20180327

Τea τσάι;

 Το τσάι μου αρέσει πολύ (σε περίπτωση που δεν έχει γίνει ακόμα ολοφάνερο). Ίσως είχα γράψει ξανά παλιότερα παρόμοιο κείμενο, αλλά δε θέλω να αφιερώσω χρόνο να το τσεκάρω. Θέλω όμως να αφιερώσω χρόνο για να καταγράψω τσάι που μου αρέσει και τσάι που δε μου άρεσε τόσο. Όταν μεγαλώσω θέλω να πιω όλο το τσάι του κόσμου. Θέλω να φτιάξω ένα τεϊοποτείο που θα παίζει τις περισσότερες ώρες κλασσική μουσική και θα μπορείς να παίζεις μέσα παιγνίδια, πιάνο και να διαβάζεις βιβλία.
 Το τσάι παλιότερα δεν το αγαπούσα τόσο όσο σήμερα, όμως ύστερα από ένα απόγευμα στο σπίτι του αρχιπειρατή που υπηρετούσα στο καράβι του τις μέρες που ήμουν θαλάσσια πειρατίνα, όλα άλλαξαν. Εκείνο το απόγευμα είχαμε πειρατικό μίτινγκ όλη η ομάδα του πειρατικού πλοίου. Ο αρχιπειρατής μας μάζεψε για να οργανωθούμε καλά και να υποτάξουμε όλους τους ανέμους για την επίτευξη του απώτερου σκοπού. Ευγενικός οικοδεσπότης μολονότι αδυσώπητος θαλασσόλυκος, προσέφερε σε όλο το πλήρωμα ροφήματα. Εγώ θέλησα να πιω τσάι. Ενθουσιασμένος έφερε ένα βάζο με μπαλάκια!
_Βάλε στην κούπα 2-3 πέρλες και μην προσθέσεις ζάχαρη, μου είπε.
Ήταν αδιανόητο τότε να μην προσθέσω ζάχαρη στο τσάι. Είχα αρχίσει κάποια χρόνια πριν να πίνω τσάι, αλλά φακελάκια και με άπειρη ζάχαρη.
 Μου εξήγησε την ποιότητα και την προέλευση αυτού του τσαγιού, καθώς και το κόστος που είχαν αυτά τα τοσοδούλικα μπαλάκια, που σκέφτηκα να κάνω μία προσπάθεια για να μην τον στενοχωρήσω μιας και μίλαγε με τόσο σεβασμό και θαυμασμό γι' αυτόν τον θησαυρό του. Κι έτσι άλλαξαν όλα. Έτσι ξεκίνησε μία βουτιά στον αληθινό κόσμο του τσαγιού. Με το που ακούμπησε τα χείλη μου το μαγικό υγρό, τα μάτια μου άνοιξαν διάπλατα και στην επόμενη ανάσα που πήρα η ζωή πια για ΄μένα, είχε γίνει νέο συναρπαστικό ταξίδι.
 Από τότε δεν χρειάστηκα ξανά ζάχαρη. Η ζάχαρη και οποιοδήποτε γλυκαντικό ή μέλι, αλλοιώνουν φοβερά τις ιστορίες που μπορεί να σου πει το τσάι. Κατάλαβα δυστυχώς ότι τα φακελάκια όσο συναρπαστικές γεύσεις κι αν υπόσχονται, ούτε τις χαρίζουν ποτέ, ούτε συγκρίνεται η ποιότητά τους με αυτή ενός καλού χύμα τσαγιού. Μεγαλύτερο δε χρόνο και μελέτη έχω αφιερώσει στα αρωματισμένα τσάγια. Είναι τόσο υπέροχη η εξερεύνησή τους. Με αυτά και με τ'άλλα σκέφτομαι πως υπάρχει κάτι που έχω παθιαστεί μαζί του, το τσάι και το γράψιμο. Και ξέρεις ποιο είναι το σπουδαίο; Όσο κι αν μεγαλώσω, ποτέ δε θα χρειαστεί να αποχωριστώ κάποιο πάθος μου!
 Εν συνεχεία λοιπόν, αποφάσισα να καταγράψω κάποιες εντυπώσεις μου σχετικά με κάποια τσάγια. Σκέφτομαι δε ότι θα μπορούσα να διατηρήσω κι ένα μυστικό ημερολόγιο τεϊοποτείας, στο οποίο θα κρύψω όλα τα μυστικά της σχέσης μου με το τσάι και τα βότανα. Θα μου χρησιμεύσει θαρρώ και για όταν μεγαλώσω, που θέλω να γίνω μάγισσα.
 Σε αυτό το σημείο διαπίστωσα ότι τελικά έχω γράψει κι άλλο κείμενο καθαρά για το τσάι. Καλά, εντάξει, δε θα γράψω πάλι τα ίδια, απλά έχω ενθουσιαστεί γιατί αγόρασα ένα καινούργιο κι ανυπομονώ να έρθει το βράδυ για να μπορέσω να το γευτώ. Είναι πράσινο με πραλίνα σοκολάτα! Πήρα και λευκό που νομίζω δεν έχω δοκιμάσει ξανά, ή τουλάχιστον δεν θυμάμαι! Το λευκό έχει μέσα πεπόνι, βερίκοκο, ροδάκινο, σύκο και λεβάντα. Μόλις έβαλα ένα τεράστιο φύλλο λευκού τσαγιού στο στόμα μου. Έχω ξεσαλώσει σήμερα. Έχεις βάλει ποτέ ένα φύλλο λευκού τσαγιού στο στόμα σου;

Τσάι και βότανα που μου αρέσουν πολύ πολύ
1. Μαύρο με χουρμά, σύκο, σουσάμι, σουλτανίνα, αμύγαλο
2. Πράσινο με μήλο, κανέλα, πορτοκάλι, κάρδαμο, πιπέρι
3. Πράσινο sencha με κάστανο, αμύγδαλο, κακάο, κανέλα, άνθη φλαμουριάς

Τσάι και βότανα που μου αρέσουν διότι είναι σταθερές αξίες
1. Μαύρο με περγαμόντο, το αγαπημένο Εarl Grey
2. Τσάι Κεϋλάνης με μαύρο Assam, το κλασσικό English Breakfast
3. Μέντα
4. Πράσινο sencha με ροζ και κόκκινο τριαντάφυλλο, φλούδες σπόρου κακάου, φύλλα μπαμπού

Τσάι συμπαθητικό 
1. Μαύρο με λεμόνι, πορτοκάλι, γκρέιπφρουτ, κίτρο, νεράντζι, μανταρίνι, περγαμόντο
2. Μαύρο με κεράσι, βύσσινο, μήλο, κανέλα, γαρύφαλλο, κορίανδρος, κάρδαμο, ροζ πιπέρι
3. Μαύρο με κανέλα, κάρδαμο, κορίανδρος, ροζ πιπέρι, γαρύφαλλο, μήλο
4. Λουίζα και τσάι του βου, του βου, του βουνού

Τσάι της αμφιταλαντεύσεως
1. Πράσινο τσάι με αμύγδαλα, σύκα, χουρμάδες, εσπεριδοειδή, σαφράν
2. Πράσινο τσάι με καραμέλα, αμύγδαλο, καρύδα, πιπερόριζα, μόκα, κόκκοι καφέ
3. Μαύρο Assam με σπόρους κακάο, σοκολάτα
4. Μαύρο Κεϋλάνης, φουντούκι, βανίλια

Τσάι που μέχρι αυτή τη στιγμή δεν κατάφερε να μου αρέσει
1. Πράσινο sencha με λεμόνι, αμύγδαλο, φιστίκι Αιγίνης, μαστίχα
2. Ιβίσκος, κράνμπερις, μήλο
3. Πιπερόριζα, εχινάκεια, κανέλα, χαμομήλι, γλυκόριζα
4. Παντζάρι, αμύγδαλο, μήλο, κανέλα
5. Μήλο, σταφύλι, φράουλας, ιβίσκος, χαμομήλι, κάλυκες τριανταφυλλιάς




20180326

η σκουριασμένη λίμνη

 Ένα τρένο στις γραμμές. Βήματα. Βήματα αργά και βήματα γρήγορα. Τα κεράκια σε μία τούρτα που γίνονται ολοένα και περισσότερα. Οι εποχές. Οι μέρες τις εβδομάδας και η ώρα. Πέρασμα όλα. Ζωή. 
 Δεν βγαίνει από μέσα μου. Το πιέζω. Αισθάνομαι ότι πέρασε αρκετός καιρός κι ας έχει περάσει και περισσότερος, αλλά το πιέζω. Δε θέλω να γράψω. Βρήκα λοιπόν ένα παιγνίδι που το λένε «σκουριασμένη λίμνη» και περνάω αρκετό χρόνο μέσα στη λίμνη αυτή.
  Ίσως η σκόνη φταίει... Στάθηκα ακίνητη και έκατσε πάνω μου πολλή. Αλλά δε θέλω και τίποτα να με πλησιάσει μέχρι να αποφασίσω να σηκωθώ και να την φυσήξω μακριά. 





20180301

Contact improvisation

«Δε νιώθω καλά στα παπούτσια μου. Άλλοτε είναι πολύ μικρά κι άλλοτε μέσα τους κολυμπάω. Δεν μπορώ να ανασάνω κι άλλοτε χάνομαι» είπε αυτά το λόγια, πέταξε τα παπούτσια της μακριά κι άρχισε να τρέχει.
 Η Έσθερ έτρεξε μέρες ολόκληρες. Έτρεξε νύχτες, έτρεξε μήνες, έτρεξε χρόνια. Πουθενά δεν πήγαινε, πουθενά δεν ήθελε να φτάσει και κάποιες φορές δεν ήθελε να θυμάται ούτε από που ξεκίνησε.
 Μία νύχτα πέρασε από μία γέφυρα. Ήταν τόσο όμορφη αυτή γέφυρα που την μάγεψε κι έκανε μία στάση. Ήταν η γέφυρα της ελπίδας. Σταμάτησε να πάρει μία ανάσα και να δει από περιέργεια πόσο μακριά είναι η θάλασσα. Ανέβηκε ψηλά κι άρχισε να χαζεύει τον δρόμο, τα δέντρα, τους ανθρώπους, τα παιδιά, την κίνηση και τη ζωή. Αγνάντευε από τη γέφυρα της ελπίδας μέρες ολόκληρες. Αγνάντευε νύχτες, μήνες, χρόνια. Ξαφνικά ένα βράδυ, αργά το βράδυ λίγο πριν την αυγή, άρχισε να βρέχει μαρκαδόρους. Λευκούς μαρκαδόρους! Η Έσθερ έκλεισε τα μάτια της κι ευχήθηκε να έχει μία αγκαλιά, μέσα στη ζεστασιά της να δει τη βροχή από μαρκαδόρους και να μη νιώθει πια τόσο μόνη.
 Η γέφυρα της ελπίδας άκουσε την ευχή της και ξαφνικά ένα φάντασμα πήρε στην αγκαλιά του την Έσθερ. Μαζί αγκαλιασμένοι αγνάντεψαν τον δρόμο, τα δέντρα, τους ανθρώπους, τα παιδιά, την κίνηση και τη ζωή. Αγκαλιασμένοι αποκοιμήθηκαν, ερωτεύτηκαν, ζωγράφισαν και δημιούργησαν δύο ψυχές, την Σολεδάδ και την Μαντρουγάδα. Όταν η ώρα πέρασε και η βροχή από λευκούς μαρκαδόρους σταμάτησε, η Έσθερ γύρισε να χαμογελάσει το φάντασμα μα αυτό είχε εξαφανιστεί. Πόνεσε πολύ. Πήρε στα χέρια της έναν λευκό μαρκαδόρο και έγραψε στη γέφυρα της ελπίδας
«Μία μέρα».
Μία μέρα που η Έσθερ θα χαμογελάσει στο φάντασμα ξανά κι αυτό θα την κρατήσει πάλι στην αγκαλιά του. Η γέφυρα της ελπίδας έστεκε βουβή. Η Έσθερ πήγαινε νευρικά από άκρη σ'άκρη περιμένοντας κι ο χρόνος περνούσε. Η Έσθερ πήγαινε στενοχωρημένη από άκρη σ'άκρη περιμένοντας κι ο χρόνος περνούσε. Η Έσθερ πήγαινε εξαντλημένη από άκρη σ'άκρη περιμένοντας κι ο χρόνος είχε πια περάσει. Κάθε φορά που ένιωθε βήματα να τραντάζουν τη γέφυρα, η καρδιά της χτύπαγε δυνατά και γρήγορα. Κρυφοκοιτούσε να δει αν ήταν το φάντασμα της που ερχόταν. Έκανε πρόβες για να μη δείχνει ξαφνιασμένη κι ανυπόμονη, αλλά ήταν άσκοπο, κανένας από τους διαβάτες δεν ήταν το φάντασμα. Η γέφυρα της ελπίδας έβαλε τα κλάματα, δεν μπορούσε να την βοηθήσει... Τότε η Έσθερ κατάλαβε πώς έπρεπε να φύγει.
 Μάζεψε όλο τον πόνο της κι άρχισε να τρέχει ξανά. Στις πλάτες της πια κουβαλούσε την Σολεδάδ και την Μαντρουγάδα. Μπορεί να ήταν μεγάλο βάρος, αλλά η Έσθερ ήταν πολύ δυνατή γυναίκα. Πέρασαν μέρες ολόκληρες, πέρασαν νύχτες, μήνες, χρόνια. Όταν η Σολεδάδ κι Μαντρουγάδα μεγάλωσαν πέταξαν μακριά από την πλάτη της Έσθερ, ταξίδεψαν και σκέπασαν όλο τον κόσμο. Πήγε η Σολεδάδ στη Δύση και η Μαντρουγάδα στην Ανατολή, μα αυτό είναι μία άλλη ιστορία...
 Η Έσθερ είχε ολόλευκα μαλλιά πια. Έτρεχε μέρες ολόκληρες. Έτρεχε νύχτες, έτρεχε μήνες, έτρεχε χρόνια, ώσπου μία νύχτα 03:01 ένας αέρας της ψιθύρισε στο αυτί ότι το φάντασμα θα την περιμένει την ερχόμενη μέρα του θεού στη γέφυρα της ελπίδας.
 Όταν έφτασε εκείνη η μέρα η Έσθερ ήταν από νωρίς εκεί. Ψηλά στην γέφυρα, στεκόταν ανέμελα μα και κάπως ανυπόμονα παρατηρώντας τον δρόμο, τα δέντρα, τους ανθρώπους, τα παιδιά, την κίνηση και τη ζωή. Ξαφνικά ένιωσε μία ζεστασιά να πλησιάζει. Γύρισε και είδε το φάντασμα. Χαμογέλασε πιο πλατιά από ποτέ. Πήρε το φάντασμα από το χέρι και του έδειξε το «Μία μέρα» που ήταν γραμμένο στο πάτωμα κι ο χρόνος το είχε πια ξεθωριάσει. Στάθηκε πάνω του ξυπόλυτη, το φάντασμα την έκλεισε στην αγκαλιά του κι εκείνη χαμογέλασε.