν να το έπιασα από το χέρι και να του είπα: ξεσάλωσε! Κάθισα στο πιο τέλειο τραπεζάκι, πήρα μία τέλεια σοκολάτα που είναι σοκολάτα! Σοκολάτα αληθινή, αλλά υγρή! Έχει και κάτι τέλεια κομματάκια που κάθε φορά που τα πιάνω και τα χορεύω στον ουρανίσκο μου, κάνω ένα ταξίδι από παράδεισο σε φεγγάρι και πίσω σε αυτή την τρύπα στον χωροχρόνο! Χαίρομαι που σε έχω παρέα κι ελπίζω να νιώθεις την ευτυχία που νιώθω αυτή τη στιγμή. Πήρα κι ένα κεικ καρότου ξέρεις! Μου έφεραν και κάτι μπισκοτάκια. Η καρδιά μου θα μπορούσα να πω ότι μοιάζει με το πόσο γεμάτο είναι το τραπέζι μου! Ή το πιάνο από τους δίσκους! Ή ο τοίχος από τα άνθη! 
 Και δε με νοιάζει αν στο λέω συχνά, το πόσο μου αρέσει η βροχή και το τσάι και η σοκολάτα και η τζαζ και η κλασσική και τα βιβλία και να γράφω και να φτιάχνω παραμύθια. Τέτοια είμαι! Τέτοια πάθη έχω! Ξέρεις τί θέλω να γίνω όταν μεγαλώσω; Αυτή η εικόνα! 


Θυμάσαι εκείνη την πρώτη βροχή;



Γυρίζοντας αργά το βράδυ από την μεγάλη γιορτή, ήθελε να γράψει. Πριν ξεκινήσει, ώρα 1:50 16/6/2018 ξεκίνησε βροχή και μύρισε χώμα. Άφησε το χαρτί και το μολύβι και έτρεξε στο κατάστρωμα του πλοίου ΠΟΛΗ για να του γνωρίσει την βροχή. Η πληροφορία για την χώρα των σμαραγδιών ήταν αληθινή. Υπάρχει ή τουλάχιστον σίγουρα υπήρξε. Βρήκε μάλιστα κι ένα παλιό τραγούδι που υπήρχε η φήμη ότι ο ρυθμός του ήταν ο χτύπος της καρδιάς ενός σμαραγδιού. Πήρε μία ανάσα κι ατρόμητη καθώς ήταν στάθηκε κάτω από τον ουρανό. Κατά κάποιον τρόπο, ήταν η πρώτη του βροχή.



20180609

Η πέρα χώρα

 Έμαθε τα νέα μόλις πριν μία εβδομάδα. Τα δειλινά έμοιαζαν να μην άλλαξαν καθόλου. Τα αεροπλάνα έμοιαζαν να μην άλλαξαν καθόλου τον τρόπο που πετούν. Όλες οι σκέψεις έτρεχαν στο λιβάδι φυσιολογικές. Κοίταξε καλύτερα τον χάρτη γιατί σκέφτηκε πως ίσως έχει χαθεί. Κι όμως, χωρίς καμία αλλαγή, σταθερά έπλεε προς τα 'κει. Είχε βρει μάλιστα μία πληροφορία για μία χώρα γεμάτη σμαράγδια. Γεμάτη μαγικά, λαμπερά πράσινα σμαράγδια. Έπρεπε να ταξιδέψει κι άλλο για την αγάπη, αλλά σου είπα έμοιαζαν όλα φυσιολογικά. Πώς θα μπορούσαν να μην έμοιαζαν άλλωστε.
 Ίσως δεν είχε την ίδια όρεξη να γράψει. Μα δεν στέρεψε. Ίσως έφταιγε η ζέστη που την φιλούσε στο μέτωπο. Το καλοκαίρι εξάλλου η ομορφιά μετανάστευε προς το εξωτερικό. Άφηνε λίγο την καρδιά για να γνωρίσει νέες θάλασσες. Το καλοκαίρι ήταν για παγωμένο earl grey το οποίο εντελώς υπεύθυνα αποφάσισε για λίγο να χωρίσει. Η ζέστη επέστρεφε στην καρδιά τους χειμώνες με μία κούπα και λίγη βροχή.
 Ο ουρανός απόψε επέμενε να κρατήσει την πούδρα από ροδάκινα αρκετή ώρα αφότου ο ήλιος είχε πέσει. Passepied και παγωτό πεπόνι. Αναρωτιόταν ποιο να είναι το πιο ψηλό σημείο στην πόλη. Κάποτε είχε βρεθεί εκεί.
 Σε λίγες μέρες θα άκουγε για πρώτη φορά στη ζωή της έναν ολοκαίνουργιο ρυθμό στον όποιο θα έπρεπε να αφεθεί κι έπειτα να τον μαγέψει και να συνταξιδέψουνε. Δεν είχε κανένα άλλο στοιχείο και κανένα άλλο όπλο, εκτός από τα παραμύθια της. Κι όμως, η πόλη δεν άλλαξε καθόλου. Οι σκύλοι που τραγουδούσαν τα βράδια, δεν άλλαξαν καθόλου τον σκοπό. Δεν άλλαξε ποτέ το χρώμα της άμμου και το σπίτι της δεν έκλεισε τις πόρτες ποτέ.
 Η πούδρα έχει σχεδόν χαθεί. Την είχε αγκαλιάσει το γκρι καλοκαιρινό σκοτάδι. Μία συμφωνία του ίδιου τύπου αλλά στα μινόρια έβαλε για ύπνο την προηγούμενη μουσική. Αν κάτι της έλειπε αυτή τη στιγμή ήταν το πιάνο στην λευκή αίθουσα. Τίποτα άλλο. Έπλεε προς τα εκεί.
 Έδεσε έτσι μία άκρη από ένα μακρύ μακρύ διάφανο σχοινί στο πιο ψηλό κατάρτι της γέφυρας του πλοίου της. Την άλλη άκρη την έδεσε στην κορυφή του πρώτου ψηλού βουνού που το βλέμμα της σταμάτησε. Και με ένα ανάλαφρο άλμα, βρέθηκε να ισορροπεί πάνω του. Κοιτούσε το βουνό και χάιδευε την πόλη. Και κάπως έτσι όσο κι αν προσπάθησε να πέσει, βαρύτητα σαν να μην υπήρχε. Όσο άτσαλες κινήσεις κι αν έκανε έμοιαζε σαν μπαλόνι γεμάτο με ήλιον, δεμένο με μία όμορφη κορδέλα απαλά φιόγκο  στο σχοινί, με σώμα ντελικάτο να μην γέρνει σε καμία πλευρά και να χορεύει ανάλαφρα κάπου στο κέντρο. Δεν ήταν μόνη.