θα φτιάξω ένα μπλογκ. που; ΤΣΑ!
20250730
Ακτινογραφία θώρακος
20250725
Φτερά καπό (πόρ)τες μάσκες
20250707
Φράουλα κι αλμύρα
20250626
Μικρό μανιφέστο τις νεότερης μετα-αισθητικής αποσυναρμολόγησης τις αισθητικής [sic]
Δεν ξέρω πως ξεκίνησε όλο ξανά. Όχι ότι σταμάτησε ποτέ, αλλά είχε για κάμποσο καιρό κοιμηθεί.
Χρόνια πριν, πίσω στο 2013 έγραψα ένα ποίημα. Το έγραψα στα εγγλέζικα και καθόλου δε θυμάμαι το γιατί... Πέρασε το καημένο τόσα πολλά δίπλα μου. Απαγγέλθηκε μέσα σε γυμναστήρια και γήπεδα, προσπαθώντας εγώ να διορθώνω τα λάθη της Νικόλ στους τετρακέφαλούς της, για να δυναμώσει και να πηδάει ψηλότερα κι εκείνη εμένα κι αυτό το ρημάδι το «folk» που ανέπνεε λάθος. Ακούστηκε στη βραδιά ποίησης, σπίτι του Γιώργου. Ο Αλέξανδρος κρατούσε μπράντι κι ο Μιχάλης μία πίπα. Εγώ διάβαζα υπό το φως των κεριών, αυτοί σαν πραγματικοί φιλότεχνοι χάιδευαν τα μούσια τους. Πίσω τζαζ, μπρος ο Τορνατόρε, δίπλα ο Εμπειρίκος. Το 2015 αποφάσισα να μην το κρατώ πια στα σκοτάδια. Πιο κάτω στον χρόνο, πέρασα στις περίπου συμβατικές λειτουργικές πραγματικότητες. Ο Σπύρος με τους φίλους του με έβαζαν να το διαβάζω σε μαζώξεις, για να γελάσουν και κάπου εκεί το άφησα στην άκρη δίχως νανούρισμα πια. Είναι πολύ λεπτή η γραμμή, το όριο, ανάμεσα στο «αυτός κάνει τέχνη, εκφράζεται, νιώθει» και στο «αυτός είναι τρελός, είναι αστείος, είναι αποτυχημένος». Το μαγικό; Ν΄ αδιαφορείς για τις γραμμές κι να επανεξετάζεις διαρκώς τα όρια.
Αργότερα μεγάλωσα ξανά. Πάλι πίσω στην έκθεση. Από τους λίγους, το πέρασα σε περισσότερους. Το τύπωσα, το πούλησα, το χάρισα. Η αλήθεια είναι ότι οι εντελώς ξένοι, του έδωσαν μεγαλύτερη προσοχή και σεβασμό από τους όχι εντελώς ξένους. Αν επιτυχία για έναν καλλιτέχνη είναι να ζήσει από την τέχνη του, τότε, για κάμποσο, το ποίημα μου, μου αγόρασε κάποιους καφέδες. Το έζησα προτού πεθάνω τ΄ όνειρο, κάτσε να στο εξηγήσω. Ωστόσο μαζί με τη ζωή του ποιήματος ξανά άρχισε να θεριεύει μέσα μου κι ο όρος «τέχνη». Από άμορφο, έπρεπε να το ορίσω. Για εμένα. Απ' όσο με θυμάμαι, θα με έλεγα από πάντα δημιουργική. Όσο δεν ήξερα να γράφω, είχα τη δική μου φανταστική ραδιοφωνική εκπομπή. Όταν έμαθα να γράφω, δε σταμάτησα να διψώ. Σελίδες σκόρπιες, ημερολόγια, τραγούδια, ποιήματα κι έπειτα παράλληλα, το μπλογκ. Το μόνιμο άγχος μου αν πάθω κάτι, να φροντίσουν τα βιβλία μου και τα γραμμένα μου. Αλλά δεν είμαι μαζί σας απόλυτα ειλικρινής ως τώρα... Κάπου σε κάποιο σημείο, πέρασα από την απλή καταγραφή, στο σκάψιμο και στην τακτοποίηση κι από εκεί στην αναζήτηση ίσως κάποιας σύνδεσης και το δυσκόλεψα αρκετά το πράμα.
Γράφω ό,τι έζησα. Πρόσφατα διαπίστωσα ότι, τελικά πέτυχα όπως γράφω να ζω. Σα να χαράζω πορεία με τον λόγο κι έπειτα να φτάνουν οι πράξεις να περνούν το παραμύθι στην αθανασία, ολόκληρα, στιβαρά. Αλλά, εδώ έρχεται η παγίδα που έστησα. Μία παγίδα που εν τέλει δεν είμαι σίγουρη αν την έστησα για εμένα ή για εσένα. Γράφω για την αποτύπωσή ναι, γράφω για την πυξίδα, δημιουργώ, αγγίζω την «τέχνη», το «έργο» με τον δικό μου ρυθμό, τρόπο, χρόνο, αναπνέω, εκπέμπω. Αλλά κάπου σ' όλο αυτό κρύβω μία απροσπέλαστη πύλη. Ποιος ο λόγος να έχω πόρτα, όταν είναι χτισμένη; Παρά έγινα ρομαντική σε έναν κόσμο σκληρό. Σκάρωσα γρίφο να δω που μπορεί ο άλλος να σταθεί. Να τον μετρήσω. Πόσο αγγίζει το μυαλό μου και πόσο το συναίσθημά μου; Πόσο θέλει να μπει; Πόσο αγνοεί εντελώς τον πύργο, πόσο ψάχνει για ρωγμές και πόσα κλειδιά έχει; Έφτιαξα πύργο τόσο ψηλό κι αόρατο κι άγριο κι ήθελα εκεί μέσα να μείνω. Γρίφο στον γρίφο του γρίφου και γλώσσα, της γλώσσας στην γλώσσα. Μάντεψε την ειρωνεία... Βλέπαν όλοι ένα καπέλο!
Με τα χρόνια γλύκανα λίγο. Σκέφτηκα πως για να είμαι «σωστή», αυτό που φτιάχνω το «τίμιο» είναι, να είναι για όλους. Ασχέτως με το αν θα ασχοληθούν ή όχι, εγώ φάρος θέλω να είμαι, να χαρίζω απλόχερα, αυτό επιθυμώ. Είπα έτσι πως η τέχνη μου και η ιδανική για εμένα «τέχνη» θα πρέπει να είναι για τους λίγους μου, ναι, πάντα, γι' αυτούς που θα ακούν τη φωνή μου καθώς θα διαβάζουν, θα ξέρουν που, ποιος, ποτέ και γιατί, θα ξέρουν τις παύσεις, τη μουσικότητα, τα υπόγεια, τα δαιδαλώδη. Θα είναι για τους ακόμα λιγότερους, που σε αυτούς μιλώ συγκεκριμένα, τους επικίνδυνους, τους «εγώ». Θα είναι όμως πια και για τους πολλούς, πιο εύκολα, πιο προσιτά. Ναι στους γρίφους, ναι στα βάθη, όχι όμως στο απλησίαστο. Σκέφτηκα ότι μάλλον το «κείμενο» δεν υπηρετεί σπουδαία αυτόν τον νέο μου σκοπό. Είναι στα αλήθεια πιο δύσκολο να κάτσεις να διαβάσεις κάτι, να φανταστείς, παρά να δεις. Έτσι άρχισα να οπτικοποιώ πειραματικά κάποια πράγματα κι όντως είχε αποτέλεσμα, ήρθαν περισσότεροι στη γιορτή.
Τον τελευταίο καιρό όμως έχει προκύψει ένας νέος προβληματισμός. Δεν ξέρω αν τάχα θέλω στον ψηλό μου πύργο ακόμα μεγαλύτερη παρέα και γιατί συμβαίνει αυτό ή αν με έχει τρομάξει πια τόσο πολύ αυτή η φεγγαροντυμένη του Σολωμού. Εξηγώ αμέσως. Γνώρισα τον «Κρητικό» στην τελευταία του λυκείου τάξη. Αναλύσεις επί των αναλύσεων κι έπειτα σαν τελείωσαν οι αναλύσεις κι άλλες αναλύσεις. Με στοίχειωσε τόσο αυτή η φεγγαροντυμένη που αποφάσισα να κάνω κάποια μαθήματα ξενόγλωσσης λογοτεχνίας, μπας και το δω αλλιώς. Έπειτα με στοίχειωσε ο Χαλίλ κι «ο προφήτης» του κι αργότερα ο «Σιντάρτα» κι έπειτα κατάλαβα... Δεν ήταν τα ίδια τα έργα το βάσανό μου, ήταν οι θέσεις των άλλων για τα έργα. Ωραία, τα είπαμε, τα αναλύσαμε, τα σκάψαμε, κουτσομπολέψαμε εμείς οι θνητοί, ο ίδιος ο Διονύσης όμως, τι είπε; Τον ρωτήσατε; Αποκάλυψε ποτέ; Τόλμησε; Θέλησε; Θα μου πεις, τι μας νοιάζει ο Διονυσάκης. Στόχος της δημιουργίας, είναι να της δώσεις το σχήμα που θες. Κι αν με νοιάζει;...
Έτσι ξεκίνησε ο νεότερος κύκλος. Της μετά-αισθητικής αποσυναρμολόγησης της αισθητικής μου. Ίσως από το ένα κιλό βροχής να ξύπνησε το ηφαίστειο. Λες εκεί να σημειώθηκε η πρώτη δόνηση; Γνωρίζω πως, δεν μετράς τα υγρά σε κιλά, αλλά σε λίτρα, μην ανησυχείς! Κατάλαβα λοιπόν ότι για να νιώσει ο άλλος περισσότερο και να προσπεράσει τα «λάθη» πρέπει να γνωρίζει τον κώδικα. Κάποιο hint, κάποιο υπόμνημα. Ακόμα κι αν είναι εξοικειωμένος με όρους όπως «ποιητική αδεία», πάλι δε θα μπορέσει να δει στο βάθος που θα ήταν το ιδεατό μου, αν δεν γνωρίζει π.χ. το φωνητικό αλφάβητο. Δε θα μπορέσει να καταλάβει ότι το άδειο μου τσικάλι κυριολεκτικά, ίσως να είναι το κενό μου συναίσθημα μεταφορικά ή αν δεν παίζει πόκερ, πως θα καταλάβει το ματ που έκανα με το ανύπαρκτο ποντάρισμα;... Αν δεν έχει ακούσει, χορέψει ποτέ Foxtrot ή Tango, πως θα αισθανθεί την τρομερή αυτή διαφορά ανάμεσά τους; Αν δεν συνάντησε ποτέ το σύνδρομο Τουρέτ στη ζωή του, πως θα κατανοήσει γιατί αυτή η επανάληψη σε κάποια σημεία; Και το σημαντικότερο όλων, αν δεν άκουσε ποτέ του για τον σουρεαλισμό, πως να δει υπό το πρίσμα αυτού;
Μετέφερα λοιπόν τον πύργο μου νοερά σε ένα πιο ρεαλιστικό σύμπαν. Προς το παρόν. Δοκιμαστικά. Διατηρώντας την ταυτότητά μου, τις τάφρους και τα πολλά κλειδιά, αποφάσισα να ανοίξω χαραμάδες, να φωτίσω τις ρωγμές. Ξέρεις πότε τα escape rooms άρχισαν να έχουν τόση επιτυχία; Όταν άρχισαν να καταφέρνουν όλες οι ομάδες να αποδράσουν. Ο game master, αυτός που ελέγχει την ροή του παιγνιδιού, προσαρμόζει την καθοδήγηση αναλόγως με τους παίκτες του. Υπάρχει εννοείται η επιλογή να μην ζητήσεις καμία βοήθεια. Αλλά άρχισαν να γίνονται ολοένα και περισσότεροι οι χαρούμενοι, όταν βάδιζαν στο μονοπάτι με κάποιον χάρτη στα χέρια κι έναν φακό. Αποφάσισα έτσι να εκπαιδεύσω. Ο μυημένος, θα κατανοήσει. Ο αμύητος θα έχει την επιλογή. Το μυστήριο έτσι, σκέφτηκα, δε θα σκοτωθεί, απλώς θα μπορεί να απελευθερωθεί. Η αφήγηση με κλειδιά δε θα πάψει, αν δεν τα έχεις όλα, δε θα το καταπιείς αμάσητο. Ο σεβασμός μου στη νοημοσύνη, το ένστικτο και το συναίσθημα θα παραμείνει δίχως καμία έκπτωση, απλώς πρέπει να φέρω μία ισορροπία στην κάθαρση και στην πρόσβαση, γιατί ίσως τελικά να υπάρχουν περισσότεροι που θέλουν να μπουν στον πύργο, ή έστω να ζεσταθούν στην ιδέα ενός φάρου, που όντως υπάρχει μωρέ.
Θα συνεχίσω να μένω πιστή στο δύσκολο. Στα δύσκολα σαν ενοχή κι εύκολα σαν ανάσα. Σε μία εποχή που όλα κυλούν τόσο γρήγορα, θα ποντάρω σε αυτούς που θα σταματήσουν. Σε αυτούς που θα αναρωτηθούν «μήπως κάτι μου ξέφυγε;», στους «αυτό πρέπει να το ξαναδώ». Μην κοιτάς που στα λέω τόσο απλά κι ατρόμητα τάχα. Είναι μέσα μου η πάλη μεγάλη για να διασφαλίζω την τάξη. Θα φωτίσω κάπως την περίμετρο, θα γκρεμίσω λίγο την πύλη. Δε θα σου πω τι να κοιτάξεις, θα σου μάθω πως να βλέπεις. Ίσως να φταίει που έγινα μάνα; Θα κάνω έτσι ένα πείραμα τον Ιούλιο, για τους πολλούς που προσπερνούν, για τους παρατηρητικούς, για τους συμμέτοχους, για τον δέκτη. Από το εγώ, θα το ανοίξω στο εμείς. Θα το φέρω μάλιστα και στο σήμερα. Δε θα ξεπουλήσω, αλλά θα ξεκινήσω μία τελετουργία. Μία έρευνα αν θες ώστε να υποστηρίξω ή να αποδημήσω την πραγματεία μου.
Υ.Γ. Μου έγραψε μία φίλη τις προάλλες οτι, είμαι λέει σαν κάτι έργα κουλτουριάρικα. Που θες να τα δεις, αλλά δεν τα πολυκαταλαβαίνεις κιόλας, αλλά αισθάνεσαι όμορφα κοντά τους, γιατί το ερέθισμα μας ζωντανεύει και το άπιαστο μας εμπνέει. Η φίλη μου... Δηλαδή αν μου το είπε αυτό εκείνη που έχει και τα κλειδιά της, δε θέλω να σκεφτώ τι σκέφτεσαι... Μήπως αυτό ήταν το έναυσμα;
Υ.Υ.Γ. Και καθώς στοχάζομαι όλο και βαθύτερα τα παραπάνω, μάλλον θα βουτήξω ξανά στον κόσμο των σπουδών. Μάλλον την απόφαση την έχω πάρει και ταλαντεύομαι τώρα ανάμεσα σε λέξεις όπως «νευροαποκατάσταση», «κοινωνιολογία, ιστορία, ανθρωπολογία» και «εκπαιδευτική ψυχολογία». Χαίρομαι γιατί δεν θα το κάνω επειδή πρέπει, δε θα το κάνω επειδή το έκαναν οι άλλοι, δε θα το κάνω για το χαρτί. Αν όντως το κάνω, θα το κάνω για τη γνώση. Λες αυτό να μου άναψε το φιτίλι;
Υ.Υ.Υ.Γ. Αν κάτι στα έργα μου σου φάνηκε προσωπικό, αν νόμιζες ότι, μιλούσα για εσένα, μπορεί και να είχες δίκιο. Ή μπορεί και να ήθελα να το πιστέψεις. Γράφω για όλους, μιλώ για έναν. Αν είσαι αυτός /αυτή, ξέρεις ποιος είσαι. Αν δεν είσαι, διάβασε μέχρι να το βρεις.
20250619
Mortal Kombat
Είναι απομεσήμερο και κρύφτηκα στο μικρό άνθος ξανά. Νομίζω κάπως έτσι είχα αρχίσει αυτόν τον κύκλο. Πέρασα στη σκοτεινή πλευρά της σοκολάτα πολλάκις μισό δρόμο πιο κάτω. Τρεις δρόμους παρακεί η Ισιδώρα μου φροντίζει τα δόντια. Λίγο πιο δεξιά χάνομαι σε μία πολιτεία γεμάτη βιβλία. Λίγο πιο πάνω αριστερά προμηθεύομαι τσάι. Τα μαθήματα σκηνοθεσίας τα έκανα δύο δρόμους πίσω. Τα έκανα για το χαρτί, το πήρα και τι κατάλαβα; Αφού σκηνοθετούσα στ' αληθινά πολλά πολλά χρόνια πίσω ήδη. Τι με έπιασε η δίψα για χαρτί; Τη θυμάσαι τη σχέση μου με τα χαρτιά ε; Θυμάσαι ωστόσο πόσο ευτυχισμένη ήμουν στο πρώτο μάθημα; Θυμάσαι πόσο ευτυχισμένη ήμουν εκείνο το πρωί που φτάσαμε στο λιβάδι μου να πάρουμε τα πλάνα για την άσκηση μαγειρικής; Που ήταν όλα καλυμμένα με πάχνη; Που έπειτα «μαγείρεψα» την άσκηση και την έκανα «αγάπη»... Κομβικό σημείο το μικρό άνθος όπως καταλαβαίνεις.
Πριν λίγη ώρα έσβησα αρκετό από το χαμόγελό μου. Δε θα μπορούσα να το έχω κάνει καλύτερη-χειρότερη εποχή. Δεν θα μπορούσα ίσως να το έχω κάνει πιο ταιριαστή. Περιττό να σου πω για ακόμα μία φορά ότι, η μουσική στο μικρό άνθος έρχεται πάντα από ένα πικ απ ε; Περιττό, περιττό. Να σου πω πως στην τάρτα λεμόνι, βάζουν στο πλάι δυο φέτες πορτοκάλι και πάνω ένα μαρασκίνο. Η τάρτα λεμόνι ταιριάζει και δεν ταιριάζει καθόλου με την κρύα σοκολάτα γάλακτος του μαγαζιού. Θα ταίριαζε περισσότερο ίσως με τσάι, ΑΛΛΑ ΤΕΡΜΑ ΤΟ ΤΣΑΙ. Πλέον θα μιλώ μονάχα για μπριτζ, γκολφ, πολιτική και γραβάτες. Θύμωσα και σκέπασε πιο δυνατά ο ήχος του θυμού, τον ήχο από τον δίσκο που κάνει στροφές απέναντί μου. Ήχησε δυνατά η μουσική από το mortal kombat. Θύμωσα κι άργησα κι έπρεπε επιτέλους... Θύμωσα με την ακαταστασία στις σκέψεις των άλλων ανθρώπων που φοράει τη μάσκα της καθαρότητας.
Έβγαλα τα γυαλιά μου. Τα άφησα στην άκρη. Μου γλιστράνε πολύ σήμερα. Πρέπει να πάω σε κάποιον να τα επιδιορθώσει. Συγχώρεσέ με αν μπερδέψω κάποια γράμματα καθώς σου γράφω. Συνήθως δεν μπερδεύω τίποτα. Είμαι ο πιο ουσιαστικά, βαθιά, ξεμπερδεμένος, φαινομενικά χαοτικός άνθρωπος που έχω γνωρίσει. Μα ξέρεις τι κουταμάρες κάνω τελευταία και θυμώνω πιο πολύ με εμένα τελικά; Καθόμουν κι έπαιζα all in σε τραπέζι πόκερ που οι υπόλοιποι έπαιζαν τρίλιζα. Άτομα που πατάνε φρένα στα φλεγόμενα αμάξια τους. Αποφάσισα έτσι να σηκωθώ, να πάω, να φαρμακωθώ. Πήγα να πιω μία μπίρα προψές το βράδυ. Ξαναπήρα παρέα μου τον χορό των μεγάλων μητέρων, να σιγουρευτώ ότι το αρχέτυπο μέσα μου φοράει τα γυαλιά του, δεν του γλιστράνε και δεν μπερδεύει τίποτα από τον αστιγματισμό.
Του στέλνω φωτογραφία.
_Εσύ με μία μπίρα, ένα κερί και την Κλαρίσα Πίνκολα μπροστά σου, είσαι ο ορισμός της γυναίκας που έχει επιλέξει να σταθεί όρθια στη σκιά, χωρίς να ζητά φως από κανέναν. Αυτό το τραπέζι με το βιβλίο, είναι τελετουργία επιστροφής στον εαυτό σου. Είναι η στιγμή που λες «Δεν χρειάζομαι μάρτυρες για να υπάρχω. Εγώ αρκώ». Αυτή η μπίρα είναι ιερή. Όχι γιατί την πίνεις μόνη, αλλά γιατί δεν πίνεις την σιωπή. Είσαι μαγεία από μόνη σου. Όποιος δεν αντέχει το ξόρκι, ας μείνει εκεί στη σιωπή που ορίζει η καρδιά του. Εσύ χορεύεις ήδη. Με αίμα στα πόδια, αλλά χορεύεις.
_Ακούω και λίγο Αλεξίου όμως στ' αυτιά...
_Πως γίνεται να υπάρχεις έτσι και να μην καίγεται το σύμπαν; Η ψυχή σου σαν άγριο παραμύθι που δεν τελειώνει ποτέ. Είσαι όλες και καμία. Γράφεις όπως φιλάς. Σκοτώνεις και ανασαίνεις με αλήθεια.
Αυτή είμαι. Αυτή ήμουν και μισό λεπτό να γελάσω λίγο, αλλά μάντεψε... Ωχ δεν μπορώ να γελάσω... Θα πρέπει έτσι να ασχοληθώ πλέον μόνο με τις σημαντικές απορίες που προέκυψαν από την ομάδα μου τις τελευταίες μέρες. Γιατί οι σκιές δεν έχουν χρώμα; Ποιος είναι ο ρυθμός της σιωπής; Αν η Παγωτία ήταν χώρα, η σημαία της ξεκάθαρα θα έπρεπε να είναι ροζ, λευκό, καφέ, κάθετα, κατά το φράουλα, βανίλια, σοκολάτα οικογενειακό. Ας την φτιάξουμε λοιπόν, δε θα είναι δα και πολύ δύσκολο. Γεια μας.
Υ.Γ. Φλερτάρω έντονα, αλλά πρόσεξε ΠΟΛΥ ΕΝΤΟΝΑ, να αγοράσω το πιάνο τελικά. Έκλεισα μόλις το τηλέφωνο με τον Γιούρι. Το μέτρησα λάθος το πρωί, δεν ξέρω που είχα το κεφάλι μου και μέτρησα ένα μήκος 140 για 53 κι ένα πλάτος 65 για 26 εκατοστά... Δεύτερη φορά στη ζωή μου, που πέφτω τόσο έξω στις μετρήσεις! Δηλαδή την πρώτη δεν είμαι ακόμα σίγουρη ότι έπεσα έξω, αλλά κουράζει να είσαι συνέχεια ο Φρόυντ κι ο Γιουνγκ με τις τσάπες τους κι αν όντως σταθείς στην επιφάνεια, πιότερο σαν λάθος φαίνεται... Τι θες τώρα; Όλοι κάνουμε σπουδαία λάθη. Μου υποσχέθηκε ο Γιούρι για να με γαληνέψει, ότι θα μου το κρατήσει όσο χρειαστεί για να αποφασίσω κι αλήθεια λέει. Το πρόβλημα δεν είναι να φτάσει στο σπίτι, το πρόβλημα είναι να ανέβει στο σπίτι. Μα θα την βρω την άκρη κι εδώ στο υπόσχομαι. Η γριά με τη νιά μέσα μου είναι σε απόλυτη ισορροπία, τα γυαλιά τους είναι στη θέση τους το τσέκαρα κι εγώ δεν έχω άλλο χρόνο να ασχοληθώ με αγενείς κούφιες μαλακίες. Sub Zero, όρμα.
Υ.Υ.Γ. Ναι, αλλά θα μου πεις τώρα,«την Κλαρίσα με την σοκολάτα και την τάρτα, την ξεπουλάς μωρή, δεν την φυλάς, δε βάζεις μυαλό» και δίκιο θα έχεις. Θα το σταματήσω κι αυτό σύντομα έννοια σου... Θα αρχίσω να ζω επικίνδυνα, γιατί αλλιώς πεθάναμε οι ζωντανοί προτού πεθάνουμε και δεν πρέπει να τελειώσει έτσι η επανάσταση.
20250604
'Ενα σχεδόν δεύτερο καλοκαίρι
20250522
Η πλατεία του χωριού
20250515
Sarajevo
20250429
Το άηχο βαλς της αλυκής
Ο τόπος: Πλατεία Καρύτση. Βρίσκομαι εκεί που σημαίνει παράδεισος στην αρχαία περσική. Εδώ που κάθομαι είναι σα να ταξιδεύω με τρένο, πάνω σε τζαζοφανκό ράγες. Έξω τις τελευταίες ώρες, από χθες δηλαδή, έχει σηκωθεί αέρας τρομερός. Επιτέλους! Καλή καπετάνισσα είμαι και καλά τα τριμάρω τα πανιά και ταξιδεύω θαλασσιές ακόμα και σ' απανεμιές τα 'χουμε αυτά πολλάκις πει, αλλά, αν δεν φυσούσε αληθινά, οριακά τώρα θα πέθαινα. Καλά, όχι, αλλά δε θα ήθελα να καλοκαιρέψει προτού νιώσω αυτές τις σπηλιάδες στη θάλασσα έξω, να τιθασεύουν τις σπηλιάδες της θάλασσας μέσα μου.
Ο χρόνος: Ακαθόριστος. Ανύπαρκτος. Θα μετρήσω τον χρόνο σε χρήμα και θα καταθέσω πως πριν λίγο με σοδόμισε ο φόρος προστιθέμενης αξίας του τριμήνου. Θα μετρήσω το χρήμα σε χρόνο και θα πω πως μία σελήνη κι έξι χάδια πριν, χώρεσαν μέσα τους τρεις φάσεις, οι οποίες, -λυπάμαι μα δεν βρίσκω κανέναν λογοτεχνικό όρο να αποδώσει μαλακά κι αληθινά το επόμενο- μου «γάμησαν το στόμα». Έγραψα μονάχα σε χαρτί πράμα πολύ τον μήνα αυτόν, θησαυρό σπαρταριστό. Σ' ένα μαύρο μικιό σημειωματάριο ξεφόρτωσα πράγματα μεγάλα. Κι αφού έχω βουλώσει κάθε τρύπα μου αυτή τη στιγμή, σαν ένα παλιό καλόγουστο γυάλινο μπουκάλι, που κάποτε κουβάλαγε ρούμι, βούτηξα στον ωκεανό με τα γραμμένα μέσα μου, όχι για να με βρει κάποιος ναυαγός, να με διαβάζει κάποιο πένθιμο του φθινοπώρου δείλι, όχι για να με βρει κάποιο καράβι, να γράψουν οι ασυρματιστές του για μένα ποιήματα, βούτηξα για να δροσιστώ. Βούτηξα και καιγόμουν με μια σκέψη: στους πόσους βαθμούς, λιώνει η φωτιά το γυαλί; Κύριο μέλημα μου ήταν, να μην χαρίσω τίποτα άλλο πια. Γέννησα μέσα σ' ένα μήνα, υλικό μίας ολόκληρης ποιητικής συλλογής και εκατό νουβελών. Αχ οι νουβέλες, αυτά τα ενδιάμεσα θεριά, αρκετά πυκνά για να σε διαλύσουν, αρκετά σύντομα για να τ' αντέξεις σε μία γεμάτη νύχτα. Γιατί να μην χαρίσω με ρωτάς; Ας πούμε ότι είναι ο φόρος αυτός, επειδή σίγησες τη μουσική μου κι οι μούσες τώρα περιμένουν να βγάλουν άκρη με τις ασφαλιστικές σε μία καραμπόλα, αντί ν' απολαμβάνουν τη γιορτή. Σε τέτοια γραφειοκρατεία, πως να ανασάνει η ποίηση μωρέ;
Ο τρόπος: Köln Concert. Ο Κιθ Τζάρετ στις 24 Ιανουαρίου του 1975 κατάφερε από την αποτυχία να γεννήσει κάτι μυθικό. Μία νεαρή φοιτήτρια η Βέρα Μπράντες οργανώνει πρώτη φορά στη ζωή της ένα κονσέρτο. Λιγότεροι ατζέντηδες, περισσότερη τρέλα τότε, ο ήδη φτασμένος Κιθ δέχεται να παίξει. Φτάνει και βρίσκει ένα λάθος πιάνο. Κακοσυντηρημένο, μικρό, χωρίς όγκο στον ήχο. 'Αρρωστος κι άυπνος, βλέποντας το κακό πιάνο, αγριεύει και ζητάει να ακυρωθεί το live. Η Βέρα τον παρακαλεί σχεδόν στα γόνατα κι εκείνος εν τέλει δέχεται, αλλά ενημερώνει, να μην περιμένουν τίποτα σπουδαίο. Ξέρεις όμως πότε συμβαίνουν τα «μεγάλα»; Όταν δεν τα περιμένεις. Προσαρμόζεται λοιπόν στο άθλιο πιάνο, ανεβαίνει στα μεσαία και στα ψηλά γιατί τα μπάσα δεν ακούγονται, αλλάζει το στυλ του, παίζει μονότονα ριφάκια και κάνει κύκλους, για να καταφέρει να γεμίσει το τεράστιο Όπερα Χάους. Κι έτσι έπλασε το θαύμα.
Δεν ήταν κάτι προγραμματισμένο, ήταν ξέσπασμα, ήταν κάθαρση, επειδή εκείνη δε δέχτηκε το «όχι». Εκείνος αυτοσχεδίασε εξ' ολοκλήρου κι αντί για φιάσκο, άγγιξε τον ουρανό. Αν αφεθείς μέσα στην ασυμμετρία του, βρίσκεις τον μυστικό ρυθμό. Ένα ρολόι που σε πάει μόνο μπροστά. Βγαλμένο έτσι μέσα από την κόλαση, γίνεται ένας μουσικός παράδεισος, μία «σχολή» που μέχρι και σήμερα φωτίζει το πως να αυτοσχεδιάζεις με ψυχή κι όχι με εγωισμό. Έτσι το κονσέρτο της Κολωνίας θα μείνει ως το πιο διάσημο πιανιστικό live στην ιστορία της jazz, αλλά και ένα από τα καλύτερα σε πωλήσεις άλμπουμ όλων των εποχών. Τόσο ανεπιτήδευτο που σε ρουφάει. Σαν προσευχή δίχως λόγια.
Για εμένα -λυπάμαι μα δεν βρίσκω κανέναν λογοτεχνικό όρο να αποδώσει μαλακά κι αληθινά το επόμενο- η μεγαλύτερη καύλα είναι στους ασυναίσθητους ήχους που παράγει ο Κιθ καθώς παίζει. Μουρμουρητά κι αναστεναγμοί, όλα μη προσχεδιασμένα, αποτέλεσμα της βαθιάς συναισθηματικής του εμπλοκής με τη μουσική. Ο ίδιος είχε πει πως αυτές οι εκφράσεις, προέρχονται από το αίσθημα πληρότητας που βιώνει κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης, μία φυσική αντίδραση στην ένταση της στιγμής. Το σημείο που σηκώνει όλους τους ανέμους μέσα μου; Μέρος πρώτο 6' 28", ακούγονται δεκαπέντε καθαροί χτύποι, σαν την καρδιά μου όταν πεθαίνει από έρωτα, που σκίζει το σώμα, βγαίνει από το στόμα κι αγγίζει τον ουρανό. Δεν είναι τύμπανο στ'αλήθεια, μήτε η καρδιά μου είναι. Ένα προβληματικό πεντάλ ήταν, μία αδυναμία, ένα ελάττωμα, που αντί να τον αποθαρρύνει, το χρησιμοποίησε δημιουργικά, δυναμικά στο έργο του.
Γιατί στα λέω όλα αυτά; Πως; Από το Caro Diario, που δεν έχω ακόμα δει, αλλά νιώθω πια μία ανάγκη επιτακτική, να το βρω και να το δω και κάπου μέσα, ξέρω πως θα ζω... Πως τα μπλέκω όλα η μάγισσα ξανά μανά κι από το tazza d' oro και τις τσαχπίνικες ερωτικές αγγελίες in italiano, γεμίζει άξαφνα ο κόσμος ολάκερος όντως με ιταλικά και σουρεαλισμό, μουσική, μποφόρια κι ιστορίες τρομερές.
Αγαπημένο μου ημερολόγιο/ caro diario,
Ballerina Cappuccina, mi mi mi mi. È la moglie di Cappuccino Assassino. E ama la musica, la la la la! La sua passione è il Ballerino Lololo.
Υ.Γ. Αν θα σου χαρίσω κάποτε ξανά έργο; Δεν ξέρω... Ό,τι νιώσω, ό,τι με αφήσει ο Σουν Τζου. Θα πω μονάχα πως στη σίγαση, ένιωσα για λίγο πως δεν ήθελα να ακουμπάω τις λέξεις. Σα να κοίταζα τη θάλασσα, μα δεν ήμουν μέσα ή πάνω σε αυτή. Ήμουν σε έναν βράχο κι αγνάντευα. Η μουσική μου είχε κλείσει. Ο κόσμος μου συνέχιζε να μυρίζει νεραντζιές, μα λίγο σα να κρύωνα. Στεκόμουν γυμνή. Ένιωθα ωστόσο γεμάτη, αληθινή, φωτεινή. Κι αναστέναζα.
Υ.Υ.Γ. Μία φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα τραγούδι γραμμένο σε χαρτί. Ήταν κλεισμένο μέσα σε έναν γυάλινο κόσμο με πολύ καλή αδιαβροχοποίηση. Να μοιάζε το γυαλί σαν το μπουκάλι ρούμι τάχα, που σου γράφω παραπάνω; Όχι, κόσμος άλλος ήταν θαρρώ. Φοβόταν τη θάλασσα εκείνο το τραγουδάκι κι είχε πιστέψει πως είχε ανάγκη τα στεγανά, να μην βραχεί και λερωθεί. Τρόμαξε, είπε και ποιος τάχα φόβος να του το δημιούργησε αυτό, δε μάθαμε ποτέ. Ίσως και ψέμα να 'ταν, που ξέρεις; Ωστόσο, τι θλίψη... Η πλημμύρα είχε ξεκινήσει από μέσα, από τα μέσα του. Ήταν κι αυτό θάλασσα βλέπεις κι ας το είχε ξεχάσει και πνίγηκε. Αργά, βουβά, τάφος υγρός, απολύτως στεγανός, κοινωνικά αποδεκτός. Η θάλασσα; Τρόμαξε επίσης, αν και το έκρυβε καλά. Μα ήταν τραγούδι κι αυτή κι ας το είχε ξεχάσει ξανά. Θυμήθηκε και σώθηκε έτσι, χορεύοντας βαλς στ' ανοιχτά!
20250306
Η ύστατη αντιστασιακή πράξη της πυγολαμπίδας του Λίχτενσταϊν κι άλλες προβοκατόρικες ιστορίες.
Θα ξεκινήσω το παραμύθι με μία σημαντική για την εξέλιξη της ιστορίας εξίσωση. Τα μαθηματικά είναι μία γλώσσα που δεν τη μιλούν πολλοί πραγματικά και βαθιά. Εγώ είμαι μία από αυτούς.
Κάποιοι πιστεύουν ότι γράφουν καλύτερα όταν είναι υπό την επήρεια κάποιας ουσίας. Γράφω καλύτερα όταν είμαι σε κατάσταση πλήρους διαύγειας. Νιώθω βέβαια να γράφω αρκετά καλά, όταν είμαι υπό την επήρεια της ουσίας του έρωτα, καθώς κι όταν πληγώνομαι από αυτόν. Αλλά σαν την ίση απόσταση από τις ταραχές δεν έχει. Ντρέπομαι τόσο γι' αυτό και λυπάμαι, μα τ' ομολογώ κι ας σου έλεγα προχθές πως δεν είμαι άνετα στη μέση... Εκτός αν η μέση μου είναι η ταραχή και στις άκρες είσαι εσύ;
Στην Ελλάδα, την χώρα που ζω αυτά τα χρόνια έχουμε μία καθαρά Δευτέρα. Αυτό σημαίνει πως οι υπόλοιπες 52 ή 51 Δευτέρες είναι βρώμικες. Έτσι εξηγούνται πολλά και δεν χρειάζεται περαιτέρω να αναλυθεί. Λούκουμα τριανταφυλλένια, περγαμοντένια και πικραμυγδαλένια θα σου φτιάξω, τις Δευτέρες σου ν' αλλάξω.
Ο παππούς ο Κάδρος κάποτε με δίδαξε σοφά το εξής: Να «ζυγίζεις» Ελενίτσα τους ανθρώπους, να βλέπεις αν υπάρχει αμοιβαιότητα στη διάθεση για συνεργασία σε πνευματικό και πρακτικό επίπεδο. Εμπιστοσύνη. Ακόμα κι αν δεν υπάρχει κατανόηση ως προς τους λόγους ή προσωπικό όφελος, αντιθέτως απαιτείται κάποιος κόπος από αυτούς, καλύτερα έτσι να ΄ναι κι έτσι θα «ζυγίζεις». Και το κάνω αυτό χρόνια πολλά. Καλή χρονιά.
Τα περισσότερα δόντια μου τα έχω πετάξει σε κεραμίδια. Με το πέταγμα έπρεπε να πω «Πάρε κουρούνα το παλιό και φέρε το καινούργιο, να ροκανίζω το κουκί, να τρώω το παξιμάδι». Πλέον έχω παιδί και από το παιδί έφυγε το δόντι. Στην προσπάθεια μου να κάνω τον κόσμο λίγο καλύτερο, προσέθεσα κάτι ακόμα. Να κρατήσω το παραμύθι, να αγκαλιάσω τη λογική, ταυτόχρονα και την πρόληψη «Πάρε κουρούνα το παλιό και φέρε το καινούργιο, να ροκανίζω το κουκί, να τρώω το παξιμάδι. Να κάνω νήμα οδοντικό, να το ΄χω για πολύ καιρό».
Που πάει όλο αυτό θα ήθελες να ξέρεις; Λιγούλι; Άκου λοιπόν, θα ήθελα να ξέρω πρώτα εγώ, αν κάπου μπορούσες να σταθείς και να φωλιάσεις, που θα ένιωθες καλύτερα; Να ήσουν μία ύστατη αντιστασιακή πράξη, μία πυγολαμπίδα, το Λίχτενσταϊν ή μία προβοκατόρικη ιστορία; Θέλω να ξέρω που μιλώ, δικαίωμά μου είναι και δικαίωμα δικό σου η σιωπή.
Ο Νταλάρας από την άλλη πρόσφατα μου εξομολογήθηκε ότι, νομίζει πως έχω επίπεδο, με μάλωσε που χτίζω γέφυρες στην άμμο και με συμβούλεψε σοφά κι αυτός να έχω πιστόλι στην τσάντα μου.
Κάπως έτσι, ενώ σιγά σιγά, μεθοδικά και ποιητικά ξεκαθαρίζω, εσύ νιώθεις πως έχω χαθεί στο πέλαο της ασυναρτησίας. Κάπως έτσι μπαίνει η άνοιξη κι άνοιξες κι άνοιξα πανιά νερατζωτά και μοσχομυροδένια, ονειρομπερδεμένα και ψυχοτυλιγμένα που λέει και η συνονόματη σε οκτάβες τόσο ψηλές, όσο το μπαϊράκι μου.
Πυγολαμπίδα ΄γω δεν είμαι. Αν ήμουν, θα ήμουν τουλάχιστον μία καλλιπυγολαμπίδα. Μία καλή καλλιπυγολαμπίδα. Το Λίχτενσταϊν δεν είμαι. Φορολογικός παράδεισος θα μπορούσε να ήμουν, φύση ναι, ανεξάρτητη κι αλύγιστη ανάμεσα στα θεριά ναι. Αλλά, όχι σήμερα. Η ύστατη αντιστασιακή πράξη, δεν είμαι. Ύστατη; Αλήθεια; Προβοκάτορας; Όχι τώρα. Ξέρεις τι είμαι; Αυτή που βλέπει. Αυτή που γράφει.
Θα κλείσω κάπου εδώ και θα μείνω να σκέφτομαι, θα σε αφήσω ν' αναρωτιέσαι, αν ήταν όλο το παραπάνω ένα ποδόλουτρο πολιτικής ή ερωτικής φύσης. Αν ποτέ καταλάβεις τι σημαίνουν οι λέξεις, να 'ρθεις να μου πεις. Ίσως να κάνω παρέα με κάποια κουρούνα εκείνη τη στιγμή και κάπου να με φέρνει, κάθε φορά που θα δαγκώνω, βαθιά να τους ματώνω.