20140929

"όλα είναι ατμός και διαλύονται"

 Μόλις το είδα σε έναν φίλο! Μεγάλη έμπνευση αυτός ο φίλος.

 Ξεκίνησα κάτι να γράφω το πρωί και το έκλεισα βιαστικά να πάω να συναντήσω ένα αγόρι. Μαζί μπήκαμε στον αγαπημένο μου κήπο. Βρήκαμε παιδιά να χορεύουν χόκι πόκι, να τραγουδάνε και να δημιουργούν κύκλους. Έμαθα πως είναι ομάδα και παίζουν σε πάρκα! Ύστερα ψαρέψαμε φύλλα από τη λίμνη. Το αγόρι έφτιαξε μία φωλιά από φύλλα μέσα στη λίμνη για τα ψαράκια, που δεν μπορεί να βραχεί από τη βροχή! Ύστερα, του είπα την ιστορία με τα καρπούζια που έσπασαν. Του είπα για τον Ασπροπούλη. Ήξερε βέβαια και ας έκανε πως δεν ήξερε. Μετά παίξαμε υπέρ ατού. Δε θα μάθεις ποτέ ποιος νίκησε... Αφού όλα είναι ατμός, τι σημασία έχει; Ύστερα σκαρφαλώσαμε σε ένα δέντρο. Είδαμε χελώνες και πορτοκαλί ψάρια μέσα σε πράσινα νερά. Κάποια στιγμή, με έριξε κάτω. Περπατήσαμε σίγουρα 1,55km μέσα στον κήπο. Τη μεγάλη διαδρομή, δηλαδή, ένα Ζάππειο. Μετά μου έδειξε ένα μυστικό. Ύστερα, έκανα ένα ακόμα φίλο, τον Ντάνιελ. Αυτός έφαγε κοτόπουλο και κάποιες πατάτες. 'Εφυγε ο Ντάνιελ και περπατήσαμε με το αγόρι που σας έλεγα πριν προς τα κάτω. Εκεί, φάγαμε λίγο κρέας και κάτι ελαφρώς πικάντικο. Μία ρίγανη μπήκε βαθιά μέσα στο δόντι μου και δεν έχει βγει ακόμα. Μετά πήραμε τσάι με φούσκες, μετά παγωτό, μετά μία κρέπα, μετά χυμούς αληθινών φρούτων. Το αγόρι είδε το "φ" και θυμήθηκε μάλλον την προηγούμενη φορά και τη χρυσή τομή. Με ρώτησε γι'αυτό. Η Ασπασία, θυμόταν ότι είχα αναγνωρίσει το "φ" και γι'αυτή μου την ικανότητα, οφείλω να ευχαριστήσω ένα πουλάρι. Περπατήσαμε μέχρι πάνω, όπου πήρα το καλύτερο -όχι όμως υποκειμενικά- νερό του κόσμου. Και ενώ είχε πια γίνει βράδυ, τελείωσε.
 Να, εμένα μου αρέσουν τα παραμύθια. Μου αρέσει να περπατάω και να παίζω παιγνίδια. Πολλά παιγνίδια. Μου αρέσει να χαμογελάω και μου αρέσει πολύ η βροχή και η συννεφιά. Μου αρέσουν οι άνθρωποι. Μου αρέσει η μουσική. Μου αρέσουν οι κήποι και οι θησαυροί. Πιο πολύ το κυνήγι τους όμως. Μου αρέσει να κοιμάμαι σε βάρκες και να παίζω στις παιδικές χαρές. Μου αρέσει να χορεύω και να τραγουδάω άσχημα και δυνατά. Μου αρέσουν οι αγκαλιές, αλλά δεν το λέω συχνά. Και τα σούπερ μάρκετ μου αρέσουν. Και τα ανέκδοτα. Αλλά δε μου αρέσουν τα ψέματα. Ούτε να είμαι κομμάτι τους. Κι αυτοί που κρύβονται, με τρομάζουν. Εκτός κι αν παίζουμε κρυφτό. Το κρυφτό μου αρέσει! Μου αρέσει πολύ το φαγητό και τα γλυκά. Και οι φούσκες. Ναι, οι φούσκες και τα μπαλόνια! Και τα παιδικά. Και να σκαρφαλώνω κάγκελα, να ζω περιπέτειες.
 Και μου αρέσεις και εσύ. Μα δε θέλω να μάθω να παίζω άμυνα, ούτε επίθεση, θέλω να μπορώ να στέκομαι "γυμνή" και ένα παραμύθι να με τυλίξει. Δεν μπορώ να σε διώξω. Αλλά μπορείς πάντα να θυμάσαι ότι μου έχω υποσχεθεί να με μεγαλώσω όμορφα, γιατί είμαι η τελευταία μου ελπίδα. Αν μπορείς βοήθησε με να δημιουργήσουμε κάτι που δε μοιάζει με ατμό... Τα παιγνίδια για μεγάλους δε τα θέλω, τα έχω σιχαθεί...




Υ.Γ τα πορτοκαλί, τα πατάς! 

20140924

Ώπα! Είναι παντού γύρω μας;


_ Οι Μα...;
_ Μην το πεις!
_ Οι Μα...!
_ Μην το πεις!

" ... Αυτό συμβαίνει μεταξύ άλλων (άλλων;) , επειδή με τη συγκεκριμένη ώρα φαίνονται καθαρά και οι δύο δείκτες και δεν «κρύβεται» το λογότυπο της εταιρείας"

... Ναι! Γι'αυτό!
Τάκη, συνωμοσία! Σσσσς.



* Το άρθρο δε θέλει σε καμία περίπτωση να περάσει υποσυνείδητα, τετριμμένα, cliché μηνύματα του τύπου "Παντού γύρω μας είναι Μαλάκες". Σε καμία περίπτωση. Το άρθρο πιστεύει σε παραμύθια, σιχαίνεται τις γενικεύσεις.

Υ.Γ Φέρτε μου μία ταμπλέτα, να το διώξω απ'την Κινέτα. Φέρτε μου μία ταμπλέτα, να το διώξω απ'την Κινέτα.



20140923

Τα λάθοι, είναι λάθει. Κι ύστερα;












Ωχ! Θα σου πω μία ιστορία. 
Και όχι αυτή με τη Νίνα και τα λουκάνικα!
Δυστυχώς...
...Κι ύστερα τα πάθη!
Πάθει, πάθη κι ακόμα 'συ να μάθει;
Άραγε μάθει λάθη από τα πάθη; Η' πάθει λάθη λάθη λάθη;
Κι όταν μάθει πάθη-λάθη; Πάλι λάθη μάθει πάθει;
Η΄πάθη μάθει χωρίς λάθη;
Λάθος;
Φιάσκο! 

20140908

Hatoful boyfriend


Ο κόσμος εκεί έξω, είναι τόσο όμορφος γαμώτο! Hatoful boyfriend, προσομοιωτής ραντεβού πουλιών. Κανένα σχόλιο. 


20140905

Η αναστάτωση

Στο πανηγύρι. Στο πανηγύρι τη βρήκα και στο πανηγύρι την έχασα. Ήταν μεγάλο πανηγύρι. Με τη σκοποβολή του, τα γιαπωνέζικα μπιλιάρδα, τις μπουκάλες, τις σαμπάνιες και τ’ αλογάκια.
Τ’ αλογάκια στριφογύριζαν βουίζοντας, τα μπιλιάρδα έκαναν καραμπόλες, οι μηλόπιτες μοσχοβολούσαν κι οι καραμπίνες άδειαζαν. Ξέρω καλό σημάδι και το καυχιέμαι. Όχι, όχι δεν τη συνάντησα στη σκοποβολή, στις μηλόπιτες την πρωτοείδα. Ναι, ναι έτρωγε λαίμαργα μυρωδάτες μηλόπιτες και μου φύσηξε τη ζάχαρη στα μούτρα γελώντας κι εγώ πασαλειμμένος τη ρώτησα: «Έι! Πώς σε λένε; Πες μου τ’ όνομά σου.» κι αυτή μου είπε: «Θα στο πω μετά…» Από ‘κει βρεθήκαμε στο σκοπευτήριο κι εκεί την έχασα…
Στην αρχή σκόπευσα κι έριξα κάτω όλους τους στόχους. Σε κάθε νίκη μου φώναζε: «Μπράβο!! Μπράβο!!» Σαν δεν απόμεινε τίποτα όρθιο, έριξα κάτω τ’ αυγό του σιντριβανιού και σημαδεύοντάς το τη ρώτησα: «Έι! Πώς σε λένε; Πες μου τ’ όνομά σου.» Την άκουσα να μου λέει «Θα στο πω μετά, θα στο πω μετά…»
Τραβώ τ’ αυγό πηδάει, γυρνώ δεν ήταν πλάι μου. Την έχασα, μα την ξαναβρήκα. Έτρεχα σαν τρελός σκουντουφλώντας πάνω στο πλήθος που μ’ έβριζε και… να, την ξαναβρίσκω στις μπουκάλες. Αγόρασα κρίκους, πολλούς, πολλούς κρίκους που τους ρίχναμε μαζί και κάθε φορά που πέταγα τον κρίκο τη ρώταγα: «Έι! Πώς σε λένε;» κι αυτή μου έλεγε: «Θα στο πω μετά…»
Ωπ! Πάει κι αυτό. Έλα τώρα να πάμε στις κούνιες, στις μεγάλες τις κούνιες που ανεβαίνεις, ανεβαίνεις, ανεβαίνεις όλο και πιο ψηλά, κι ύστερα κατεβαίνεις, κατεβαίνεις, κατεβαίνεις και πεθαίνεις.
Την έχασα και στις κούνιες. Ψάχνω ξανά στις μπουκάλες… ψυχή. Τα φώτα ανάβανε, οι ίσκιοι σαλεύανε και… να, την ξαναβρίσκω στ’ αλογάκια. Τ’ αλογάκια μόλις ξεκινούσαν κι εγώ μόλις πρόφτασα να της φωνάξω: «Έϊ, Έι!! Πώς σε λένε; Πες μου τ’ όνομά σου.» Την άκουσα να μου λέει: «Θα στο πω μετά…»
Η ορχήστρα, οι χρυσές καρότσες, οι πολυέλαιοι, όλα, όλα μπαίνουν σε κίνηση. Καθόταν ολομόναχη πάνω σ’ ένα χάλκινο τέρας της αποκαλύψεως, που τη μια λες και σφηνώνονταν στον ουρανό και την άλλη καταποντίζονταν στη κόλαση. Κάθε φορά που περνούσε από μπροστά μου καθισμένη πάνω στο χάλκινο τέρας της και ανέβαινε και κατέβαινε γελώντας, της φώναζα: «Έι, Έι!! Πώς σε λένε;» και μόνο απ’ την κίνηση των χειλιών της μάντευα την απάντηση: «Θα στο πω μετά… Θα στο πω μετά…» Να, έτσι την έχασα…
Την πρωτοείδα στις μηλόπιτες και τη έχασα στο σκοπευτήριο. Την ξαναβρήκα στις μπουκάλες και την έχασα στις κούνιες και… να, που στ’ αλογάκια τη βρήκα και στ’ αλογάκια την έχασα. Κάθε φορά που περνούσε από μπροστά μου, έγερνε το κορμί της γελώντας.
Και… να, τ’ αλογάκια γυρίζουν όλο και πιο αργά κι η ορχήστρα σταματά. Όλα σταματούν. Εγώ ορμώ στ’ άλογό της, που σταματούσε μπροστά μου, αλλά αυτή δεν ήταν πια εκεί. Πού να πήγε κι έτρεχα μέσα στη σκόνη κι έτρεχα πίσω απ’ τις σκιές και φώναζα: «Έι! Πώς σε λένε; Πες μου τ’ όνομά σου.»
Στο πανηγύρι τη βρήκα και στο πανηγύρι την έχασα. Μην πηγαίνετε ποτέ στα πανηγύρια. Εκεί, βρίσκει ο ένας τον άλλο κι έπειτα χάνονται αναζητώντας. Να, όπως εγώ τώρα δεν ξέρω τ’ όνομά της. Της φωνάζω: «Έι, Έι, Έι!!!» Ψάχνω, ψάχνω, ψάχνω παντού, μα δε θα τη βρω ποτέ, ποτέ πια… 



«Στο πανηγύρι» - Ζαν Κοκτώ





20140904

Σε κάποια σπείρα;

Το είδα και χαμογέλασα...
"Σε κάποια σπείρα;"
Δεν το άνοιξα γιατί νιώθω μία δυσκολία στη διαχείρισή τους αυτό το διάστημα. Δεν θέλω ν'απαντήσω σε τίποτα. Η Πηνελόπη μέσα μου σήκωσε τα φουστάνια της κι άρχισε να κατηφορίζει νευρικά στο λιβάδι... Κάποιος πίσω της φώναζε για τις σπείρες της και εκείνη κυνηγούσε κάτι πέτρες που έμοιαζαν με αγελάδες και πατάτες, αγνοώντας τις φωνές...
Για κάποιο πούστη λόγο, σήμερα φοράω ροζ. Ένα ροζ βρακί, ένα ροζ μπουστάκι, τα σεντόνια μου είναι ροζ και η κουβερτούλα μου επίσης. Σηκώθηκα το πρωί με το ζόρι να πάρω μία βιταμίνη και τυλίχτηκα με την κουβέρτα γιατί το δωμάτιο ήταν πάγος... Πέρασα από τον καθρέφτη -σήμερα δεν του χαμογέλασα-, ένιωσα μία ταραχή όταν είδα αυτό το ροζ μέσα στον κόκκινό μου χώρο. Με χτύπησε στο μάτι. Το ροζ δε θα έπρεπε να είναι τόσο πολύ μέσα στο κόκκινο. Μου προκάλεσε ένα μικρό μούδιασμα στο στομάχι και ξαφνικά άρχισα να παρατηρώ οτιδήποτε ροζ περνούσε άλλοτε απαρατήρητο... Στο χώρο μου υπάρχει ένας ροζ σάκος, ένα ροζ κουτάκι από τσιχλόφουσκες, κάτι ροζ παπούτσια, μία ροζ λάμπα, ένα ροζ βιβλίο, λίγο ροζ στο κουτί ενός παιγνιδιού... Πάγωσα και άρχισα να αναρωτιέμαι σε ποιο σημείο το έχασα... και τώρα;
Μεγαλώνω, όπου να'ναι λίγο ακόμα... Έβαλα λίγο νερό σε ένα πανέμορφο ποτήρι, έριξα τη βιταμίνη
μέσα και επέστρεψα στο παγωμένο δωμάτιο. Άφησα το πανέμορφο ποτήρι δίπλα στον πανέμορφο στρατό μου από βιβλία και κουκουλώθηκα στο ροζ. Απόψε είχα βάλει το κινητό μακριά και αθόρυβο. Απόψε κάποια στιγμή μέσα στο βράδυ ξύπνησα και έκατσα στην άκρη του κρεβ(β)ατιού και δεν μπορούσα να πάρω ανάσα...Δεν ξέρω τι συνέβη, αλλά ήταν σα να μην μπορούσα να  δώσω εντολή για εισπνοή.. κι ύστερα έβηχα όλο το βράδυ, σα να έχει κάτσει τόνος σκόνης στην τραχεία. Απόψε με πίεζα να κοιμηθώ. Τα διαχειρίζομαι καλύτερα τα όνειρα γαμώτο από τις  συγκρουόμενες πραγματικότητες.
Δεν πήγαινε άλλο... Πρέπει να πέρασε ακόμα μία ώρα... Ήπια το πορτοκαλί υγρό από το πανέμορφο ποτήρι και άρχισα να πατάω τα πλήκτρα lento molto...
Φίλε, μεγαλώνεις... Σε παρακαλώ, μην ξεχάσεις... Να κοιτάς ξανά και ξανά τον τοίχο σου. Και άσε το ροζ από το στομάχι να το σβήσει κάτι allegro assai και μία ακόμα βιταμίνη.