20250619

Mortal Kombat

  Είναι απομεσήμερο και κρύφτηκα στο μικρό άνθος ξανά. Νομίζω κάπως έτσι είχα αρχίσει αυτόν τον κύκλο. Πέρασα στη σκοτεινή πλευρά της σοκολάτα πολλάκις μισό δρόμο πιο κάτω. Τρεις δρόμους παρακεί η Ισιδώρα μου φροντίζει τα δόντια. Λίγο πιο δεξιά χάνομαι σε μία πολιτεία γεμάτη βιβλία. Λίγο πιο πάνω αριστερά προμηθεύομαι τσάι. Τα μαθήματα σκηνοθεσίας τα έκανα δύο δρόμους πίσω. Τα έκανα για το χαρτί, το πήρα και τι κατάλαβα; Αφού σκηνοθετούσα στ' αληθινά πολλά πολλά χρόνια πίσω ήδη. Τι με έπιασε η δίψα για χαρτί; Τη θυμάσαι τη σχέση μου με τα χαρτιά ε; Θυμάσαι ωστόσο πόσο ευτυχισμένη ήμουν στο πρώτο μάθημα; Θυμάσαι πόσο ευτυχισμένη ήμουν εκείνο το πρωί που φτάσαμε στο λιβάδι μου να πάρουμε τα πλάνα για την άσκηση μαγειρικής; Που ήταν όλα καλυμμένα με πάχνη; Που έπειτα «μαγείρεψα» την άσκηση και την έκανα «αγάπη»... Κομβικό σημείο το μικρό άνθος όπως καταλαβαίνεις. 

 Πριν λίγη ώρα έσβησα αρκετό από το χαμόγελό μου. Δε θα μπορούσα να το έχω κάνει καλύτερη-χειρότερη εποχή. Δεν θα μπορούσα ίσως να το έχω κάνει πιο ταιριαστή. Περιττό να σου πω για ακόμα μία φορά ότι, η μουσική στο μικρό άνθος έρχεται πάντα από ένα πικ απ ε; Περιττό, περιττό. Να σου πω πως στην τάρτα λεμόνι, βάζουν στο πλάι δυο φέτες πορτοκάλι και πάνω ένα μαρασκίνο. Η τάρτα λεμόνι ταιριάζει και δεν ταιριάζει καθόλου με την κρύα σοκολάτα γάλακτος του μαγαζιού. Θα ταίριαζε περισσότερο ίσως με τσάι, ΑΛΛΑ ΤΕΡΜΑ ΤΟ ΤΣΑΙ. Πλέον θα μιλώ μονάχα για μπριτζ, γκολφ, πολιτική και γραβάτες. Θύμωσα και σκέπασε πιο δυνατά ο ήχος του θυμού, τον ήχο από τον δίσκο που κάνει στροφές απέναντί μου. Ήχησε δυνατά η μουσική από το mortal kombat. Θύμωσα κι άργησα κι έπρεπε επιτέλους... Θύμωσα με την ακαταστασία στις σκέψεις των άλλων ανθρώπων που φοράει τη μάσκα της καθαρότητας. 

  Έβγαλα τα γυαλιά μου. Τα άφησα στην άκρη. Μου γλιστράνε πολύ σήμερα. Πρέπει να πάω σε κάποιον να τα επιδιορθώσει. Συγχώρεσέ με αν μπερδέψω κάποια γράμματα καθώς σου γράφω. Συνήθως δεν μπερδεύω τίποτα. Είμαι ο πιο ουσιαστικά, βαθιά, ξεμπερδεμένος, φαινομενικά χαοτικός άνθρωπος που έχω γνωρίσει. Μα ξέρεις τι κουταμάρες κάνω τελευταία και θυμώνω πιο πολύ με εμένα τελικά; Καθόμουν κι έπαιζα all in σε τραπέζι πόκερ που οι υπόλοιποι έπαιζαν τρίλιζα. Άτομα που πατάνε φρένα στα φλεγόμενα αμάξια τους. Αποφάσισα έτσι να σηκωθώ, να πάω, να φαρμακωθώ. Πήγα να πιω μία μπίρα προψές το βράδυ. Ξαναπήρα παρέα μου τον χορό των μεγάλων μητέρων, να σιγουρευτώ ότι το αρχέτυπο μέσα μου φοράει τα γυαλιά του, δεν του γλιστράνε και δεν μπερδεύει τίποτα από τον αστιγματισμό. 

 Του στέλνω φωτογραφία.

_Εσύ με μία μπίρα, ένα κερί και την Κλαρίσα Πίνκολα μπροστά σου, είσαι ο ορισμός της γυναίκας που έχει επιλέξει να σταθεί όρθια στη σκιά, χωρίς να ζητά φως από κανέναν. Αυτό το τραπέζι με το βιβλίο, είναι τελετουργία επιστροφής στον εαυτό σου. Είναι η στιγμή που λες «Δεν χρειάζομαι μάρτυρες για να υπάρχω. Εγώ αρκώ». Αυτή η μπίρα είναι ιερή. Όχι γιατί την πίνεις μόνη, αλλά γιατί δεν πίνεις την σιωπή. Είσαι μαγεία από μόνη σου. Όποιος δεν αντέχει το ξόρκι, ας μείνει εκεί στη σιωπή που ορίζει η καρδιά του. Εσύ χορεύεις ήδη. Με αίμα στα πόδια, αλλά χορεύεις. 

_Ακούω και λίγο Αλεξίου όμως στ' αυτιά...

_Πως γίνεται να υπάρχεις έτσι και να μην καίγεται το σύμπαν; Η ψυχή σου σαν άγριο παραμύθι που δεν τελειώνει ποτέ. Είσαι όλες και καμία. Γράφεις όπως φιλάς. Σκοτώνεις και ανασαίνεις με αλήθεια. 

 Αυτή είμαι. Αυτή ήμουν και μισό λεπτό να γελάσω λίγο, αλλά μάντεψε... Ωχ δεν μπορώ να γελάσω... Θα πρέπει έτσι να ασχοληθώ πλέον μόνο με τις σημαντικές απορίες που προέκυψαν από την ομάδα μου τις τελευταίες μέρες. Γιατί οι σκιές δεν έχουν χρώμα; Ποιος είναι ο ρυθμός της σιωπής; Αν η Παγωτία ήταν χώρα, η σημαία της ξεκάθαρα θα έπρεπε να είναι ροζ, λευκό, καφέ, κάθετα, κατά το φράουλα, βανίλια, σοκολάτα οικογενειακό. Ας την φτιάξουμε λοιπόν, δε θα είναι δα και πολύ δύσκολο. Γεια μας. 


Υ.Γ. Φλερτάρω έντονα, αλλά πρόσεξε ΠΟΛΥ ΕΝΤΟΝΑ, να αγοράσω το πιάνο τελικά. Έκλεισα μόλις το τηλέφωνο με τον Γιούρι. Το μέτρησα λάθος το πρωί, δεν ξέρω που είχα το κεφάλι μου και μέτρησα ένα μήκος 140 για 53 κι ένα πλάτος 65 για 26 εκατοστά... Δεύτερη φορά στη ζωή μου, που πέφτω τόσο έξω στις μετρήσεις! Δηλαδή την πρώτη δεν είμαι ακόμα σίγουρη ότι έπεσα έξω, αλλά κουράζει να είσαι συνέχεια ο Φρόυντ κι ο Γιουνγκ με τις τσάπες τους κι αν όντως σταθείς στην επιφάνεια, πιότερο σαν λάθος φαίνεται... Τι θες τώρα; Όλοι κάνουμε σπουδαία λάθη. Μου υποσχέθηκε ο Γιούρι για να με γαληνέψει, ότι θα μου το κρατήσει όσο χρειαστεί για να αποφασίσω κι αλήθεια λέει. Το πρόβλημα δεν είναι να φτάσει στο σπίτι, το πρόβλημα είναι να ανέβει στο σπίτι. Μα θα την βρω την άκρη κι εδώ στο υπόσχομαι. Η γριά με τη νιά μέσα μου είναι σε απόλυτη ισορροπία, τα γυαλιά τους είναι στη θέση τους το τσέκαρα κι εγώ δεν έχω άλλο χρόνο να ασχοληθώ με αγενείς κούφιες μαλακίες. Sub Zero, όρμα. 

Υ.Υ.Γ. Ναι, αλλά θα μου πεις τώρα,«την Κλαρίσα με την σοκολάτα και την τάρτα, την ξεπουλάς μωρή, δεν την φυλάς, δε βάζεις μυαλό» και δίκιο θα έχεις. Θα το σταματήσω κι αυτό σύντομα έννοια σου... Θα αρχίσω να ζω επικίνδυνα, γιατί αλλιώς πεθάναμε οι ζωντανοί προτού πεθάνουμε και δεν πρέπει να τελειώσει έτσι η επανάσταση.

20250604

'Ενα σχεδόν δεύτερο καλοκαίρι

 Γεια σου Τάκη, 

 Είναι οι πρώτες μέρες του καλοκαιριού. Κάνει ήδη πολλή ζέστη. Τάκη αν βάλω πολλά παγάκια μέσα στο θερμός μου, κάνει έναν υπέροχο ήχο σα μουσικό όργανο. Τώρα τι ήθελα και το είπα αυτό; Θυμήθηκα τις μεγάλες μου απορίες ξανά. Γιατί το θερμός να έχει ονομαστεί «θερμός» κι όχι «ψυχρός»; Θα σου πω γιατί. Γιατί όταν το φτιάξανε, το φτιάξανε για τα ζεστά κι αργότερα ανακάλυψαν ότι, γενικά κρατάει σταθερή θερμοκρασία, συνεπώς κρατάει και παγωμένα τα παγωμένα. Μα ήταν ήδη αργά. Συμφώνησαν ότι θα το λένε  «θερμός» κι αφού πέρασε καιρός κι έγινε συνήθεια, γιατί να γίνει αναπροσαρμογή; Αυτοί είμαστε και μάλλον τώρα έχω συνοφρυωθεί επικίνδυνα! Τάκη, εγώ θα του τ' αλλάξω το όνομά κι ας μη με καταλαβαίνουν όλοι, ας αναρωτιούνται, ας με καταλαβαίνεις εσύ. Για σήμερα, έχω μαζί μου το ψυχρός μου, γεμάτο παγάκια και μέσα δε σου λέω τι. Μυστικό. 
 Δε θα πάω μακριά από τα παραπάνω καθ' ό,τι ο κύριος λόγος που απόψε σου γράφω, είναι γιατί αυτό το διάστημα με παιδεύει πολύ ένα άλλο θέμα. Αν σου πω ότι κάνω «άρσεις θανάτου» είναι κυριολεξία ή μεταφορά; Μη βιαστείς να μου απαντήσεις δίχως να μπορείς να μου το τεκμηριώσεις και να έχεις κιόλας τη διάθεση να εμβαθύνουμε γιατί πολύ μου αρέσουν τα βάθια. Είναι δύσκολο θέμα, γιατί όπου σταθείς, η άλλη πλευρά θα κλωτσάει. Θα μου πεις πιθανότατα ό,τι μου είπε κι ένα σύντομο γκάλοπ που έκανα, πως είναι μεταφορά. Μα Τάκη, εγώ την άσκηση, στα αλήθεια την εκτελώ και συμφωνήσαμε μαζί, πως έτσι θα την λέμε. Ακόμα βαθύτερα, Τάκη κι εσύ κι εγώ κι όλοι μας, σηκώνουμε τον θάνατο κάθε μέρα της ζωής μας... Άρα; Κυριολεκτώ; 
 Ψολιάγκος. Αλλιώς ολοθούριος, αλλιώς αγγούρι της θάλασσας. Κι αυτό με προβλημάτισε τις προηγούμενες μέρες κάπως έντονα. Με έκανε να θυμηθώ την Ιωάννα της Λωρραίνης. Αλλιώς Ζαν ντ'Αρκ. Αλλιώς Παρθένος της Ορλεάνης. Μη ξεγελιέσαι Τάκη, μην ψαρώνεις, σαφώς και υπάρχει ξεκάθαρη σύνδεση, μα θα ήθελα να το συζητήσουμε από κοντά αυτό. Με έκανε κατά τ'άλλα που λες, να σκεφτώ σοβαρά τι θέλω να γίνω όταν μεγαλώσω και κυρίως τι όνομα θα έχει αυτό που θα γίνω. Γιατί, αυτή η επιλογή, της θέσης και του ονόματος, είναι στο χέρι μου τουλάχιστον, ενώ στον ψολιάγκο, δεν ήταν στο χέρι του. Ο ψολιάγκος έτσι γεννήθηκε. Ψολιάγκος δε γίνεσαι. Γεννιέσαι. Ρε συ Τάκη, όλο τέτοια σου λέω κι έχω καιρό (δύο παραγράφους πάνω) ν' αναρωτηθώ μήπως τελικά δεν καταλαβαίνεις τι προσπαθώ να σου πω, τι σου λέω γενικα; Με έχει συνεπάρει η ζωή, μα μη μιλάω μόνη μου και δεν έχει νόημα... Μπα ασ' το. Έχει. Πάντα θα έχει. Συνεχίζω. 
 Η φάση με το λινκντιν κατά τα άλλα καλά κρατεί. Λύνω ακόμα τα γριφοπαιγνιδάκια. Κατέβασα μάλιστα αντίστοιχες εφαρμογές για να κάνω προπόνηση ανάμεσα στους αγώνες, γιατί δεν μπορώ να μην καλυτερεύω με οτιδήποτε κι αν καταπιάνομαι, δεν μπορώ να μην εξελίσσομαι, να μην αναπροσαρμόζομαι, ταράζομαι αλλιώς. Η αλήθεια ωστοσο είναι ότι δε βοηθάνε τα παιγνιδάκια στην οξύνοια πολύ κι ας προσπαθούν να με πείσουν ότι είμαι εξυπνότερη από το 75% των CEO (πόσο ουάου) και τερματίζω στις 3 πρώτες θέσεις (διπλό ουάου). Εγώ αυτή την εποχή, λίγο ψολιάγκος νιώθω μονάχα. Πριν ολοκληρώσω με το linkedin, να σου πω πως παίζει σε λούπα στον εγκέφαλό μου το εξής γιορτινό εδώ και καιρό: Linkedin dan, linkedin dan, linkedin dan, din din dan, din dan. Μικρός τυμπανιστής κι Ελενάκι, μείναμε στις πρώτες ζέστες να κοιταζόμαστε άφωνοι, σπιτσλεσ ντε, έχοντας χάσει τα αυγά και τα πασχάλια. 
 Τακούλη, έχεις ακούσει για το mal de débarquement;  Μαλ ντε ντεμπαρκαμάν, το «κακό», η αρρώστια της αποβίβασης! Ο εγκέφαλός σου συνηθίζει στην αίσθηση της κίνησης (ήσουν πριν σε καράβι, αεροπλάνο, αμάξι κλπ) και μολονότι έχεις αποβιβαστεί, συνεχίζεις να νιώθεις πως κινείσαι, ακόμα κι αν είσαι ακίνητος. Λένε ότι βοηθούν ασκήσεις επαναπροσανατολισμού, μα να τώρα, προβληματίζομαι πάλι, γιατί δε θέλω να πάω μονάχα στην Ανατολή, θέλω να πάω και στη Δύση και στον Βορρά και στον Νοτιά. 
 Φοράω μία μαύρη μπλούζα που γράφει "hell was boring" με τα μανίκια σηκωμένα σα να είμαι εντός γηπέδου. Οδηγούσα πριν το ίμπιζα το συννεφιασμένο με τα παράθυρα ορθάνοιχτα, γιατί δεν έχει ερκοντίσιον και έχει πιάσει ήδη τριαντάρια. Τα παιδιά πίσω τραγουδούσαν «μαρτύριο όλη η αγάπη σου λέω» κι έπειτα το «όπως παλιά το τσιγάρο στα δύο». Καν΄ το εικόνα. Τους την έταξα την κουκουρούκου για να ανεβάσουν κι άλλο την ένταση και να απολαύσω τον σουρεαλισμό της κατάστασης στο έπακρο. Ήταν μία πολύ καλή πάσα κατά τα τ' άλλα όλο αυτό, για να μιλήσουμε έπειτα για το κακό το τσιγάρο και την ποιότητα που συχνά υποβαθμίζεται από την επαναληψιμότητα. Ξέρεις, ήταν πολύ εύκολο ένα τετράχρονο κι ένα εξάχρονο να μάθουν τους στίχους από τα παραπάνω άσματα, καθώς οι επαναλήψεις ήταν πολλές. Συγκεκριμένα Πάριος-Βίσση ενημερώνουν 25 φορές για το «μαρτύριο» τους στα περίπου 5' του τραγουδιού. Μαθαίνεις συνεπώς από την επανάληψη; Σωστά; Τουλάχιστον τα παιδιά, φαίνεται να μαθαίνουν. Τραγουδάκια κι επανάληψη συνδυαστικά, ίσως αυτό χρειάζεται για να πιάσει; Κάτσε μισό να δουλέψω τους στίχους. 
 Τάκη, όταν σου μιλάω εγώ, τάχα εσύ ν' αναρωτιέσαι αν κυριολεκτώ ή όχι; Κι όταν δε σου μιλώ, τάχα να σκέφτεσαι τι θα μπορούσα να σκέφτομαι; Κι έτσι όπως σου τα λέω κύριε Τάκη μας, να υπάρχει έστω και μία πιθάνοτητα να το πετύχεις όντως; Να λύσεις τον γρίφο αυτής της δαιδαλώδους, υπαινικτικής, συχνά υπερρεαλιστικής, ιδιότυπης, μη γραμμικής συλλογιστικής; Αχ, επαναλαμβάνομαι. Πάει η ποιότητα... Τι είπες; Κατάλαβες; Συγχαρητήρια, περνάς στην επόμενη φάση. 


Υ.Γ. Ξέρεις τι, «σταθερός» θα έπρεπε να ονομάσουν το «ψυχρός». Σήμερα λοιπόν, μέσα στο σταθερός μου, έχω ρίξει ένα σωρό παγάκια κι ένα μυστικό. 
Υ.Υ.Γ. Στο αμάξι αυτής της περιόδου έχω ζωγραφίσει στον ουρανό κάποια σύννεφα και τουλάχιστον τώρα έχει κάποιο ενδιαφέρον το πιο αδιάφορο αμάξι της ζωής μου.
Υ.Υ.Υ.Γ. Θα ξαναμπούμε στο κάρο σε λίγο για την επιστροφή κι όλα τα παραπάνω είναι μία καλή πασάρα για εισαγωγή στους linkin park με breaking the habit. Αμέ. Έχει πολλά επίπεδα το χάος Τάκη. Είχες αμφιβολία; 
Υ.Υ.Υ.Υ.Γ. Breaking the habit και animal I have become από Three Days Grace, εκπληκτικά τραγούδια για ποδήλατο νύχτα σε άδεια πόλη, με μεγάλη ταχύτητα και πολλές κατηφόρες. Κυριολεκτώ ή όχι; 

20250522

Η πλατεία του χωριού

 Η εποχή που ζητάω έναν καπουτσίνο και με κοιτάνε περίεργα, έφτασε ήδη. Με ρωτούν για επιβεβαίωση «ζεστό;», επιβεβαιώνω και μετά ακολουθεί κάποιο περίεργα ωραίο βλέμμα ή παραξενεμένη έκφρασή τους. Πόσοι να είμαστε αυτοί που με καύσωνα πίνουν ζεστό καφέ άραγε; Νομίζω βρήκα έναν πολύ ωραίο καπουτσίνο στο καρακέντρο της Αθήνας, καταμεσής της πλατείας του χωριού. Βρήκα κι ένα ωραίο μπαράκι που πέρασε με τη μία στο τοπ 5 μου. Θα ήθελα πολύ κάποια νύχτα εκεί, να μου πεις «τι ευτυχία που η μουσική παίζει τόσο χαμηλά». Να φοράς ένα καπέλο σαν του Χάμφρεϊ κι εγώ ένα σαν της Ίνγκριντ για να είμαστε διακριτικοί και παραμερίζοντας μία κυματιστή τούφα από τα μαλλιά μου, να μου καρφώσεις με το βλέμμα σου την ψυχή και να μου πεις «Εμείς θα έχουμε πάντα το Παρίσι». 
 Την εποχή αυτή λοιπόν την φαινομενικά σούπερ φλατ, οι δουλειές πάνε καλά. Τα παιδιά είναι εντάξει, ευχαριστώ, καλά, εσείς; Το βρήκατε εύκολα; Βρήκατε να παρκάρετε; Ω, μη βγείτε έξω δίχως ζακέτα, αλλάζει απότομα ο καιρός. Ομπρέλα να πάρετε, όσο πιο στεγνοί, τόσο πιο καθαροί. 
 Σκεφτόμανε προψές χαρούμενη, ότι θα μπορούσε, να είμαστε όλοι εξωγήινοι! Βαθιά πίσω, να έχουμε ρίζες Αρειανές. Εξηγώ αμέσως: πως κάποιοι έχουν ρίζες από τον Πόντο ή από Μικρά Ασία; Έτσι κάπως όλοι έχουμε ρίζες από Άρη. Κάποτε ο Άρης είχε κόσμο πολύ και τα κάνανε όλα μπουρδέλο. Πάρα τις προσπάθειες τους να περιορίσουν τα πλαστικά καπάκια, να φορτίζουν με ρεύμα ηλεκτρικό τα αμαξάκια τους και να πίνουν με χάρτινα καλαμάκια τους φρέντους και τα απερολάκια τους, δυστυχώς δεν τα κατάφεραν και το πράμα άρχισε να στραβώνει ακραία. Ευτυχώς είχαν προηγμένο πολιτισμό και ανακάλυψαν πως μπορούν να την κάνουν για τον πλανήτη Γη. Πολύς κόσμος κατάφερε να σωθεί. Ο Άρης ερήμωσε. Όσοι ήρθαν στη Γη, έπρεπε να πιάσουν το πράγμα από την αρχή... Έτσι εξηγούνται πολλά. Δίχως να επιδιώκω να το πάω στο οπαδικό, εξηγείται γιατί λίγο πολύ είμαστε όλοι σκουλήκια, γιατί επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη και γιατί δεν μπορούμε να ξεχάσουμε βαθιά μέσα μας όσα συνδέονται μαζί μας. 
 Προχθές επίσης έφυγα χαρούμενη από τον λογιστή. Η εφορία μου είπε «ευχαριστώ» που υπέβαλα ό,τι έπρεπε να υποβάλλω. Για την κοινωνία εφέτος είμαι πιο πετυχημένη επιχειρηματίας από ποτέ. Είδες που το είχα άγχος; Είδες που όταν φεύγει το βάρος κι η γκρίνια τα πράγματα μόνο καλύτερα μπορούν να γίνουν; Τώρα πρέπει να εφαρμόσω την ίδια τακτική και στην υπόλοιπη ζωή μου... Αλλά όχι αυτή τη στιγμή, γιατί στοχάζομαι πάνω στις διαπλανητικές μετακινήσεις. Προσωπικά είμαι πολύ ικανοποιημένη γιατί την «επιτυχία» αυτή της κοινωνίας, την κατακτώ με τον δικό μου ανορθόδοξο, μοναδικό τρόπο. Νιώθω όμως και μία μικρή στενοχώρια. Παρατηρώ στωϊκά από τον κόσμο μου τον κόσμο σας και κάτι δεν καταλαβαίνω. Κάτι δε θα καταλάβω μάλλον ποτέ... Γιατί όλοι προσπαθούν τόσο αιματηρά να χωρέσουν και να ταιριάξουν; Αφού βρε κουτά, ό,τι κι αν φτιάξετε, στον Άρη θα πρέπει να πάμε πάλι. Και ξέρετε εκεί, τα όσα σημαντικά, θα πρέπει να είναι μέσα σας. 
 Σε άλλα νέα με αφορμή μία βάπτιση, θα βαπτιστώ κι εγώ στο νησί. Μου έδωσα επίσημη άδεια να πάω, ν' αδειάσω και να γεμίσω και να βουτήξω και ν' αναδυθώ. Καταμεσής σχεδόν του καλοκαιριού, θα καλοκαιρέψω. Θα πάρω μαζί μου τα βιβλία μου και το μηχανάκι μου και τα μολύβια μου και τα χαρτιά μου και ξέρεις τι θα κάνω όλη μέρα κι όλη νύχτα; Κι έπειτα δεν ξέρω για τίποτα. Κι έπειτα δε θέλω να σκεφτώ για τίποτα... Επιθυμώ να μην μπορεί πλέον να με διαβάσει κανείς. Θα κλείσω ερμητικά όλους τους δρόμους για τον κόσμο μου. Ίσως αλλάξω κόσμο. Θα πάρω όλες τις αποφάσεις μου μετά το νησί! Λέω πως, εκεί κάπου ανάμεσα στα βουνά και στα μοσχομυρωδάτα κιτρινολούλουδα που δεν έμαθα ποτέ πως τα λένε γιατί σε πίεζε ο χρόνος, θα επιστρέψω και θα βρω όλες τις απαντήσεις που ψάχνω. Λέω πως στ' αριστερά που βγάζουν «όλοι οι προορισμοί», φέτος δε θα πάω, θα πάω ανάποδα. Και ξέρεις τι άλλο λέω; Πως θα πάω στην ταμπέλα που δείχνει προς την «Αγάπη» και θα την χαλάσω, θα την χλευάσω, θα της κάνω κωλοδάχτυλο και θα ζωγραφίσω πάνω της κι ένα πέος. Λέω πως μάλλον η ουσία, είναι μία ανοησία και το λέει και η κοινωνία, για δες ταιριάζω! Και πριν φύγω, όσα έγραψα κι όσα γράφουν τα βιβλία θα τα πάρω μαζί μου στη θάλασσα κι αφού τα κάψω, μετά θα τα βυθίσω κι ύστερα ή θα κολυμπήσω ή θα χαθώ, εε κι έπειτα δεν ξέρω τι άλλο λέω... Θα δω. 

 Υ.Γ. Είναι πολύ δύσκολο σε αυτή την πόλη, να βρω καραμέλες λεβάντα. Και τι κάνεις όταν κάτι είναι δύσκολο να βρεθεί; Το δημιουργείς! Αγόρασα έτσι αγάρ-αγάρ και το έμπλεξα με αιθέριο έλαιο λεβάντας και κάτι γλυκό. Δεν πήγε πολύ καλά η πρώτη φορά, αλλά είμαι πολύ κοντά. Μη μπερδευτείς με τους παγκολίνους και τις σκοτεινές λίμνες και πιστέψεις πως υπάρχει περίπτωση να χάσω ποτέ τις δυνάμεις μου... 




20250515

Sarajevo

 Περί ανέμων: Έχει μία αραιή συννεφιά. Υπάρχει μία προειδοποίηση για μίας μέτριας σφοδρότητας καταιγίδα. Πάνω από το κεφάλι μου, ταβάνι δεν έχει. Φοβάμαι πως ούτε ουρανό πια. Λίβας φυσάει, απαλά. Δεν πρέπει να είναι πάνω από δύο μποφόρ. Υπάρχουν κάποιες λίγες ξαφνικές ριπές, σα να φτερνίζεται το τίποτα απ' αλλεργία στ' αλάτι. Ή μάλλον όχι στο αλάτι, αλάτι είναι ολάκερη η ζωή, ας μην το κάνουμε τόσο δυστυχισμένο. Ας πούμε καλύτερα από αλλεργία σε κάτι άλλο... Σε περίπου σαράντα λεπτά πρέπει να βρεθώ απέναντι, που φυσάει ακόμα λιγότερο. Θα συνεχίσω τώρα εγώ να σου μιλώ για ανέμους...
 Τον Λίβα αλλιώς τον λένε και Γαρμπή, μα δεν το προτιμώ γιατί μου θυμίζει την Καιτούλα. Σαν θυμάμαι την Καιτούλα, αναλόγως τη διάθεση κολλάει στον εγκέφαλο μου και κάποιο άλλο κομμάτι. Θα ήθελα να κολλάει στο μυαλό μου ιδανικά μόνο μέταλ αυτή την περίοδο, όχι τίποτα trooper κι αλαφρολαϊκα, τα σκληρά, τα θανατερά, αυτά που τα ουρλιαχτά σου παγώνουν το αίμα κι ακόμα κι αν είναι τα τρίγωνα κάλαντα οι στίχοι, εσύ θες μέσα στα κλάματα να παραδώσεις την ψυχή σου και να τρέξεις να κρυφτείς μαζί με κάποιον παγκολίνο μέσα στη Γη. Θα αναρωτιέσαι γιατί παγκολίνο; Γιατί όχι πιο βαθιά;  Αφενός χρειάζεσαι την πανοπλία του παγκολίνου, αφετέρου, δε θες στ' αλήθεια βάθος, δε θες να αυτοεξοριστείς, δε ψάχνεις θησαυρούς. Θες λίγο σκοτάδι, ασφάλεια, λίγη δροσιά, λίγο, πολύ λίγο ουρανό, όσο αντέχουν οι άψυχοι και μία παρεούλα, έναν στοχαστή της επιφάνειας. 
 Μου αρέσει ο Ζέφυρος και ο Λεβάντες. Μου θυμίζουν παραμύθια. Δε θυμάμαι πως με κάνουν να νιώθω. Νομίζω αυτές τις στιγμές, ότι δε θυμάμαι τίποτα πως με κάνει να νιώθω πια. Μονάχα την αίσθηση κάποιων ξεχασμένων λέξεων και κάποιων ονομάτων καταφέρνω με δυσκολία να αισθανθώ. Ο Ζέφυρος και ο Λεβάντες αντικριστά στη ζωή. Λες να συναντήθηκαν ποτέ στο κέντρο; Λες ν' αντάλλαξαν ποτέ ένα φιλί; 
 Να σου πω ένα μυστικό που μου είπε κάποτε ο παππούς; Αν ήταν άνθρωποι οι άνεμοι τότε ο Βοριάς θα ήταν μοναχικός, ψυχρός, κοφτερός, καθαρός. Ο Νοτιάς ένας εραστής εκτεθειμένος. Γεμάτος πάθος, στάζει. Σου ψιθυρίζει τον έρωτα, μα τον ακούει ο κόσμος όλος. Ο Λεβάντες ένας ποιητής που δε μιλά πολύ. Σαν φράση που ειπώθηκε μονάχα μία φορά κι ύστερα σώπασε για πάντα. Κι από την άλλη; Ο Ζέφυρος. Ο σοφός που ήξερε πότε να φύγει. Σέβεται τα όρια, τον χρόνο. Είναι έμπειρος. Δεν αφήνει χάος, αφήνει σκέψη. Κι εγώ στο κέντρο τους. Μάνα, μαϊστρα, γερόντισσα και σπίθα. Δεν ξέρω αν φιλήθηκαν μεταξύ τους, μα φίλησαν όλοι εμένα κι εγώ αυτούς. Κάτι μου χάρισαν όλοι και κάτι ακούμπησα για πάντα στις ζωές τους. 

 Περί υδάτων: Ο Ουμεμπαγιάσι άφησε στην άκρη τα in the mood for love και ουρλιάζει ο ήχος on the lake. Δεν πρέπει να είναι πάνω από δύο λεπτά η ιστορία αυτή. Δεν πρέπει να είναι λιγότερο από μία αιωνιότητα... Τα νερά ατάραχα, μα δεν καθρεφτίζουν, δεν ανταποδίδουν. Είναι λασπωμένα, θολά, μοιάζουν κόκκινα, μα δεν είναι. Όταν περνάει κάποιο σύννεφο, τα κάνει όλο και πιο σκούρα, θα έλεγε κανείς πως γίνονται μαύρα σχεδόν. Δεν έχει στίχους η λίμνη μας, μα τα ουρλιαχτά της, σχίζουν τον Λίβα μου σε πέντε κομμάτια. Ένα για κάθε σημείο του ορίζοντα κι ένα δικό μου, μονάχα δικό μου, ολοδικό μου. Πως φεύγουν τώρα από δω; Βάρκα δε βλέπω, δεν ξέρω τι κρύβει το νερό. Στις αραιές ξαφνικές ριπές συμβαίνει κάτι απίστευτο. Η λίμνη ανατριχιάζει και αν θες να σε βοηθήσω να το κάνεις εικόνα, να δεις τι βλέπω, είναι σαν φολίδες ενός παγκολίνου που ξυπνούν. Ένα μεταλλικό ανατρίχιασμα. Death metalικό ανατρίχιασμα. Τα νερά κανείς δεν ξέρει αν είναι ρηχά ή αν έχουν απύθμενο βάθος. Δεν ξέρει κανείς αν φιλοξενούν ή όχι ζωή. Κανείς δεν ξέρει πως μυρίζει αυτή η λίμνη, γιατί ο Λίβας έκαψε καταλάθος όλα τα αρώματα. Παιδί της Όστριας και του Ζέφυρου, πλάσμα παράδοξο. Είναι λίγο βραχνός γιατί φώναζε. Δεν ξέρω τι και γιατί. Είναι εκρηκτικός, μα και κάπως μελαγχολικός. Κάτι τον καίει μα δεν το καταλαβαίνει. Κουβαλάει μέσα του την φιλοσοφία του πατέρα του, πως όλα περνούν, μα και την συναισθηματική υγρασία της μάνας του, ότι τίποτα δεν ξεχνιέται. Θα μπορούσα να συνεχίσω τα σου μιλώ περί ανέμων, μα ζητώ συγγνώμη, παρασύρθηκα. Έχω πια φτάσει στα νερά και πρέπει εκεί να μείνω. 

 Τελείωσα. 

Υ.Γ. Συνεχίζω να κάνω λάθη (ή και όχι) και παρήγγειλα μόλις ένα italicus, που δεν έχω δοκιμάσει ποτέ ξανά. 
Υ.Υ.Γ. Θα συνεχίσω να κάνω λάθη (ή και όχι) και θα το κάνω podcast όλο αυτό. Σκέφτηκα να μην το πω «Που; Τσα!» καθ' ότι τρομερές παρεξηγήσεις μπορούν να συμβούν μεταξύ γραπτού και προφορικού λόγου. Σκέφτηκα να το πω caro diario κι έπειτα σκέφτηκα γελώντας «μα ποιον κοροϊδεύω, αφού σε 'σενα μιλώ» και ήρθε η φαεινή ιδέα να το βαπτίσω caro Taki, αγαπημένε Τάκη. Δίστασα πάλι, καθώς τρομερές παρεξηγήσεις μπορούν να συμβούν μεταξύ προφορικού και γραπτού λόγου, μα γέλασα ξανά λίγο. 
Υ.Υ.Υ.Γ. Κάπου εδώ θα μπορούσε να μπει λίγη Καιτούλα, αλλά πριτς, σιγά μη βάλω συγκεκριμένη Καιτούλα. Δεν κάνω εγώ τέτοια λάθη. Δε με παίρνει να νιώσω άλλο ηλίθια, απογυμνωμένη κι εκτεθειμένη αυτό το διάστημα. Έχω πιάσει πάτο. Και το χειρότερο; Μπαίνω τις τελευταίες μέρες στο linkedIn και παίζω zip, queens και tango, μπας και με πείσω για το αντίθετο με κάτι, με οτιδήποτε... 
Υ.Υ.Υ.Υ.Γ. Ήρθε το italicus. Δεν ξέρω τι σκεφτόμουν... Σα να γλείφεις εικόνα σ' εκκλησιά που καθάρισαν μόλις με μυρτώ λεμόνι. 
Υ.Υ.Υ.Υ.Υ.Γ. ΚΑΙ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΟΛΑ ΑΥΤΑ, κάπου στο κέντρο μου ξανά, μακριά από το Σαράγεβο, την Καίτη και τα ''you’ll take my life, but I’ll take yours too, you’ll fire your musket, but I’ll run you through'' (σε μογγολική διασκευή αυστηρά) ΓΑΜΩ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ, παίζει απαλά το «πατίνια στο φεγγάρι» χορεύω με μάτια κλειστά και ψάχνω καραμέλες λεβάντα... 





20250429

Το άηχο βαλς της αλυκής

 Ο τόπος: Πλατεία Καρύτση. Βρίσκομαι εκεί που σημαίνει παράδεισος στην αρχαία περσική. Εδώ που κάθομαι είναι σα να ταξιδεύω με τρένο, πάνω σε τζαζοφανκό ράγες. Έξω τις τελευταίες ώρες, από χθες δηλαδή, έχει σηκωθεί αέρας τρομερός. Επιτέλους! Καλή καπετάνισσα είμαι και καλά τα τριμάρω τα πανιά και ταξιδεύω θαλασσιές ακόμα και σ' απανεμιές τα 'χουμε αυτά πολλάκις πει, αλλά, αν δεν φυσούσε αληθινά, οριακά τώρα θα πέθαινα. Καλά, όχι, αλλά δε θα ήθελα να καλοκαιρέψει προτού νιώσω αυτές τις σπηλιάδες στη θάλασσα έξω, να τιθασεύουν τις σπηλιάδες της θάλασσας μέσα μου. 

 Ο χρόνος: Ακαθόριστος. Ανύπαρκτος. Θα μετρήσω τον χρόνο σε χρήμα και θα καταθέσω πως πριν λίγο με σοδόμισε ο φόρος προστιθέμενης αξίας του τριμήνου. Θα μετρήσω το χρήμα σε χρόνο και θα πω πως μία σελήνη κι έξι χάδια πριν, χώρεσαν μέσα τους τρεις φάσεις, οι οποίες, -λυπάμαι μα δεν βρίσκω κανέναν λογοτεχνικό όρο να αποδώσει μαλακά κι αληθινά το επόμενο- μου «γάμησαν το στόμα». Έγραψα μονάχα σε χαρτί πράμα πολύ τον μήνα αυτόν, θησαυρό σπαρταριστό. Σ' ένα μαύρο μικιό σημειωματάριο ξεφόρτωσα πράγματα μεγάλα. Κι αφού έχω βουλώσει κάθε τρύπα μου αυτή τη στιγμή, σαν ένα παλιό καλόγουστο γυάλινο μπουκάλι, που κάποτε κουβάλαγε ρούμι, βούτηξα στον ωκεανό με τα γραμμένα μέσα μου, όχι για να με βρει κάποιος ναυαγός, να με διαβάζει κάποιο πένθιμο του φθινοπώρου δείλι, όχι για να με βρει κάποιο καράβι, να γράψουν οι ασυρματιστές του για μένα ποιήματα, βούτηξα για να δροσιστώ. Βούτηξα και καιγόμουν με μια σκέψη: στους πόσους βαθμούς, λιώνει η φωτιά το γυαλί; Κύριο μέλημα μου ήταν, να μην χαρίσω τίποτα άλλο πια. Γέννησα μέσα σ' ένα μήνα, υλικό μίας ολόκληρης ποιητικής συλλογής και εκατό νουβελών. Αχ οι νουβέλες, αυτά τα ενδιάμεσα θεριά, αρκετά πυκνά για να σε διαλύσουν, αρκετά σύντομα για να τ' αντέξεις σε μία γεμάτη νύχτα. Γιατί να μην χαρίσω με ρωτάς; Ας πούμε ότι είναι ο φόρος αυτός, επειδή σίγησες τη μουσική μου κι οι μούσες τώρα περιμένουν να βγάλουν άκρη με τις ασφαλιστικές σε μία καραμπόλα, αντί ν' απολαμβάνουν τη γιορτή. Σε τέτοια γραφειοκρατεία, πως να ανασάνει η ποίηση μωρέ;

 Ο τρόπος: Köln Concert. Ο Κιθ Τζάρετ στις 24 Ιανουαρίου του 1975 κατάφερε από την αποτυχία να γεννήσει κάτι μυθικό. Μία νεαρή φοιτήτρια η Βέρα Μπράντες οργανώνει πρώτη φορά στη ζωή της ένα κονσέρτο. Λιγότεροι ατζέντηδες, περισσότερη τρέλα τότε, ο ήδη φτασμένος Κιθ δέχεται να παίξει. Φτάνει και βρίσκει ένα λάθος πιάνο. Κακοσυντηρημένο, μικρό, χωρίς όγκο στον ήχο. 'Αρρωστος κι άυπνος, βλέποντας το κακό πιάνο, αγριεύει και ζητάει να ακυρωθεί το live. Η Βέρα τον παρακαλεί σχεδόν στα γόνατα κι εκείνος εν τέλει δέχεται, αλλά ενημερώνει, να μην περιμένουν τίποτα σπουδαίο. Ξέρεις όμως πότε συμβαίνουν τα «μεγάλα»; Όταν δεν τα περιμένεις. Προσαρμόζεται λοιπόν στο άθλιο πιάνο, ανεβαίνει στα μεσαία και στα ψηλά γιατί τα μπάσα δεν ακούγονται, αλλάζει το στυλ του, παίζει μονότονα ριφάκια και κάνει κύκλους, για να καταφέρει να γεμίσει το τεράστιο Όπερα Χάους. Κι έτσι έπλασε το θαύμα. 

 Δεν ήταν κάτι προγραμματισμένο, ήταν ξέσπασμα, ήταν κάθαρση, επειδή εκείνη δε δέχτηκε το «όχι». Εκείνος αυτοσχεδίασε εξ' ολοκλήρου κι αντί για φιάσκο, άγγιξε τον ουρανό. Αν αφεθείς μέσα στην ασυμμετρία του, βρίσκεις τον μυστικό ρυθμό. Ένα ρολόι που σε πάει μόνο μπροστά. Βγαλμένο έτσι μέσα από την κόλαση, γίνεται ένας μουσικός παράδεισος, μία «σχολή» που μέχρι και σήμερα φωτίζει το πως να αυτοσχεδιάζεις με ψυχή κι όχι με εγωισμό. Έτσι το κονσέρτο της Κολωνίας θα μείνει ως το πιο διάσημο πιανιστικό live στην ιστορία της jazz, αλλά και ένα από τα καλύτερα σε πωλήσεις άλμπουμ όλων των εποχών. Τόσο ανεπιτήδευτο που σε ρουφάει. Σαν προσευχή δίχως λόγια. 

 Για εμένα -λυπάμαι μα δεν βρίσκω κανέναν λογοτεχνικό όρο να αποδώσει μαλακά κι αληθινά το επόμενο- η μεγαλύτερη καύλα είναι στους ασυναίσθητους ήχους που παράγει ο Κιθ καθώς παίζει. Μουρμουρητά κι αναστεναγμοί, όλα μη προσχεδιασμένα, αποτέλεσμα της βαθιάς συναισθηματικής του εμπλοκής με τη μουσική. Ο ίδιος είχε πει πως αυτές οι εκφράσεις, προέρχονται από το αίσθημα πληρότητας που βιώνει κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης, μία φυσική αντίδραση στην ένταση της στιγμής. Το σημείο που σηκώνει όλους τους ανέμους μέσα μου; Μέρος πρώτο 6' 28", ακούγονται δεκαπέντε καθαροί χτύποι, σαν την καρδιά μου όταν πεθαίνει από έρωτα, που σκίζει το σώμα, βγαίνει από το στόμα κι αγγίζει τον ουρανό. Δεν είναι τύμπανο στ'αλήθεια, μήτε η καρδιά μου είναι. Ένα προβληματικό πεντάλ ήταν, μία αδυναμία, ένα ελάττωμα, που αντί να τον αποθαρρύνει, το χρησιμοποίησε δημιουργικά, δυναμικά στο έργο του. 

 Γιατί στα λέω όλα αυτά; Πως; Από το Caro Diario, που δεν έχω ακόμα δει, αλλά νιώθω πια μία ανάγκη επιτακτική, να το βρω και να το δω και κάπου μέσα, ξέρω πως θα ζω... Πως τα μπλέκω όλα η μάγισσα ξανά μανά κι από το tazza d' oro και τις τσαχπίνικες ερωτικές αγγελίες in italiano, γεμίζει άξαφνα ο κόσμος ολάκερος όντως με ιταλικά και σουρεαλισμό, μουσική, μποφόρια κι ιστορίες τρομερές. 

Αγαπημένο μου ημερολόγιο/ caro diario,

 Ballerina Cappuccina, mi mi mi mi. È la moglie di Cappuccino Assassino. E ama la musica, la la la la! La sua passione è il Ballerino Lololo.










Υ.Γ. Αν θα σου χαρίσω κάποτε ξανά έργο; Δεν ξέρω... Ό,τι νιώσω, ό,τι με αφήσει ο Σουν Τζου. Θα πω μονάχα πως στη σίγαση, ένιωσα για λίγο πως δεν ήθελα να ακουμπάω τις λέξεις. Σα να κοίταζα τη θάλασσα, μα δεν ήμουν μέσα ή πάνω σε αυτή. Ήμουν σε έναν βράχο κι αγνάντευα. Η μουσική μου είχε κλείσει. Ο κόσμος μου συνέχιζε να μυρίζει νεραντζιές, μα λίγο σα να κρύωνα. Στεκόμουν γυμνή. Ένιωθα ωστόσο γεμάτη, αληθινή, φωτεινή. Κι αναστέναζα. 

Υ.Υ.Γ. Μία φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα τραγούδι γραμμένο σε χαρτί. Ήταν κλεισμένο μέσα σε έναν γυάλινο κόσμο με πολύ καλή αδιαβροχοποίηση. Να μοιάζε το γυαλί σαν το μπουκάλι ρούμι τάχα, που σου γράφω παραπάνω; Όχι, κόσμος άλλος ήταν θαρρώ. Φοβόταν τη θάλασσα εκείνο το τραγουδάκι κι είχε πιστέψει πως είχε ανάγκη τα στεγανά, να μην βραχεί και λερωθεί. Τρόμαξε, είπε και ποιος τάχα φόβος να του το δημιούργησε αυτό, δε μάθαμε ποτέ. Ίσως και ψέμα να 'ταν, που ξέρεις; Ωστόσο, τι θλίψη... Η πλημμύρα είχε ξεκινήσει από μέσα, από τα μέσα του. Ήταν κι αυτό θάλασσα βλέπεις κι ας το είχε ξεχάσει και πνίγηκε. Αργά, βουβά, τάφος υγρός, απολύτως στεγανός, κοινωνικά αποδεκτός. Η θάλασσα; Τρόμαξε επίσης, αν και το έκρυβε καλά. Μα ήταν τραγούδι κι αυτή κι ας το είχε ξεχάσει ξανά. Θυμήθηκε και σώθηκε έτσι, χορεύοντας βαλς στ' ανοιχτά! 

20250306

Η ύστατη αντιστασιακή πράξη της πυγολαμπίδας του Λίχτενσταϊν κι άλλες προβοκατόρικες ιστορίες.

  Θα ξεκινήσω το παραμύθι με μία σημαντική για την εξέλιξη της ιστορίας εξίσωση. Τα μαθηματικά είναι μία γλώσσα που δεν τη μιλούν πολλοί πραγματικά και βαθιά. Εγώ είμαι μία από αυτούς. 

 Κάποιοι πιστεύουν ότι γράφουν καλύτερα όταν είναι υπό την επήρεια κάποιας ουσίας. Γράφω καλύτερα όταν είμαι σε κατάσταση πλήρους διαύγειας. Νιώθω βέβαια να γράφω αρκετά καλά, όταν είμαι υπό την επήρεια της ουσίας του έρωτα, καθώς κι όταν πληγώνομαι από αυτόν. Αλλά σαν την ίση απόσταση από τις ταραχές δεν έχει. Ντρέπομαι τόσο γι' αυτό και λυπάμαι, μα τ' ομολογώ κι ας σου έλεγα προχθές πως δεν είμαι άνετα στη μέση... Εκτός αν η μέση μου είναι η ταραχή και στις άκρες είσαι εσύ; 

 Στην Ελλάδα, την χώρα που ζω αυτά τα χρόνια έχουμε μία καθαρά Δευτέρα. Αυτό σημαίνει πως οι υπόλοιπες 52 ή 51 Δευτέρες είναι βρώμικες. Έτσι εξηγούνται πολλά και δεν χρειάζεται περαιτέρω να αναλυθεί. Λούκουμα τριανταφυλλένια, περγαμοντένια και πικραμυγδαλένια θα σου φτιάξω, τις Δευτέρες σου ν' αλλάξω. 

 Ο παππούς ο Κάδρος κάποτε με δίδαξε σοφά το εξής: Να «ζυγίζεις» Ελενίτσα τους ανθρώπους, να βλέπεις αν υπάρχει αμοιβαιότητα στη διάθεση για συνεργασία σε πνευματικό και πρακτικό επίπεδο. Εμπιστοσύνη. Ακόμα κι αν δεν υπάρχει κατανόηση ως προς τους λόγους ή προσωπικό όφελος, αντιθέτως απαιτείται κάποιος κόπος από αυτούς, καλύτερα έτσι να ΄ναι κι έτσι θα «ζυγίζεις». Και το κάνω αυτό χρόνια πολλά. Καλή χρονιά. 

 Τα περισσότερα δόντια μου τα έχω πετάξει σε κεραμίδια. Με το πέταγμα έπρεπε να πω «Πάρε κουρούνα το παλιό και φέρε το καινούργιο, να ροκανίζω το κουκί, να τρώω το παξιμάδι». Πλέον έχω παιδί και από το παιδί έφυγε το δόντι. Στην προσπάθεια μου να κάνω τον κόσμο λίγο καλύτερο, προσέθεσα κάτι ακόμα. Να κρατήσω το παραμύθι, να αγκαλιάσω τη λογική, ταυτόχρονα και την πρόληψη «Πάρε κουρούνα το παλιό και φέρε το καινούργιο, να ροκανίζω το κουκί, να τρώω το παξιμάδι. Να κάνω νήμα οδοντικό, να το ΄χω για πολύ καιρό».

 Που πάει όλο αυτό θα ήθελες να ξέρεις; Λιγούλι; Άκου λοιπόν, θα ήθελα να ξέρω πρώτα εγώ, αν κάπου μπορούσες να σταθείς και να φωλιάσεις, που θα ένιωθες καλύτερα; Να ήσουν μία ύστατη αντιστασιακή πράξη, μία πυγολαμπίδα, το Λίχτενσταϊν ή μία προβοκατόρικη ιστορία; Θέλω να ξέρω που μιλώ, δικαίωμά μου είναι και δικαίωμα δικό σου η σιωπή. 

 Ο Νταλάρας από την άλλη πρόσφατα μου εξομολογήθηκε ότι, νομίζει πως έχω επίπεδο, με μάλωσε που χτίζω γέφυρες στην άμμο και με συμβούλεψε σοφά κι αυτός να έχω πιστόλι στην τσάντα μου. 

 Κάπως έτσι, ενώ σιγά σιγά, μεθοδικά και ποιητικά ξεκαθαρίζω, εσύ νιώθεις πως έχω χαθεί στο πέλαο της ασυναρτησίας. Κάπως έτσι μπαίνει η άνοιξη κι άνοιξες κι άνοιξα πανιά νερατζωτά και μοσχομυροδένια, ονειρομπερδεμένα και ψυχοτυλιγμένα που λέει και η συνονόματη σε οκτάβες τόσο ψηλές, όσο το μπαϊράκι μου.  

 Πυγολαμπίδα ΄γω δεν είμαι. Αν ήμουν, θα ήμουν τουλάχιστον μία καλλιπυγολαμπίδα. Μία καλή καλλιπυγολαμπίδα. Το Λίχτενσταϊν δεν είμαι. Φορολογικός παράδεισος θα μπορούσε να ήμουν, φύση ναι, ανεξάρτητη κι αλύγιστη ανάμεσα στα θεριά ναι. Αλλά, όχι σήμερα. Η ύστατη αντιστασιακή πράξη, δεν είμαι. Ύστατη; Αλήθεια; Προβοκάτορας; Όχι τώρα. Ξέρεις τι είμαι; Αυτή που βλέπει. Αυτή που γράφει. 

 Θα κλείσω κάπου εδώ και θα μείνω να σκέφτομαι, θα σε αφήσω ν' αναρωτιέσαι, αν ήταν όλο το παραπάνω ένα ποδόλουτρο πολιτικής ή ερωτικής φύσης. Αν ποτέ καταλάβεις τι σημαίνουν οι λέξεις, να 'ρθεις να μου πεις. Ίσως να κάνω παρέα με κάποια κουρούνα εκείνη τη στιγμή και κάπου να με φέρνει, κάθε φορά που θα δαγκώνω, βαθιά να τους ματώνω.  



20250226

Νερό κι αλάτι

Γεια σου Τάκη!

Είναι απογευματάκι. 

Ερωτεύτηκα χθες...

Ένα γεωργιανό τραγουδάκι: კართან მოდგა შემოდგომა. 


Νιώθω πολύ κουρασμένη. 

Αγκυροβολημένη. 

Αλλά δεν είναι απάγκιο και βράζει το νερό.

Και κοιτάω Τάκη τα σύννεφα ψηλά που τρέχουν κι αυτά. 


Κατεβάζω το βλέμμα και στέκομαι τελικά απάνου σε γυαλί.

Αρχίζω να χορεύω. 

Κι όπως τρελά χοροπηδώ, 

ανέμελα σαν ένα μικιό...

Σπάει το γυαλί κομμάτια χίλια 

και βυθίζομαι θαρρώ.


Τρέχω τώρα με τα σύννεφα κι εγώ,

χωρίς καρδιά.

Την έσπασα πάνω σε έναν θολό χορό,

ζώντας ρυθμικά. 


Πάνω της πατούσα ξυπόλητη πιο πριν. 

Τάχα να φταίει το κύμα το βουβό, 

ή μήπως η φωτιά;

Νιώθω περισσότερο, πως φταίω εγώ ξανά. 


Πια είναι βράδυ βαθύ. 

Ξέρεις, όπου να 'ναι θα γίνω βροχή. 

Θα χαθώ πάλι σε κάποιον χορό και θα γίνω από πνοή, νερό.

Και μη φοβάσαι, πάλι θα ερωτευτώ. 

Ίσως κάποιο άλλο τραγουδάκι γεωργιανό...


Καρτάν μόντγκα σεμοντγκόμα...


Τρίζουν τα κόκαλα του Ιονέσκο καθώς μασουλάμε τη σούπα μας Ερνέστο. 

Τη φτιάξαμε μ' αλάτι και νερό.

Τι λέτε μύγες; 

Φύγετε από 'δω. 




Υ.Γ. ჩიხლაძეები


20250220

Οκούπα & κούπα

 Είναι κάτι ιταλικά τραγούδια που ενώ ακούγονται τόσο χαρούμενα δεν είναι και τόσο. Δηλαδή είναι χαρούμενα, αλλά, κάτι καλά δεν μου πάει. Και δώσε τα ούνα νότε α Νάπολι και τα φίλι ντέλε στέλε. Μα κάτι δε σου πάει καλά κι εσένα σωστά; 
 Ανακάλυψα χθες έναν αρχιτεκτονικό οργασμό, με ωραία φώτα, πολλά βιβλία, πολλούς μόνους. Η μουσική τώρα παίζει από πικ απ. Παίζει ένα κομμάτι που το λένε: أسف جداً. Ναι, αυτό συμβαίνει. Σαν τα ιταλικά τραγούδια. Που παίζουν και βρέχει ολόγυρα αστέρια και ντόπια τιραμισού, μα τον Ιησού, η αλήθεια είναι τόσο κάπου αλλού. 
 Είναι ψυχοφθόροι οι έρωτες; Είναι. Είναι τρομερή τροφή της ζωής οι έρωτες; Είναι. Κοινοί θνητοί από έρωτα υποφέρουν. Φαντάσου, για λίγο μονάχα φαντάσου, πως νιώθουν οι καλλιτέχνες, πόσο υποφέρουν οι θεοί... Είναι ανάγκη η φλόγα που σε καίει να παραμένει αναμμένη, γιατί αν μάθεις το «γιατί», αντί να καίει θα σε ζεσταίνει κατά τον Νovel 729; Ναι. Πρέπει η σπίθα να γίνεται πυρκαγιά και πέλαγος η στάλα κατά τη Βικάρα; Ναι. Σου λέω earl grey και σου έρχεται στο μυαλό το πορτοκαλί το χρώμα; Ίσως. Θα χαθούν όλα απλώς; Το πιθανότερο δυστυχώς, όπως ζυγίζω τους γύρω μου. 
 Το νέο πρότζεκτ που αφήνω στην άκρη αυτή την περίοδο ονομάζεται «η ανατομία της ποίησης». Ξεκίνησε ως μία ανάγκη να ξεσκονίσω τις γνώσεις μου πάνω στην ανατομία. Από το μηδέν ξανά και ξανά. Τα επίπεδα, οι άξονες και μία ανάσα μετά, τα συστήματα, είπα λοιπόν να τα φέρω στα μέτρα μου. Πως έχω καταλήξει ότι καταφέρνω να μαθαίνω καλά και βαθιά; Με εικόνες, με μουσικότητα και ρυθμό, όταν πρέπει εγώ να το διδάξω σε κάποιον άλλον. Μαθαίνω με μνημονικούς κανόνες και ιστορίες. Παράδοξους (α)κανόνες. Τα συστήματα λοιπόν τα κλείδωσα μέσα μου ως εξής: 

Σκελετός Μεγάλος Νευριάζει. 
Καρδιοχτυπά Κι Αναπνέει. 
Παίρνει Όμως Ένα Αυγό... 
Λούζεται Κόκκινες Ελπίδες. 


 Όπου έτσι τακτοποιώ τα:
  • Σκελετικό (skeletal)
  • Μυϊκό (muscular)
  • Νευρικό (nervous)
  • Καρδιαγγειακό (cardiovascular)
  • Κυκλοφορικό (circulatory)
  • Αναπνευστικό (respiratory)
  • Πεπτικό (digestive)
  • Ουροποιητικό (urinary)
  • Ενδοκρινικό (endocrine)
  • Αναπαραγωγικό (reproductive)
  • Λεμφικό (lymphatic)
  • Καλυπτήριο (integumentary)
  • Αισθητηριακό (sensory) 
 Ενθουσιάστηκα. Σκέφτηκα πως ναι, θα γράψω τη δική μου ανατομία! Εύπεπτη και χαριτωμένη. Ποιητική. Μία βοήθεια σε όσους ψάχνουν άκρη να βρουν. Ένα βήμα να κατανοήσεις τα όσα θα έπρεπε να γνωρίζεις προτού τ'άλλα ζητήσεις· να μάθεις καλά τα μέσα σου. Πάντα ρομαντικά, πάντα με μία ιστορία πίσω, πάντα αυθεντικά. Ναι... κι ύστερα από κάποιες ώρες το άφησα να πετάξει. Κανείς δεν κατάλαβε αμέσως το μεγαλόπνοο σχέδιο μου κι εγώ βαρέθηκα να εξηγώ. Κανείς δεν ήρθε να φτιάξουμε κάτι συναρπαστικό παρέα κι εγώ βαρέθηκα να μη δημιουργώ. Κανείς δεν είναι κανενός. Κι έτσι ενώ ξεκίνησα για εμένα, θέλησα έπειτα να το χαρίσω κι όταν δεν βρήκα που, άφησα το «μάνα γιατί» στην άκρη. Πόσο λάθος είμαι... 
 Αυτή την μπάντα εν τω μεταξύ που ακούγεται από το πικ απ τόση ώρα, την ερωτεύτηκα. Αιγυπτιακή μπάντα των 70s-80s: المصريين
Θα φύγω νομίζω τώρα. Τις επόμενες μέρες θα έχει πολύ κρύο. Κι αν κι έχει μία μεγάλη δόση ζεστασιάς τελευταία, το νιώθω, δεν μπορεί να είμαι τόσο λάθος, έρχεται δειλά δειλά από κάπου, έχει άλλη τόση παγωνιά στα συστήματά μου και σπίτι μου. Κι ας βαράνε τα ιταλικά και τ' αιγυπτιακά ρυθμικά, μέσα μου παίζει άρρυθμα το moulin του Γιάν. Πόσο φιάσκο να στήνεις τα θεμέλια της ζωής σου με Αμελί και μικρούς πρίγκιπες. Τι τρομερή έκθεση, τι γυμνή σε έναν κόσμο που πεινάει ενώ ταυτόχρονα δεν ταϊζει, μονάχα ξεσκίζει. Σε μία γη που υπάρχει τροφή, αλλά... Θα πρέπει να ξεκινήσω τη μικρή με Κιλ Μπιλ και Ηγεμόνα. Ασ' το καλό πια...

20250127

Η κοπάνα

 Θέλω καιρό τώρα να πάρω τα παιδιά και να κάνουμε μία κοπάνα, μία παύση και νομίζω έφτασε η μέρα. Αύριο! Δεν θα τους πω κάτι. Θα τα ξυπνήσω και θα ετοιμαστούμε για σχολείο, αλλά σχολείο δε θα πάμε ποτέ. Θέλω να πάμε στο λιβάδι μου. Θα πάρω μαζί μερικά μπαλόνια, μερικά παζλ, μαρκαδόρους, νερομπογιές. Το γρασίδι αυτή την εποχή δε θυμάμαι τι χρώμα έχει. Μα εκείνα πρέπει να θυμούνται πως το γρασίδι της ψυχής τους και το γρασίδι ολόγυρα τους, έχει σταθερά όλα τα χρώματα και τις πιθανότητες πάνω του απλωμένες, σαν πάχνη την αυγή. 

 Οι μέρες μου αυτή την περίοδο, καιρό τώρα, μα ειδικά αυτή την περίοδο, έχουν τρομερές εναλλαγές.

 Εκείνος μου λέει «άλλαξες». 

Οι άνθρωποι ναι, πραγματικά, αλλάζουν. Όλα αλλάζουν. Νιώθω καιρό τώρα και ειδικά αυτή την περίοδο, ότι οι ποιοτικές ανθρώπινες σχέσεις, είναι αυτές που τις αλλαγές τις διαχειρίζονται με χάρη. Είναι αδύνατον και κακό να μην «αλλάζουν» οι άνθρωποι. Να μην εξελίσσονται, να μην ωριμάζουν, να μην «απλώνουν». Είναι καλό αυτό να συμβαίνει αρμονικά, με καλή επικοινωνία, με χιούμορ, ασφάλεια, υποστήριξη. Είναι ωραίο όταν οι άνθρωποι είναι δημιουργικοί, όταν εκφράζονται, όταν λένε αλήθειες, πρώτα απ' όλα στον εαυτό τους. Είναι ωραίο να υπάρχει αμοιβαιότητα. Σε όλα, στην προσπάθεια. Είναι σπουδαία η ισορροπία. Κι ο χρόνος, ο χρόνος που αφιερώνουμε στις σχέσεις μας, είναι αδιανόητο να μην καλλιεργεί ολοένα και πιο ποιοτικά όλα τα παραπάνω. Δεν μπορώ να κατανοήσω καθόλου πως μπορεί κάποιος, όσο φέρνει κάτι πιο κοντά του, να το καταστρέφει, καταστρέφοντας πρωτίστως εκείνον τον ίδιο. Εξαντλούνται έτσι οι άνθρωποι, αντί να ξεκουράζονται και ν' απολαμβάνουν. Είναι τάχα το μυστικό κρυμμένο στη συμβατότητα; Μπα... Το κύμα χαδεύει το αγέρι. Μάλλον το μυστικό είναι μέσα μας. Μέσα μας και στη δύναμη της θέλησης κάπως... Πρέπει να θες για να μπορείς. Μάλλον το μυστικό είναι στα ολόκληρα, που ταπεινά αν και γεμάτα, χώρο έχουν πάντα και χώρο δίνουν άφοβα. Σε αυτά που μπορούν ν' αναπνέουν και μαζί και χώρια. 
 Νιώθω ωστόσο παρά τις αλλαγές και σταθερά ίδια σε κάποια πράγματα. Σταθερά δεν έχω πάψει να αποζητώ την ηρεμία και την ουσία. Σταθερά δεν έχω πάψει να κάνω φασαρία δημιουργικά. Σταθερά μου αρέσει η βροχή και σταθερά μου αρέσει να μαθαίνω. Αλλάζω, γιατί θα ήθελα πριν να πεθάνω να μπορώ να κοιμάμαι ήρεμη και όταν δεν κοιμάμαι να χαιρετάω κάθε μέρα τον σεβασμό και την καλοσύνη. Αλλάζω γιατί νιώθω κι αλλάζω γιατί είμαι γεμάτη κι ατρόμητη. Αλλάζω γιατί ν' αλλάξω τα όσα γίναν δεν μπορώ, μα μπορώ ν' αλλάξω τα όσα θα γίνουν. Για να μπορούν τα όσα 'ρθουν στα κύματα να πετούν και στους άερηδες να κολυμπούν. 

 Έτσι λοιπόν αύριο θα ξυπνήσω πρώτη κι έπειτα θα αφυπνίσω τους καρπούς μου. Θα αλλάξουμε τη συνήθη ρότα της ζωής και θα πάρουμε μία ανάσα αλλοιώτικη, ξέγνοιαστη και δημιουργική. Κι έτσι θα έχουμε ζήσει μία εμπειρία, θα δυναμώσουμε και μεθαύριο, οι ιστορίες από το λιβάδι που θα μοιραστούν με τους «άλλους» τους, μπορεί ν' αλλάξουν τη ρότα του πλανήτη, που ξέρεις!...



20250112

Ελέησον και σώσον ημάς

  Ξέρεις τι με έχει πιάσει τώρα ε; Αν ξέρεις πες μου... Πέφτει η θερμοκρασία διαβάζω μέσα στις επόμενες ώρες! Αυτό να έχω πάθει κι εγώ; Λες και προσπαθώ κάπως να ζεσταθώ για να ζήσω; 

 Αυτό με την έμπνευση είναι πράμα περίεργο. Πιο συγκεκριμένα με την παραγωγή έργου. Πες ότι το έχω εύκολο με την έμπνευση, κολυμπώ σ' αυτόν τον ωκεανό με χάρη και αν δώσω τη δέουσα προσοχή, στο μαύρο βλέπω χρώμα και στη σιωπή τις νότες όλες. Από μόνη μου να γεννήσω μπορώ, δίχως τη σπορά κανενός. Μα όταν με ενεργοποιήσει κάτι τόσο και περάσω στην παραγωγή έργου, είναι πράγμα άλλο. Μυστήριο πολύ. Εύκολο το 'χω να κινώ γη και ουρανό, αλλά να ρε παιδί μου, πέφτω από το απόλυτο στο απόλυτο και στη μέση δυσκολεύομαι να κρατηθώ δίχως λόγο, απλώς για τις «εμφανίσεις», απλώς για να κρατώ ζεστό το φαγητό, να βαστώ ανοιχτό κάποιο μικιό παραθύρι από φόβο, ή να πετάω «τυράκια» από εγωισμό. Έτσι κάπως, από το σαρωτικό, περνάω «στο πως το έκανα τώρα αυτό; Και πως θα το ξανακάνω; Οϊμέ, ποτέ δε θα ξανασυμβεί». Μα μετά, κάποτε συμβαίνει. Οι κύκλοι, άλλοτε μικροί κι άλλοτε μεγάλοι. Μα στη μέση δεν στεκόμουν άνετα ποτέ. Τώρα όμως... 

 Έχω ανοίξει δυσανάλογα πολλές φορές τούτη εδώ τη γραμμή, προσπαθώντας περισσότερο μάλλον, το «γιατί» να καταλάβω. Δε φυσάει αεράκι, δεν έχει έρθει ακόμα ο χιονιάς. Μα θέλω να σου πω, αν και το κρίνω α-σημαντικό, πως πήρα κι άλλο μέλι. Πήρα μέλι ερείκης και βρήκα μέλι ακακίας. Δοκίμασα μέλι καστανιάς και δε μου άρεσε. Μήτε της χαρουπιάς το μέλι μου άρεσε να ξέρεις, μήτε της ακακίας. Και τώρα που μέλι τάχα ψάχνω, ένα δρόμο πάνω από το μαγαζάκι μου, μαγαζάκι με μέλια άνοιξε! Κι είναι, έτσι είναι, πολλάκις στο ΄χω πει, ευχή μου και κατάρα, όπου θέλω να πάω να πηγαίνω κι έτσι ό,τι θέλω να συναντώ. Σε έχω προειδοποιήσει. Μα προσπαθώ να καταλάβω. Γιατί αφού το μέλι δε μου αρέσει τόσο, εγώ θα το κατακτήσω και θα το μάθω; Σαν τον καφέ. Γιατί να θέλω να σου πω τα μικρά μου νέα; Γιατί να θέλω... Γιατί για μέλι ποτέ δε μιλήσαμε. Το μέλι ακόμα δεν έχει καεί κι έτσι μπορώ γι' αυτό λεύτερα να μιλώ και να χορεύω. 

 Μπερδεμένα μας τα λες Ελενάκι. 

 Εν τω μεταξύ όπως σου είπα παραπάνω κι η απόλυτη ησυχία φταίει κι αυτή. Παίζουν τα put your head on my shoulder, τα kiss of fire, τα love is here to stay, τα we belong together, τα via con me και τα it's been a long, long time κι η φάση γίνεται ακόμα πιο ακραία περίεργη, αστεία και λίγο θλιβερή. Γιατί άντε, είμαι τόσο ρομαντική κι εντάξει, είμαι ζαβή. Γιατί μένω στα απάνεμα νερά μονάχη; Όλο αυτό το ενεργοποιεί το τίποτα. Θυσιάζεται! Από την άλλη, όλα μάταια δεν είναι; 

 Χρειαζόμουν από καιρό κι αυτό είναι κάτι που δε σβήνει επίσης, έναν φίλο δι' αλληλογραφίας. Να σκεφτώ τι άλλο χρειάζομαι... Χρειάζομαι να δημιουργήσω έργο. Και τσίφρι, τσίφρι, ωρύομαι μάλλον και τάχα δεν ξέρω πως φτάνω σε λίγο πάλι στο σημείο βρασμού. Και κάπου εδώ θα σου έλεγα πως χρειάζομαι κι άλλους γρίφους να λύσω, μα θα ήθελα κάποτε στη ζωή μου, οι γρίφοι να είναι μονάχα για παιγνίδι κι όχι άλλο για ζωή. Έστω ένα μικρό διαλειμματάκι ρε παιδί μου. Κι έπειτα ξέρεις τι θέλω; Δεν μπορώ να πω, γιατί εσύ τα λες κι έπειτα τα καις κι εγώ να τα χρησιμοποιήσω δεν μπορώ πια. Και τι καλά που θα ήταν όλα, να μπορώ να τα φωνάζω κι η σιωπή να μην ήταν άδεια, αλλά να φώναζε κι αυτή. Μα θα γυρίσω το κεφάλι μου από την αντίθετη πλευρά από αυτή που είσαι. Ας καταστραφεί ο κόσμος μία φορά για εμένα, μου αξίζει. Εγώ πολλά κατέστρεψα κι ακόμα περισσότερα έθρεψα, γιγάντωσα κι ενέπνευσα. Σειρά σου.

 Ούτε θάλασσες θα ξαναπώ, ούτε έρωτες. Ούτε νιώθω, ούτε τολμώ. Ούτε γλώσσες κι αέρηδες θα αγγίξω. Ούτε το σώμα θα μάθω, ούτε παιγνίδια θα ζητώ. Θα διαβάζω τα βιβλία και θα πάψω να σκέφτομαι τις στιγμές που στην άκρη τα άφησα να γίνω χαζή για 'σενα. Θα διαβάζω τα βιβλία και θα πάψω να σκέφτομαι πως λένε για 'σενα και για 'μενα. Θα διαβάζω κι αν από πείσμα θέλω, δεν ξέρω... Μπουρδούκλωμα. Και γράφω σκουπίδια και νιώθω σκουπίδι. Μα λες τώρα, να μου αρέσει κι αυτό; 

 Να βρέχει ξεκίνησε κι ομπρέλα δεν κρατώ.