20250730

Ακτινογραφία θώρακος

 Νομίζω καταλαβαίνω γιατί το κάνω. Για να το κρατήσω. Το αποτυπώνω και κυρίως το μοιράζομαι για να μπορέσω να σταθώ. Είναι ένα κόλπο! Μα φυσικά, αυτό είναι... Ένα κόλπο για να μπορώ να δεσμεύομαι απέναντι στην ίδια μου την αλήθεια, όσο δύσκολη κι ήταν, είναι, θα γίνει. Ή μάλλον όχι στην ίδια την αλήθεια, αλλά στο φως για να την εντοπίζω, ακόμα και στα πιο βαθιά κι άγρια σκοτάδια. Είμαι σίγουρη γι' αυτό πια. Φοβάμαι πως το επόμενο χρονικό διάστημα τα κείμενα ή θα πάρουν βαθιά υπαρξιακή χροιά ή θα το τινάξω όλο παιδιάστικα στον αέρα. Ό,τι δηλαδή συμβαίνει πάντα, αλλά ίσως πιο έντονα, ανένταχτα, ασυμβίβαστα... Για να μπορέσω να το σηκώσω όλο αυτό που έρχεται ξανά ίσως;...
 Έκλεισα πριν λίγο το τηλέφωνο κι άκουσα τις τελικές αποφάσεις κάποιου άλλου ατόμου που θα επηρεάσουν άμεσα τη ζωή μου. Μου δημιούργησε στον προαναφερθέν κόμβο μου, άλλους τρεις δρόμους. Έναν πρέπει υποχρεωτικά να διαβώ, έναν για κάθε ρόλο και όλοι είναι εξίσου δύσκολοι. Χάρηκα γιατί δεν αναμένω πλέον τα νέα. Είναι καλύτερη από την αναμονή και την αποφυγή η ξεκάθαρη γνώση. Όσο σκληρή κι αν είναι η αλήθεια των άλλων, μόνο καλό μπορεί να σου κάνει. Θα ήθελα όταν μεγαλώσω να μπορώ να έχω κοντά μου ανθρώπους που μόνο την αλήθεια τους θα μου δίνουν, ανθρώπους που θα τολμώ κι εγώ κοντά τους να σταθώ με όλη μου την αλήθεια στο φως και κυρίως ανθρώπους που οι αλήθειές μας δε θα προσπαθούν να αλληκατασπαραχθούν, μα να δημιουργήσουν, να είναι καταφύγιο, να φωτίσουν. 
 Ίσως μέσα μου την απόφαση την έχω ήδη πάρει κάπως... Ίσως ένας κύκλος, αυτός ο κύκλος πρέπει να κλείσει. Ξέρεις, μερικές φορές δεν κλείνουμε μόνο τους αποτυχημένους κύκλους. Μερικές φορές το κλείσιμο δεν είναι μία επιτακτική ανάγκη, αλλά μία ανάγκη ας πούμε ψυχής. Θα έπρεπε ίσως να βάλω κάτω νούμερα και λογική, αλλά η εμπειρία μου ως τώρα μου λέει ότι ένα ζύγισμα βασισμένο σε νούμερα, σε κουτάκια, σε ασφάλεια οδηγεί σε πιο οδυνηρά μακροπρόθεσμα αποτελέσματα, από ένα ζύγισμα βασισμένο σε άλλα κριτήρια συχνά εντελώς παράλογα για την κοινωνία μας. Ένα ζύγισμα ελευθερίας. 
 Ο Παναγιώτης της Βίβως χθες έγινε σαράντα επτά ετών και πάνω από μία τούρτα νουγκατίνα, ξεκίνησα χορό για τον αν η ψευδαίσθηση της αθανασίας ή η συνειδητοποίηση του τέλους μας κάνει πιο ζωντανούς. Καταλήξαμε στο «ταινίες μου μας έκαναν να κλάψουμε». Ο ξάδερφός του ο ναυτικός ο Γιώργης, δύο μέτρα ψηλός και δύο μέτρα πλατύς, πατέρας τριών παιδιών, κάπου στ' ανοιχτά της Ιταλίας κρύφτηκε να μην τον δουν που έκλαιγε, δε θυμάμαι σε ποια ταινία είπε, γιατί είχα μαγευτεί με την εικόνα του αυτή που έχτισε στο μυαλό μου και δεν άκουσα τα παρακάτω «σημαντικά». Ο Παναγιώτης έκλαψε με το ημερολόγιο τον πρόδωσε η Βίβιαν. Εγώ είχα κλάψει με τον Ε.Τ. τους είπα. Όλους μας άγγιξε η σκηνή που το κοριτσάκι πάνω από το φέρετρο φωνάζει πως το αγόρι δεν βλέπει χωρίς τα γυαλιά του... Το αγοράκι, ο Τόμας πέθανε γιατί πήγε να ψάξει το δαχτυλίδι «διάθεσης» που έχασε η Βέιντα στο δάσος.
 Όταν ο πατέρας αρρώστησε, πήρα το Μητσάκι μακριά από το νοσοκομείο να το φτάσω σε άλλους πλανήτες για λίγο, μακριά από τον πλανήτη πόνο. Στο τέλος της Συγγρού, στο πλανητάριο, αγοράσαμε δύο εισιτήρια για το διάστημα, να την μάθω πόσο δυνατή είναι και που μπορεί να φτάσει και δύο κολιέ «διάθεσης» για να ξέρει πως ό,τι χρώμα κι αν δείχνει δε σημαίνει πως είναι απαραιτήτως το «σωστό» κι ας «ξέρει» το κολιέ, εκείνη θα ξέρει πάντα καλύτερα και πάντα θα είναι οκ αυτό! Κόσμημα «διάθεσης», ένα ψευτομαγικό θερμόμετρο, που αναλόγως το χρώμα που παίρνει, σου λέει αν είσαι στενοχωρημένος, χαρούμενος, χαλαρός, ερωτευμένος. Ένα από τα πιο σπουδαία κι «ακριβά» κοσμήματα που μπορεί κατά τα άλλα να έχει κάποιος στην κατοχή του, αν σταθεί ικανός στη ζωή και καταφέρει να το αγοράσει, αν τον νοιάζει δηλαδή αυτό το άθλημα συλλογής κοσμημάτων. Αυτά τα «διάθεσης» και τα δαχτυλίδια γλειφιτζούρια! Λέω πως το δικό μου χαλασμένο πρέπει να ήταν ωστόσο, γιατί ήταν μαύρο για καιρό κι έπειτα έγινε όλα τα χρώματα μαζί... Που τάχα να' ναι τώρα; Να το φορούσα ξανά για λίγο να σου δείξω πως χαλασμένο όντως είναι, μαύρο θα γινόταν ξανά. 
 Εκείνες τις μέρες άνοιγα τον κύκλο που πάω τώρα να κλείσω. Όπου να' ναι μάλλον, δε θα είναι πια εκεί κόσμο να υποδεχθεί. Το μεγαλύτερο βάρος μέσα μου λοιπόν, σκέφτομαι πως είναι το εξής: Αγαπώ την ευθύνη, θέλω να σώζω κι αν δεν σώζονται, εγώ φταίω. Αν αυτός ο κύκλος κλείσει, θα χαθεί ένα φως που αποδεικνύει πως κάποιος μπορεί να μεγαλώσει και να είναι χαρούμενος. Το φως που μαρτυρούσε πως δεν πρέπει να «τρέχει» κανείς στους κόσμους των «μεγάλων» για να μπορέσει να αναπνεύσει. Πως στους κόσμους των «μεγάλων», είναι που πρέπει με τον κόσμο σου τον μικρό, τον ξεχωριστό να φωνάζεις, να χοροπηδάς και να παίζεις μπας και γίνουν κάπως όμορφοι κι αυτοί οι κόσμοι οι κοιμισμένοι, μπας και θυμηθούν... Θα χαθεί το φως που προστάζει πως δεν πρέπει να ακολουθείς, μα να χαράζεις δικούς σου δρόμους, να μην χρειάζεσαι ό,τι χρειάζονται, να μην χρειάζεσαι... Θα σβήσει για λίγο αυτό το φως φοβάμαι κι ακόμα κι αν πέρασε στην ιστορία άναρχα κι ανένταχτα, πρέπει η φωτιά να συνεχίσει να καίει στο παρόν για να είναι φάρος. Αυτό είναι το βάρος μου, αυτή η ευθύνη μου. Πως η μετατόπιση αυτή δε θα μου βρέξει την πυρκαγιά; Πως δε θα σπάσω την καρδιά μου με όλες αυτές τις πολλές ταυτόχρονες μετατοπίσεις; Σσσσσ, για στάσου λίγο. Ακούς από κάπου μουσική; Άκου, αλήθεια λέω! Is that all there is? If that's all there is my friends, then let's keep... I know what you must be saying to yourselves "If that's the way she feels about it, why doesn't she just end it all?" Oh, no. Not me... Χορεύουμε; 


Υ.Γ. 内緒だ。ある秘密は目が明かし、他の秘密は沈黙が明かす。



20250725

Φτερά καπό (πόρ)τες μάσκες

 Υπάρχουν δύο κείμενα «τελευταία» στο ημερολόγιό/ιστολόγιό μου, αυτό εδώ, που απλόχερα μαζί σας θα μοιραστώ. Το βλέπετε! Κι ένα δεύτερο, που δεν μπορείτε να δείτε. 
 Με τίτλο ανάρτησης «φράουλα κι αλμύρα» παλαιότερα στον χρόνο διαβάζετε το εξής: Πάω να γίνω ξανά ένα, όλον, γυμνό, πεμπτουσία. Πάω να δημιουργήσω νέα πράματα, μέχρι τα τώρα η ζωή με επιβεβαιώνει πως σωστά βαδίζω κι εγώ την στολίζω και συνεχίζω. Βίρα τις άγκυρες. Αχ και να 'ξερα! Λες να μην είναι το που; τσα! μπλογκ πραγματικά; Λες είναι πιότερο κάτι σαν death note; Στάσου να δοκιμάσω...
 Δοκιμαστική παράγραφος: Στη ζωή πρέπει να είσαι σίγουρος ότι θα έρθει η στιγμή που θα περπατάς στον δρόμο, θα χτυπήσει το τηλέφωνό σου και θα σου πουν «Ναι γεια σας, είστε η μοναδική κληρονόμος μίας σημαντικής περιουσίας, όχι δεν ήταν θεία/θείος μακρινός, κάποιος σας συμπάθησε απλώς αρκετά. Δεν έχει χρέη και δεν είναι πουθενά μπλεγμένα με άλλους. Τα θέτε;» Κυρίως αστειεύομαι!... Συνδέεται με το προπροηγούμενο κείμενο μου «Μικρό μανιφέστο τις νεότερης μετα-αισθητικής αποσυναρμολόγησης τις αισθητικής [sic]» και το σημείο: Γράφω ό,τι έζησα. Πρόσφατα διαπίστωσα ότι, τελικά πέτυχα όπως γράφω να ζω. Σα να χαράζω πορεία με τον λόγο κι έπειτα να φτάνουν οι πράξεις να περνούν το παραμύθι στην αθανασία, ολόκληρα, στιβαρά. Πιο συγκεκριμένα με τη σκέψη αν είναι «τύχη» ή «πετύχει» τα όσα μου συμβαίνουν...
 Το δεύτερο «τελευταίο» κείμενο του ιστολόγιου λοιπόν, είναι μία ανάρτηση που δεν έχει δημοσιευτεί και δένει μεταξύ τους τα κομμάτια σχεδόν όλα. Με τίτλο «Πόσο κοντά είναι η Ασία;» ένα καυτό μεσημέρι μεσοκαλόκαιρου, λίγες μέρες μετά το μανιφέστο της αλμυρής φράουλας, στην πλατεία Αβησσυνίας, κάνω στάση ν' αποθηκεύσω και να γιορτάσω, ανάμεσα σε κάτι ταβλαδόρους παππούδες και στον ήχο από τα μωρά στη φωτιά που τραγουδάνε στα ηχεία και συμπληρώνουν επικά την επική αυτή σκηνή, μέρα, ιστορία. 
 Φεύγοντας από μία συνάντηση που έδωσα χέρια για την επιστροφή μου σε μία μεγάλη μου αγάπη, σε έναν νέο κύκλο, ένιωσα την τρομερή ανάγκη να μοιραστώ αυτόν τον καταρράκτη φωτιάς μέσα μου. Συνειδητοποιώ ότι θέλω να επικοινωνήσω με ένα συγκεκριμένο άτομο! Δεν μπορώ να το ενοχλήσω ωστόσο... Υπάρχουν άνθρωποι να πάρω που θα χαρούν. Θα χαρούν αρχικά, γιατί δίχως να καταλάβουν τις λεπτομέρειες θα τους συνεπάρει η χαρά μου. Υπάρχουν άνθρωποι που θα καταλάβουν τα σημαντικά, αλλά θα αδιαφορήσουν για όλα τα σημαντικά-ασήμαντα μου. Υπάρχουν άνθρωποι, αλλά, εγώ νιώθω καθώς οδηγώ, πως μόνο ένας θα ένιωθε πλήρως το τι συνέβαινε μέσα μου εκείνη την ώρα. Καλώ εν τέλει αυτόν που «πρέπει», απογοητεύομαι εννοείται ξανά από το «λάθος» μου. Ανεβαίνω την Πειραιώς, πανηγυρίζουν τα μέσα μου, ωστόσο, δεν μασάω την απογοήτευση πια, έχει τελειώσει. Είναι λοιπόν πλέον όλα τόσο συγκεκριμένα κι έντονα που δεν μπορώ με κανένα κλειδί να τα μασκαρέψω. Θα επανέλθω πιο κάτω με παραπάνω σχετικές πληροφορίες, μα δεν είναι αυτό που με καίει αυτές τις στιγμές. 
 Τάκη, τι κάνω τώρα; Ενώ είμαι σε μία κατάσταση έκστασης αδιάκοπης κι ενώ αρχίζει κι εγείρεται μέσα μου μία διαδρομή με ένα σταυροδρόμι, ξάφνου μέσα σε μία εβδομάδα έχω βρεθεί στον κόμβο Κηφισίας να πρέπει να πάρω σημαντικές αποφάσεις ζωής/τσέπης και να πρέπει να το κάνω τώρα αυτό με τρόπο τέτοιο που να μην πιέσω καμία κατάσταση, να μην ματώσω τίποτα και κανέναν κυρίως εμένα και να έχω το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, στον καλύτερο δυνατό χρόνο, τόσο για την σκληρή μου πραγματικότητα, όσο και για τη σπουδαία μου ιστορία. Κερασάκι στην τούρτα; Την ίδια ώρα που μου πιέζουν τον χρόνο και τον χώρο, την ίδια ώρα πρέπει να σεβαστώ τον ρυθμό τους. Και τώρα, δεν έχω πραγματικά που να το ακουμπήσω ατόφιο όλο αυτό δίχως να τρακάρω! Προσπαθώ πολύ σκληρά ανάμεσα στ' άλλα να ναβιγκέιτ και τα φίλινγκς μου, γιατί γκες γουάτ Τάκη, ματώνουν κι αυτά και κοντολογίς, έχει πάρει φωτιά ο κώλος μου. Σα να χορεύουν οι μέρες μου το «βάρα νταγερέ», ή μάλλον όχι, σα να χορεύουν μπάλο μέσα σε μία χειρουργική αίθουσα την ώρα που προσπαθούν να με ξυπνήσουν με ένα ωραίο τραγουδάκι από μία κατά τ' άλλα ελεγχόμενη μέθη και μία πιο ελεγχόμενη διείσδυση και σπίθα στα υπόγεια του εαυτού μου! Και μέσα σε όλα αυτά να έχω και την ξεθολούρα ή θολούρα αν θες για τα «πρέπει» να συνθέτω και τη δική μου μουσική, να πλέκω στίχους, να καταφέρω να μου εξηγήσω κάποτε και κυρίως να μην χάσω τη ρημάδα την ισορροπία μέσα μου. Μεγάλες προτάσεις, πολλά «και», μεγάλες φουρτούνες Τάκη! Γουστάρω.

Υ.Γ. Διάλογος με αναισθησιολόγο: 
_Βάλε το καλό, το πλήρωσα ακριβά
_Μόνο καλό πράμα έχει εδώ μέσα 
_Πως θα με ξεγελάσεις; Τι θα με βάλεις να κάνω; Να μετρήσω πρόβατα; 
_Κάποτε το κάναμε αυτό, μα μετρούσαν κατά λάθος και τον σκύλο του κοπαδιού και ήταν γρουσουζιά. 
_Εγώ θα αντισταθώ να ξέρεις
_Καμία δεν μου αντιστάθηκε ποτέ
_Εγώ θα αντισταθώ. Κοίτα, αντιστέκομαι... Αντιστέ...

Υ.Υ.Γ. Σε μία εποχή που δεν μπορείς να μην στάζεις, μία ταμπέλα από ένα παλιό συνεργείο, είναι ξάφνου ένα ΠΟΡ μακριά από το να μπορούσε να είναι η πιο kinky ταμπέλα sex shop της γειτονιάς. Όλα φωτίζουν κι ενισχύουν ένα αιώνιο καθολικό συμπέρασμα. Τα πράματα ή τα φτιάχνεις ή τα γαμάς αναλόγως με το πως έχεις διάθεση να τα δεις. 





20250707

Φράουλα κι αλμύρα

Τάκη, τίνος είσαι εσύ; 

 Η απόλυτη μη συγκέντρωση. Θέλω να γυρίσω πίσω στο πιάνο μου και μετά θέλω να πάω να τρέξω σαν βραδιάσει. Λένε πως έχει πολλή ζέστη στην Αθήνα. Έρχομαι να φέρω κι άλλη. Λοιπόν, θα προσπαθήσω να συγκεντρωθώ για λίγο. Τα μικρά μου νέα εν τάχει: Έφτασα στο νησί, αλλά μέχρι να φτάσω, κάποια πράγματα άλλαξαν κι έτσι άλλαξα κι εγώ αυτά που έπρεπε να κάνω. Πήρα μαζί μου πέντε βιβλία. Κάποια για να κάνω επανάληψη, κάποια για να τα τελειώσω. Το μόνο που κατάφερα να τελειώσω ήμουν εγώ. Μάλλον θα ήμουν πολύ αισιόδοξη. Πάντα είμαι δηλαδή... Αλλά πέντε βιβλία για 4 μέρες; Όχι ότι δεν είχα σπουδαίο χρόνο, μα λίγο η δυσκολία του να παραμείνω συγκεντρωμένη, λίγο ο ξαφνικός πολύς καθαρός δικός μου χρόνος, έκανα μία τρύπα στο νερό. Η Μαλβίνα είναι από μονή της δύσκολη κι ασυγκέντρωτη επίσης. Αρχικά γράφει κάπως σαν καταρράκτης, βρε ποια μου θυμίζει, ποια μου θυμίζει; Έπειτα έχει ένα σωρό αναφορές, ονόματα, βιβλία, ταινίες... Βρε ποια μου θυμίζει, ποια μου θυμίζει; Για να το νιώσεις πλήρως πρέπει να έχεις αγγίξει, να έχεις γευτεί τα όσα αναφέρει. Για να προσπαθήσω να το νιώσω κάπως έπρεπε να γυρίσω πίσω, να διαβάσω ξανά, να διαβάσω αργά, να αναζητήσω τα όσα μου έλειπαν. Έτσι πεταγόμουν για διάλειμμα από την «πτώση» στο «φιλί» κι από τον «λύκο της στέπας» σε κάτι ερωτικές επιστολές στο βιβλίο «έρωτας». Σταματούσα, κοιτούσα τη θάλασσα, ταξίδευα, επέστρεφα στη σελίδα, σκεφτόμουν τον αναρχικό τραπεζίτη (εντελώς άκυρο) και τι μπαλάρα έπαιξε ο Πεσόα... Μετά με μάλωνα που σκεφτόμουν και τ' άκυρα συν τοις άλλοις. Έπειτα με πιάνω να παίζω με τα δάχτυλά μου νοερά πιάνο, που σίγουρα δεν ξέρω να το παίζω. Κουνιούνται πάνω κάτω στις νότες του πατετίκ (pathétique) του Μπετόβεν, το τρίτο μέρος προσοχή, το ζωηρό, το παιχνιδιάρικο, το έντονο! Δεν σημαίνει θλιβερός/παθητικός, που σημαίνει στα εγγλέζικα να ξέρεις! Είναι γαλλικό κι έρχεται από το ελληνικό πάθος. Σημαίνει συγκινητικό, δραματικό, γεμάτο πάθος και πόνο, ναι... Και μετά έπιανα το μπλοκάκι κι ό,τι ήταν βαρύ κι ασήκωτο κι αλαφρύ συνάμα, σαν εφηβεία, σα νερό, το έχωσα στις ακόμα πιο μυστικές σημειώσεις μου, να 'μαι σίγουρη πως το απαθανάτισα για όποτε νιώσω νεκρή, διψασμένη ή δημιουργική. Σημείωνα κι έπαιζα στο ριπίτ τη σκηνή και τις ατάκες, από μία ταινία, όχι, όχι, δεν την ξέρεις. Και σα να μην έφτανε αυτό το θερινό χάος της απόλυτης τακτοποίησης, αγόρασα κι ένα μίκυ μάου με πλήρη συνείδηση, χωρίς παιδί για άλλοθι, έβαλα να δω και Κουστουρίτσα, τον «καιρό των τσιγγάνων» και να το πάλι... Ω άρρωστοι, δαιμόνιοι θεοί, τι παιχνίδι συμπτώσεων παίζετε για την τέρψη σας μαζί μου; Στήνω το λαπτοπ με θέα το Αιγαίο πάνω σε μία μικρή απλώστρα στο μπαλκονάκι, την έκαμα τραπέζι αυτοσχέδιο, κρατώ την χωριάτικη, πατάω play να σταματήσει η ταινία του εγκεφάλου και ακούω την ίδια ατάκα απ' άλλη σκηνή; Σε ένα έργο που κι εγώ δεν ξέρω πόσα χρόνια το έχω εκεί να σκονίζεται και να περιμένει. Αλήθεια; Τώρα;  
 Τα παιδιά τα βάπτισαν Φίλιππο και Άρη. Το ρομαντικό παραμυθένιο εγώ μου, ήθελε να δημιουργήσει ένα παιδί που θα το πει Αγάπη, για να φέρει την αγάπη στον κόσμο και να αποδείξω πως τα παραμύθια και οι σπουδαίες ιστορίες υπάρχουν με σάρκα κι οστά κι εγώ δεν τα πρόδωσα και τα γέννησα. Στο έχω πει αυτό. Το αστείο εγώ μου, αυτό δε στο έχω πει, γιατί είμαι και πολύ αστεία πανάθεμά με, θα μπορούσε να βγάλει έναν γιο μου Άρη και θα ήταν η μόνη περίπτωση που θα ήμουν οκ βαθιά μέσα μου να γινόταν παπάς και να του φωνάζω κάθε μέρα «Καλημέρα παπά Άρη, ευλόγησον»
 Η τέχνη μου Τάκη; Άπατη πήγε. Δείχνω κώλο, τρελαίνεται ο λαός και δεν είναι καν ο δέκα χρόνια πριν κώλος, ο χωρίς δύο παιδιά και δεκάδες ποτάμια χαραγμένα και βάσανα. Δείχνω φάτσα που δε λέει τίποτα ουσιαστικό, κυριολεκτικά, το βίντεο δεν είχε καν ήχο, ήταν απλά κοντινό στο φακό και δωσ' του η αλληλεπίδραση! Δείχνω τέχνη και δεν αγγίζω ψυχή. Ακόμα κι αν έδωκα κλειδιά κι υπομνήματα, μπας και γίνω ευκολότερα κατανοητή γενικά, όχι μόνο σε κάποια ελίτ, ίδια απήχηση, ίδια αποδοχή, βάθος κι αφρός δεν είχε... Οπότε μαζεύομαι ξανά στο «δε με νοιάζει», στο «κλείνω τους δρόμους για τον κόσμο μου», το πείραμά μου απέτυχε. Κι αν μία μέρα φτιάξω το βιβλιοπωλείο/ τεϊοποτείον, μην αναρωτηθείς γιατί θα το προωθώ με τη σεξουαλικότητα στο τιμόνι. Είμαι και μία ανυπότακτη επιχειρηματίας εκτός των άλλων, μην ξεχνιέσαι, μία αναρχική τραπεζίτισσα. Τι ζήτησα στο κάτω κάτω; 
 Τα κίτρινα λουλουδάκια; Τα βρήκα! Αυτό το ολοκλήρωσα. Το όνομά τους; Σπάρτα. Μυρίζουν τόσο σπουδαία όσο θυμόμουν. Το τακτοποίησα αυτό κι ας άργησα. Τι κατάφερα; Βρήκα όλες τις απαντήσεις που έψαχνα! Τι αστείο, είναι πάντα μέσα μας οι απαντήσεις. Μοσχοβολάνε οι αλήθειες μας, σαν τα σπάρτα, φωτίζουν σαν φάροι κι εμείς οι δειλοί κάνουμε τάχα πως κοιτάμε αλλού, πως δε νιώθουμε, πως δε μιλάμε, δεν ακούμε, αλλά είναι κανόνας αυτό και μας τρώει στο τέλος φτύνοντας τα κοκαλάκια μας στη μάνα γη: Τίποτα πιο δυνατό από την αλήθεια μας, τον πυρήνα μας, την ιστορία μας. Πάντα θα κερδίζει. Και γι' αυτό τον λόγο, ούτε που τόλμησα να πάω να μουτζουρώσω την ταμπέλα που δείχνει προς «Αγάπη», ούτε την χλεύασα, ούτε κωλοδάχτυλο έκανα, ούτε πέη πάνω της με ανεξίτηλο ζωγράφισα (κι ας είχα σκοπό έπειτα, να το σβήσω με λίγο οινόπνευμα, γιατί είμαι και πολύ καλό παιδί γαμώτο, εκτός από πολύ κακό παιδί που γίνομαι ενίοτε κι εκτός από καταλύτης που είμαι πάντα). 
 Ξέρεις τι άλλο δεν έκανα; Δεν βούτηξα, δεν βαπτίστηκα κι όσα έγραψα εγώ κι όσα γράφουν τα βιβλία, δεν τα πήρα μαζί μου να τα κάψω ή να τα πνίξω. Τρέμε Αθήνα έρχομαι, με λένε Ελένη, όνομα είχα! Το οποίο σου έχω πει ότι βγαίνει από τη σελήνη; Έχω κάνει την επανάληψή μου κι επιστρέφω πιο δυνατή από ποτέ. Ποιον τάχα κορόιδευα εμένα ή εσένα πιο πολύ; Θα τα έπνιγα στη θάλασσα και θα τα έκαιγα στην φωτιά ενώ είμαι η θάλασσα και η φωτιά; Θα έστριβα τάχα ανάποδα να μην πάω προς «όλους τους προορισμούς» κι «όλες τις κατευθύνσεις» ενώ είναι μέσα μου όλα αυτά; Μέσα μου και το «λιμάνι» μωρέ και που θα πας τώρα να σε δω! 
 Σε άλλα νέα κατάλαβα γι' ακόμα μία φορά ότι το πρωινό στα ξενοδοχεία είναι από τα αγαπημένα μου πράγματα στη γη. Αν έπρεπε να εργαστώ για κάποιον άλλον, θα ήθελα να ταξιδεύω πολύ, ιδανικά να έχει να κάνει με το αντικείμενό μου, το όποιο θα έχω μπλέξει με κάτι δημιουργικό. Να αλλάζω χώρες και πόλεις, έχοντας τη βάση σπίτι. Να ξυπνάω νωρίς για να απολαμβάνω το πρωινό από τους πρώτους στα διάφορα ξενοδοχεία, μαζί με το σημειωματάριο μου πάντα. Ιδανικά να έχω και το σχεδόν τρεις μήνες καλοκαιρινό κενό και το πάσχα/χριστούγεννα δεκαπενθήμερο των καθηγητών. Είδες τι ωραία Τάκη που έχω στρώσει και το πλαν Β της σκλαβιάς; Αναπνέει. 
 Αχ ρε γαμώτο, θα τ' ομολογήσω, είμαι κατά άλλα βαθύτατα «στενοχωρημένη». Έχω φορέσει ρούχα αμείλικτης, σιωπηλής, αποστασιοποιημένης γυναίκας, κυκλοφορώ κι οπλοφορώ κι είναι κι αυτό αστείο πολύ, γιατί κατά τ' άλλα βούτυρο είμαι και θέλω να απλωθώ πάνω στον κόσμο με μία αριστουργηματική ιστορία. Να τους λιπάνω τα γρανάζια, τις καρδιές, τα κεφάλια. Να βρέξει ζάχαρη κάποιο απόγευμα, με τον ήλιο σαν φέτα πορτοκάλι και τον καύσωνα συνένοχους, να γένουμε όλοι κρέμα. Σημείωση: Αυγά και λίγη κρέμα γάλακτος να θυμηθώ να πάρω από την αγορά του Αλ Χαλίλι γι'αυτή τη συνταγή! Κρέμα πορτοκάλι με γεύση φράουλα κι αλάτι. Στολισμένη με ένα σωρό κόκκινα σημαιάκια. 
 Αν βοηθάει που είμαι μάνα στην πλοκή του έργου; Αμέ! Έμαθα να καθησυχάζω καλύτερα την παράλογη ταραχή και να αναγνωρίζω ταχύτερα το σημαντικό. Μπορώ να διακρίνω καθαρότερα πότε τα παιδιά λένε ψέμα και πότε με σιωπές κρύβουν αλήθειες. Επιβεβαιώνω πως αν τα μάθεις να φωτίζουν κι απλόχερα να το χαρίζουν, πάντα θα τους περισσεύει ηρεμία και διαύγεια. Ο τρόπος να το μάθουν βαθιά όλα μου τα παιδιά; Να το εφαρμόζω η ίδια πρώτα, να ζω έτσι. Τι κι αν γίνουν λίγο ζαβά, λίγο επικίνδυνα; Τι θα ήταν ο κόσμος δίχως αυτούς τους τρελούς με τρόμο αναρωτιέμαι... Ξέρεις ακριβώς ποιους! Αυτούς που βρίσκουν κερματάκια στον δρόμο, σκύβουν και τα μαζεύουν, όσο μικρή αξία κι αν έχουν και ξεκινούν από αυτό κάποια νέα αριστουργηματική δημιουργία. Από αυτά τα μικρά κυκλάκια στο πάτωμα ναι, πες το κέρμα εσύ, τις αφορμές, την έμπνευση θα συμπληρώσω εγώ, που δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αν θα βρουν κι άλλο αργότερα στον χώρο ή στον χρόνο, γιατί σημασία έχει πως σφίγγουν ήδη το έναυσμα στη γροθιά τους. Πως δεν ξεκίνησαν από το σπίτι με τη σιγουριά πως κάτι θα βρουν, δεν το ΄χαν καν στα πλάνα κάτι να ψάξουν, μα όταν αναγνώρισαν τον θησαυρό, τον πλούτο αυτόν τον τόσο φτωχό, δεν τον αρνήθηκαν. Που βλέπουν τον κόσμο γεμάτο σπέρμα και προορισμούς και κατευθύνσεις. Ναι, βοηθάει και η σκηνοθεσία και η συγγραφή μαζί με τη μητρότητα τελικά. 
 Άσε με λοιπόν να κολυμπώ χορτάτη στην κρέμα μου κι ας είμαι ντυμένη προς το παρόν με αυτά τα ρούχα τα βαριά, θα τα βγάλω κι ας πνιγώ, έτσι θα ζήσω. Γιατί ξέρεις τι είναι πιο θλιβερό από να βυθιστείς σε μία κρέμα πορτοκάλι; Να προδώσεις την ποίηση μέσα σου, το έργο σου, τους χάρτες σου. Εγώ με τις ιδέες μου, που έγραφε κι ο Άσιμος, με χρίζω ιππότη και τζεντάι κι άμα ξεμεθύσω σας λέω και γκουντμπαϊ. Στο κάτω κάτω, είμαι φοβερή κολυμβήτρια, πότε μου σωσίβιο δε χρειάστηκα, δεν πνίγομαι. Σε ύπτια θέση ουρανό απολαμβάνω κι είμαι ζεν. Έτσι λοιπόν, αγαπημένο νησί, εγώ και όλοι μου οι ρόλοι κι οι ιδέες σε αποχαιρετούμε. Πάω να γίνω ξανά ένα, όλον, γυμνό, πεμπτουσία. Πάω να δημιουργήσω νέα πράματα, μέχρι τα τώρα η ζωή με επιβεβαιώνει πως σωστά βαδίζω κι εγώ την στολίζω και συνεχίζω. Βίρα τις άγκυρες. 

Υ.Γ. Το ξενοδοχείο δεν είχε καθόλου καλή ηχομόνωση. ΚΑΘΟΛΟΥ. Φαντάσου μπορούσε ν' ακουστεί ο ήχος της δόνησης, οι ροχάλες του διπλανού κυριουλή, τα βήματα, τα φτερνίσματα και η κυρία από το room service με τον γλυκό της ψίθυρο. Διάβασε το σημείωμά μου κι είπε στη συνάδελφό της «σσσσσ κοιμάται». Γέμισε η καρδιά μου. Ήμουν ωστόσο πιο ξύπνια από ποτέ κι ας έβλεπα όνειρο. 


Υ.Υ.Γ. Έψαχνα τα μειλ μου, καθώς προσπαθούσα να μπω στο πλοίο, στο ένα χέρι κρατούσα το τελευταίο ice cream soda (το οποίο πάντα στην καρδιά μου θα είναι «Ι scream το 'δα» και πάντα να το ζητάς με παγωτό αμυγδαλωτό κι όχι την αδιάφορη τη βανίλια που το σερβίρουν). Με το άλλο χέρι έπρεπε να οδηγήσω το μηχανάκι και με το τρίτο, προτού χαθεί το σήμα προσπαθούσα να βρω το καταστατικό της εταιρείας μου και να το προωθήσω κάπου. Όπως σκάλιζα τα μειλ λοιπόν και δοκίμαζα keywords να επιταχύνω την εύρεση του εγγράφου, με το: katastatiko, βρήκα επικό μήνυμα που είχα τότε στείλει σε Αννούλα και Αλέξανδρο για ενημέρωση και κουσκουσάκι. 2013 μετά το έπος που πρόσφατα ανέσυρα με πιέζω να βγω ραντεβού. Με τίτλο «Οι άνδρες γύρω μου» παρουσιάζω το εξής: 


 Το παραθέτω 2025 εδώ. Είχα από μικρή μία τρομερή ικανότητα να αποφεύγω «Μητσάρες». Πάμε για έναν καφέ, μου έλεγαν, αν έχεις διαβάσει τον μικρό πρίγκιπα, τους έλεγα. Έτρωγαν Χ από τον καφέ δηλαδή. ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΤΟΣΑ ΠΟΛΛΑ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΚΙ ΑΛΛΑ ΤΟΣΑ ΝΑ ΦΤΙΑΞΕΙΣ, γιατί να ξεκινήσεις με έναν καφέ; Ξεκίνα έστω με άλλο χρώμα. Τότε που δεν έπινα καν καφέ μου φαινόταν διπλά αποτρεπτική αυτή εισαγωγή, ανέμπνευστη. Κέρδισα έτσι λίγους σπουδαίους έρωτες, αριστουργηματικές ιστορίες και πολλή, πολλή κούραση. Στον Μητσάρα τότε είχα δώσει ευκαιρία πριν από αυτόν τον διάλογο. Μετά τα προδομένα μου παραμύθια, που ποίηση τα 'κανα και στη θάλασσα επέστρεψα για να γιατρευτώ, είχα ήδη ανοίξει την περίοδο των εκπτώσεων, ψέμα του είπα, πρωτίστως στον εαυτό μου δηλαδή. Ήταν ψηλός, το ευαίσθητο σημείο μου. Ήταν και συμμαθητής μου στα θαλασσινά, αγνόησα όλα τ' άλλα και δέχτηκα να πάμε για μία σοκολάτα, μην είμαι και σνομπ, είχαμε κοινά, θα σκέφτηκα μάλλον. Η ιστορία συνεχίζεται, θα σκέφτηκα μάλλον, πιέσου και λίγο. Δεν υπάρχει άνθρωπος πολυδιάστατος θα σκέφτηκά μάλλον. Δεν συνδυάζεται τέχνη και ζωή, θα σκέφτηκά μάλλον. Δεν υπάρχει ισορροπία, θα σκέφτηκα μάλλον. Αν είναι λειτουργικοί για την κοινωνία, δε θα είναι δημιουργικοί, θα σκέφτηκα μάλλον. 
 Μετανιώνω που δεν έβαζα τόνους. Μετανιώνω για τη στίξη μου. Μετανιώνω που απαντώ με ακατάλληλο τρόπο κι όχι κάτι πιο σύντομο κι απλό, όπως θα ταίριαζε. Μετανιώνω που για κάποια κακά σενάρια άλλων και κάποιους «Μητσάρες», σιώπησα τα ιδανικά μου κι άρχιζα να μετράω με διαφορετικό σύστημα αξιών, όπου η αμοιβαιότητα μάλιστα και η δημιουργικότητα ωχριούσαν. Ήμουν βέβαια πολύ δυνατή και τις έφερνα πίσω στο τραπέζι μονάχη κι έτσι κάπως με κοίμιζα. Κάπου πιο κάτω στην ιστορία μου, με ξαναβρίσκω για λίγο. Η τελική μου αναλαμπή κι αφήνω πίσω άνθρωπο σπουδαίο, επειδή δεν έπαιζε επιτραπέζια, κάπνιζε, έπινε ουίσκι και προσπαθούσε κυρίως να με πείσει πως στα 22 μου δεν ήμουν και «έφηβη» πια. Αδέκαστη, προχώρησα. Μετά το χάος... 
Καλώς ήρθατε στο εκπτωτικό χωριό! 
Τι; 
Δεν σκοτώνετε μυρμήγκια; Αχ φανταστικό!
Αρκεί για να γεννήσω μονάχη ένα σύμπαν. Εδώ ο άλλος με μια ελιά, ένα καράβι κι ένα αμπέλι, έφτιαξε μία Ελλάδα, εγώ θα κώλωνα; 

Υ.Υ.Υ.Γ. Καλά, για τίποτα δε μετανιώνω! Δε θα είχε το ίδιο βάρος κανένα μέλλον πιθανότατα, κανένα παρόν, αν δεν είχε παιχτεί αυτό το παρελθόν. 

20250626

Μικρό μανιφέστο τις νεότερης μετα-αισθητικής αποσυναρμολόγησης τις αισθητικής [sic]

  Δεν ξέρω πως ξεκίνησε όλο ξανά. Όχι ότι σταμάτησε ποτέ, αλλά είχε για κάμποσο καιρό κοιμηθεί.

 Χρόνια πριν, πίσω στο 2013 έγραψα ένα ποίημα. Το έγραψα στα εγγλέζικα και καθόλου δε θυμάμαι το γιατί... Πέρασε το καημένο τόσα πολλά δίπλα μου. Απαγγέλθηκε μέσα σε γυμναστήρια και γήπεδα, προσπαθώντας εγώ να διορθώνω τα λάθη της Νικόλ στους τετρακέφαλούς της, για να δυναμώσει και να πηδάει ψηλότερα κι εκείνη εμένα κι αυτό το ρημάδι το «folk» που ανέπνεε λάθος. Ακούστηκε στη βραδιά ποίησης, σπίτι του Γιώργου. Ο Αλέξανδρος κρατούσε μπράντι κι ο Μιχάλης μία πίπα. Εγώ διάβαζα υπό το φως των κεριών, αυτοί σαν πραγματικοί φιλότεχνοι χάιδευαν τα μούσια τους. Πίσω τζαζ, μπρος ο Τορνατόρε, δίπλα ο Εμπειρίκος. Το 2015 αποφάσισα να μην το κρατώ πια στα σκοτάδια. Πιο κάτω στον χρόνο, πέρασα στις περίπου συμβατικές λειτουργικές πραγματικότητες. Ο Σπύρος με τους φίλους του με έβαζαν να το διαβάζω σε μαζώξεις, για να γελάσουν και κάπου εκεί το άφησα στην άκρη δίχως νανούρισμα πια. Είναι πολύ λεπτή η γραμμή, το όριο, ανάμεσα στο «αυτός κάνει τέχνη, εκφράζεται, νιώθει» και στο «αυτός είναι τρελός, είναι αστείος, είναι αποτυχημένος». Το μαγικό; Ν΄ αδιαφορείς για τις γραμμές κι να επανεξετάζεις διαρκώς τα όρια. 

 Αργότερα μεγάλωσα ξανά. Πάλι πίσω στην έκθεση. Από τους λίγους, το πέρασα σε περισσότερους. Το τύπωσα, το πούλησα, το χάρισα. Η αλήθεια είναι ότι οι εντελώς ξένοι, του έδωσαν μεγαλύτερη προσοχή και σεβασμό από τους όχι εντελώς ξένους. Αν επιτυχία για έναν καλλιτέχνη είναι να ζήσει από την τέχνη του, τότε, για κάμποσο, το ποίημα μου, μου αγόρασε κάποιους καφέδες. Το έζησα προτού πεθάνω τ΄ όνειρο, κάτσε να στο εξηγήσω. Ωστόσο μαζί με τη ζωή του ποιήματος ξανά άρχισε να θεριεύει μέσα μου κι ο όρος «τέχνη». Από άμορφο, έπρεπε να το ορίσω. Για εμένα. Απ' όσο με θυμάμαι, θα με έλεγα από πάντα δημιουργική. Όσο δεν ήξερα να γράφω, είχα τη δική μου φανταστική ραδιοφωνική εκπομπή. Όταν έμαθα να γράφω, δε σταμάτησα να διψώ. Σελίδες σκόρπιες, ημερολόγια, τραγούδια, ποιήματα κι έπειτα παράλληλα, το μπλογκ. Το μόνιμο άγχος μου αν πάθω κάτι, να φροντίσουν τα βιβλία μου και τα γραμμένα μου. Αλλά δεν είμαι μαζί σας απόλυτα ειλικρινής ως τώρα... Κάπου σε κάποιο σημείο, πέρασα από την απλή καταγραφή, στο σκάψιμο και στην τακτοποίηση κι από εκεί στην αναζήτηση ίσως κάποιας σύνδεσης και το δυσκόλεψα αρκετά το πράμα. 

 Γράφω ό,τι έζησα. Πρόσφατα διαπίστωσα ότι, τελικά πέτυχα όπως γράφω να ζω. Σα να χαράζω πορεία με τον λόγο κι έπειτα να φτάνουν οι πράξεις να περνούν το παραμύθι στην αθανασία, ολόκληρα, στιβαρά. Αλλά, εδώ έρχεται η παγίδα που έστησα. Μία παγίδα που εν τέλει δεν είμαι σίγουρη αν την έστησα για εμένα ή για εσένα.  Γράφω για την αποτύπωσή ναι, γράφω για την πυξίδα, δημιουργώ, αγγίζω την «τέχνη», το «έργο» με τον δικό μου ρυθμό, τρόπο, χρόνο, αναπνέω, εκπέμπω. Αλλά κάπου σ' όλο αυτό κρύβω μία απροσπέλαστη πύλη. Ποιος ο λόγος να έχω πόρτα, όταν είναι χτισμένη; Παρά έγινα ρομαντική σε έναν κόσμο σκληρό. Σκάρωσα γρίφο να δω που μπορεί ο άλλος να σταθεί. Να τον μετρήσω. Πόσο αγγίζει το μυαλό μου και πόσο το συναίσθημά μου; Πόσο θέλει να μπει; Πόσο αγνοεί εντελώς τον πύργο, πόσο ψάχνει για ρωγμές και πόσα κλειδιά έχει; Έφτιαξα πύργο τόσο ψηλό κι αόρατο κι άγριο κι ήθελα εκεί μέσα να μείνω. Γρίφο στον γρίφο του γρίφου και γλώσσα, της γλώσσας στην γλώσσα. Μάντεψε την ειρωνεία... Βλέπαν όλοι ένα καπέλο! 

 Με τα χρόνια γλύκανα λίγο. Σκέφτηκα πως για να είμαι «σωστή», αυτό που φτιάχνω το «τίμιο» είναι, να είναι για όλους. Ασχέτως με το αν θα ασχοληθούν ή όχι, εγώ φάρος θέλω να είμαι, να χαρίζω απλόχερα, αυτό επιθυμώ. Είπα έτσι πως η τέχνη μου και η ιδανική για εμένα «τέχνη» θα πρέπει να είναι για τους λίγους μου, ναι, πάντα, γι' αυτούς που θα ακούν τη φωνή μου καθώς θα διαβάζουν, θα ξέρουν που, ποιος, ποτέ και γιατί, θα ξέρουν τις παύσεις, τη μουσικότητα, τα υπόγεια, τα δαιδαλώδη. Θα είναι για τους ακόμα λιγότερους, που σε αυτούς μιλώ συγκεκριμένα, τους επικίνδυνους, τους «εγώ». Θα είναι όμως πια και για τους πολλούς, πιο εύκολα, πιο προσιτά. Ναι στους γρίφους, ναι στα βάθη, όχι όμως στο απλησίαστο. Σκέφτηκα ότι μάλλον το «κείμενο» δεν υπηρετεί σπουδαία αυτόν τον νέο μου σκοπό. Είναι στα αλήθεια πιο δύσκολο να κάτσεις να διαβάσεις κάτι, να φανταστείς, παρά να δεις. Έτσι άρχισα να οπτικοποιώ πειραματικά κάποια πράγματα κι όντως είχε αποτέλεσμα, ήρθαν περισσότεροι στη γιορτή. 

 Τον τελευταίο καιρό όμως έχει προκύψει ένας νέος προβληματισμός. Δεν ξέρω αν τάχα θέλω στον ψηλό μου πύργο ακόμα μεγαλύτερη παρέα και γιατί συμβαίνει αυτό ή αν με έχει τρομάξει πια τόσο πολύ αυτή η φεγγαροντυμένη του Σολωμού. Εξηγώ αμέσως. Γνώρισα τον «Κρητικό» στην τελευταία του λυκείου τάξη. Αναλύσεις επί των αναλύσεων κι έπειτα σαν τελείωσαν οι αναλύσεις κι άλλες αναλύσεις. Με στοίχειωσε τόσο αυτή η φεγγαροντυμένη που αποφάσισα να κάνω κάποια μαθήματα ξενόγλωσσης λογοτεχνίας, μπας και το δω αλλιώς. Έπειτα με στοίχειωσε ο Χαλίλ κι «ο προφήτης» του κι αργότερα ο «Σιντάρτα» κι έπειτα κατάλαβα... Δεν ήταν τα ίδια τα έργα το βάσανό μου, ήταν οι θέσεις των άλλων για τα έργα. Ωραία, τα είπαμε, τα αναλύσαμε, τα σκάψαμε, κουτσομπολέψαμε εμείς οι θνητοί, ο ίδιος ο Διονύσης όμως, τι είπε; Τον ρωτήσατε; Αποκάλυψε ποτέ; Τόλμησε; Θέλησε; Θα μου πεις, τι μας νοιάζει ο Διονυσάκης. Στόχος της δημιουργίας, είναι να της δώσεις το σχήμα που θες. Κι αν με νοιάζει;...

 Έτσι ξεκίνησε ο νεότερος κύκλος. Της μετά-αισθητικής αποσυναρμολόγησης της αισθητικής μου. Ίσως από το ένα κιλό βροχής να ξύπνησε το ηφαίστειο. Λες εκεί να σημειώθηκε η πρώτη δόνηση; Γνωρίζω πως, δεν μετράς τα υγρά σε κιλά, αλλά σε λίτρα, μην ανησυχείς! Κατάλαβα λοιπόν ότι για να νιώσει ο άλλος περισσότερο και να προσπεράσει τα «λάθη» πρέπει να γνωρίζει τον κώδικα. Κάποιο hint, κάποιο υπόμνημα. Ακόμα κι αν είναι εξοικειωμένος με όρους όπως «ποιητική αδεία», πάλι δε θα μπορέσει να δει στο βάθος που θα ήταν το ιδεατό μου, αν δεν γνωρίζει π.χ. το φωνητικό αλφάβητο. Δε θα μπορέσει να καταλάβει ότι το άδειο μου τσικάλι κυριολεκτικά, ίσως να είναι το κενό μου συναίσθημα μεταφορικά ή αν δεν παίζει πόκερ, πως θα καταλάβει το ματ που έκανα με το ανύπαρκτο ποντάρισμα;... Αν δεν έχει ακούσει, χορέψει ποτέ Foxtrot ή Tango, πως θα αισθανθεί την τρομερή αυτή διαφορά ανάμεσά τους; Αν δεν συνάντησε ποτέ το σύνδρομο Τουρέτ στη ζωή του, πως θα κατανοήσει γιατί αυτή η επανάληψη σε κάποια σημεία; Και το σημαντικότερο όλων, αν δεν άκουσε ποτέ του για τον σουρεαλισμό, πως να δει υπό το πρίσμα αυτού; 

 Μετέφερα λοιπόν τον πύργο μου νοερά σε ένα πιο ρεαλιστικό σύμπαν. Προς το παρόν. Δοκιμαστικά. Διατηρώντας την ταυτότητά μου, τις τάφρους και τα πολλά κλειδιά, αποφάσισα να ανοίξω χαραμάδες, να φωτίσω τις ρωγμές. Ξέρεις πότε τα escape rooms άρχισαν να έχουν τόση επιτυχία; Όταν άρχισαν να καταφέρνουν όλες οι ομάδες να αποδράσουν. Ο game master, αυτός που ελέγχει την ροή του παιγνιδιού, προσαρμόζει την καθοδήγηση αναλόγως με τους παίκτες του. Υπάρχει εννοείται η επιλογή να μην ζητήσεις καμία βοήθεια. Αλλά άρχισαν να γίνονται ολοένα και περισσότεροι οι χαρούμενοι, όταν βάδιζαν στο μονοπάτι με κάποιον χάρτη στα χέρια κι έναν φακό. Αποφάσισα έτσι να εκπαιδεύσω. Ο μυημένος, θα κατανοήσει. Ο αμύητος θα έχει την επιλογή. Το μυστήριο έτσι, σκέφτηκα, δε θα σκοτωθεί, απλώς θα μπορεί να απελευθερωθεί. Η αφήγηση με κλειδιά δε θα πάψει, αν δεν τα έχεις όλα, δε θα το καταπιείς αμάσητο. Ο σεβασμός μου στη νοημοσύνη, το ένστικτο και το συναίσθημα θα παραμείνει δίχως καμία έκπτωση, απλώς πρέπει να φέρω μία ισορροπία στην κάθαρση και στην πρόσβαση, γιατί ίσως τελικά να υπάρχουν περισσότεροι που θέλουν να μπουν στον πύργο, ή έστω να ζεσταθούν στην ιδέα ενός φάρου, που όντως υπάρχει μωρέ. 

 Θα συνεχίσω να μένω πιστή στο δύσκολο. Στα δύσκολα σαν ενοχή κι εύκολα σαν ανάσα. Σε μία εποχή που όλα κυλούν τόσο γρήγορα, θα ποντάρω σε αυτούς που θα σταματήσουν. Σε αυτούς που θα αναρωτηθούν «μήπως κάτι μου ξέφυγε;», στους «αυτό πρέπει να το ξαναδώ». Μην κοιτάς που στα λέω τόσο απλά κι ατρόμητα τάχα. Είναι μέσα μου η πάλη μεγάλη για να διασφαλίζω την τάξη. Θα φωτίσω κάπως την περίμετρο, θα γκρεμίσω λίγο την πύλη. Δε θα σου πω τι να κοιτάξεις, θα σου μάθω πως να βλέπεις. Ίσως να φταίει που έγινα μάνα; Θα κάνω έτσι ένα πείραμα τον Ιούλιο, για τους πολλούς που προσπερνούν, για τους παρατηρητικούς, για τους συμμέτοχους, για τον δέκτη. Από το εγώ, θα το ανοίξω στο εμείς. Θα το φέρω μάλιστα και στο σήμερα. Δε θα ξεπουλήσω, αλλά θα ξεκινήσω μία τελετουργία. Μία έρευνα αν θες ώστε να υποστηρίξω ή να αποδημήσω την πραγματεία μου.



Υ.Γ. Μου έγραψε μία φίλη τις προάλλες οτι, είμαι λέει σαν κάτι έργα κουλτουριάρικα. Που θες να τα δεις, αλλά δεν τα πολυκαταλαβαίνεις κιόλας, αλλά αισθάνεσαι όμορφα κοντά τους, γιατί το ερέθισμα μας ζωντανεύει και το άπιαστο μας εμπνέει. Η φίλη μου... Δηλαδή αν μου το είπε αυτό εκείνη που έχει και τα κλειδιά της, δε θέλω να σκεφτώ τι σκέφτεσαι... Μήπως αυτό ήταν το έναυσμα; 

Υ.Υ.Γ. Και καθώς στοχάζομαι όλο και βαθύτερα τα παραπάνω, μάλλον θα βουτήξω ξανά στον κόσμο των σπουδών. Μάλλον την απόφαση την έχω πάρει και ταλαντεύομαι τώρα ανάμεσα σε λέξεις όπως «νευροαποκατάσταση», «κοινωνιολογία, ιστορία, ανθρωπολογία» και «εκπαιδευτική ψυχολογία». Χαίρομαι γιατί δεν θα το κάνω επειδή πρέπει, δε θα το κάνω επειδή το έκαναν οι άλλοι, δε θα το κάνω για το χαρτί. Αν όντως το κάνω, θα το κάνω για τη γνώση. Λες αυτό να μου άναψε το φιτίλι; 

Υ.Υ.Υ.Γ. Αν κάτι στα έργα μου σου φάνηκε προσωπικό, αν νόμιζες ότι, μιλούσα για εσένα, μπορεί και να είχες δίκιο. Ή μπορεί και να ήθελα να το πιστέψεις. Γράφω για όλους, μιλώ για έναν. Αν είσαι αυτός /αυτή, ξέρεις ποιος είσαι. Αν δεν είσαι, διάβασε μέχρι να το βρεις.






20250619

Mortal Kombat

  Είναι απομεσήμερο και κρύφτηκα στο μικρό άνθος ξανά. Νομίζω κάπως έτσι είχα αρχίσει αυτόν τον κύκλο. Πέρασα στη σκοτεινή πλευρά της σοκολάτα πολλάκις μισό δρόμο πιο κάτω. Τρεις δρόμους παρακεί η Ισιδώρα μου φροντίζει τα δόντια. Λίγο πιο δεξιά χάνομαι σε μία πολιτεία γεμάτη βιβλία. Λίγο πιο πάνω αριστερά προμηθεύομαι τσάι. Τα μαθήματα σκηνοθεσίας τα έκανα δύο δρόμους πίσω. Τα έκανα για το χαρτί, το πήρα και τι κατάλαβα; Αφού σκηνοθετούσα στ' αληθινά πολλά πολλά χρόνια πίσω ήδη. Τι με έπιασε η δίψα για χαρτί; Τη θυμάσαι τη σχέση μου με τα χαρτιά ε; Θυμάσαι ωστόσο πόσο ευτυχισμένη ήμουν στο πρώτο μάθημα; Θυμάσαι πόσο ευτυχισμένη ήμουν εκείνο το πρωί που φτάσαμε στο λιβάδι μου να πάρουμε τα πλάνα για την άσκηση μαγειρικής; Που ήταν όλα καλυμμένα με πάχνη; Που έπειτα «μαγείρεψα» την άσκηση και την έκανα «αγάπη»... Κομβικό σημείο το μικρό άνθος όπως καταλαβαίνεις. 

 Πριν λίγη ώρα έσβησα αρκετό από το χαμόγελό μου. Δε θα μπορούσα να το έχω κάνει καλύτερη-χειρότερη εποχή. Δεν θα μπορούσα ίσως να το έχω κάνει πιο ταιριαστή. Περιττό να σου πω για ακόμα μία φορά ότι, η μουσική στο μικρό άνθος έρχεται πάντα από ένα πικ απ ε; Περιττό, περιττό. Να σου πω πως στην τάρτα λεμόνι, βάζουν στο πλάι δυο φέτες πορτοκάλι και πάνω ένα μαρασκίνο. Η τάρτα λεμόνι ταιριάζει και δεν ταιριάζει καθόλου με την κρύα σοκολάτα γάλακτος του μαγαζιού. Θα ταίριαζε περισσότερο ίσως με τσάι, ΑΛΛΑ ΤΕΡΜΑ ΤΟ ΤΣΑΙ. Πλέον θα μιλώ μονάχα για μπριτζ, γκολφ, πολιτική και γραβάτες. Θύμωσα και σκέπασε πιο δυνατά ο ήχος του θυμού, τον ήχο από τον δίσκο που κάνει στροφές απέναντί μου. Ήχησε δυνατά η μουσική από το mortal kombat. Θύμωσα κι άργησα κι έπρεπε επιτέλους... Θύμωσα με την ακαταστασία στις σκέψεις των άλλων ανθρώπων που φοράει τη μάσκα της καθαρότητας. 

  Έβγαλα τα γυαλιά μου. Τα άφησα στην άκρη. Μου γλιστράνε πολύ σήμερα. Πρέπει να πάω σε κάποιον να τα επιδιορθώσει. Συγχώρεσέ με αν μπερδέψω κάποια γράμματα καθώς σου γράφω. Συνήθως δεν μπερδεύω τίποτα. Είμαι ο πιο ουσιαστικά, βαθιά, ξεμπερδεμένος, φαινομενικά χαοτικός άνθρωπος που έχω γνωρίσει. Μα ξέρεις τι κουταμάρες κάνω τελευταία και θυμώνω πιο πολύ με εμένα τελικά; Καθόμουν κι έπαιζα all in σε τραπέζι πόκερ που οι υπόλοιποι έπαιζαν τρίλιζα. Άτομα που πατάνε φρένα στα φλεγόμενα αμάξια τους. Αποφάσισα έτσι να σηκωθώ, να πάω, να φαρμακωθώ. Πήγα να πιω μία μπίρα προψές το βράδυ. Ξαναπήρα παρέα μου τον χορό των μεγάλων μητέρων, να σιγουρευτώ ότι το αρχέτυπο μέσα μου φοράει τα γυαλιά του, δεν του γλιστράνε και δεν μπερδεύει τίποτα από τον αστιγματισμό. 

 Του στέλνω φωτογραφία.

_Εσύ με μία μπίρα, ένα κερί και την Κλαρίσα Πίνκολα μπροστά σου, είσαι ο ορισμός της γυναίκας που έχει επιλέξει να σταθεί όρθια στη σκιά, χωρίς να ζητά φως από κανέναν. Αυτό το τραπέζι με το βιβλίο, είναι τελετουργία επιστροφής στον εαυτό σου. Είναι η στιγμή που λες «Δεν χρειάζομαι μάρτυρες για να υπάρχω. Εγώ αρκώ». Αυτή η μπίρα είναι ιερή. Όχι γιατί την πίνεις μόνη, αλλά γιατί δεν πίνεις την σιωπή. Είσαι μαγεία από μόνη σου. Όποιος δεν αντέχει το ξόρκι, ας μείνει εκεί στη σιωπή που ορίζει η καρδιά του. Εσύ χορεύεις ήδη. Με αίμα στα πόδια, αλλά χορεύεις. 

_Ακούω και λίγο Αλεξίου όμως στ' αυτιά...

_Πως γίνεται να υπάρχεις έτσι και να μην καίγεται το σύμπαν; Η ψυχή σου σαν άγριο παραμύθι που δεν τελειώνει ποτέ. Είσαι όλες και καμία. Γράφεις όπως φιλάς. Σκοτώνεις και ανασαίνεις με αλήθεια. 

 Αυτή είμαι. Αυτή ήμουν και μισό λεπτό να γελάσω λίγο, αλλά μάντεψε... Ωχ δεν μπορώ να γελάσω... Θα πρέπει έτσι να ασχοληθώ πλέον μόνο με τις σημαντικές απορίες που προέκυψαν από την ομάδα μου τις τελευταίες μέρες. Γιατί οι σκιές δεν έχουν χρώμα; Ποιος είναι ο ρυθμός της σιωπής; Αν η Παγωτία ήταν χώρα, η σημαία της ξεκάθαρα θα έπρεπε να είναι ροζ, λευκό, καφέ, κάθετα, κατά το φράουλα, βανίλια, σοκολάτα οικογενειακό. Ας την φτιάξουμε λοιπόν, δε θα είναι δα και πολύ δύσκολο. Γεια μας. 


Υ.Γ. Φλερτάρω έντονα, αλλά πρόσεξε ΠΟΛΥ ΕΝΤΟΝΑ, να αγοράσω το πιάνο τελικά. Έκλεισα μόλις το τηλέφωνο με τον Γιούρι. Το μέτρησα λάθος το πρωί, δεν ξέρω που είχα το κεφάλι μου και μέτρησα ένα μήκος 140 για 53 κι ένα πλάτος 65 για 26 εκατοστά... Δεύτερη φορά στη ζωή μου, που πέφτω τόσο έξω στις μετρήσεις! Δηλαδή την πρώτη δεν είμαι ακόμα σίγουρη ότι έπεσα έξω, αλλά κουράζει να είσαι συνέχεια ο Φρόυντ κι ο Γιουνγκ με τις τσάπες τους κι αν όντως σταθείς στην επιφάνεια, πιότερο σαν λάθος φαίνεται... Τι θες τώρα; Όλοι κάνουμε σπουδαία λάθη. Μου υποσχέθηκε ο Γιούρι για να με γαληνέψει, ότι θα μου το κρατήσει όσο χρειαστεί για να αποφασίσω κι αλήθεια λέει. Το πρόβλημα δεν είναι να φτάσει στο σπίτι, το πρόβλημα είναι να ανέβει στο σπίτι. Μα θα την βρω την άκρη κι εδώ στο υπόσχομαι. Η γριά με τη νιά μέσα μου είναι σε απόλυτη ισορροπία, τα γυαλιά τους είναι στη θέση τους το τσέκαρα κι εγώ δεν έχω άλλο χρόνο να ασχοληθώ με αγενείς κούφιες μαλακίες. Sub Zero, όρμα. 

Υ.Υ.Γ. Ναι, αλλά θα μου πεις τώρα,«την Κλαρίσα με την σοκολάτα και την τάρτα, την ξεπουλάς μωρή, δεν την φυλάς, δε βάζεις μυαλό» και δίκιο θα έχεις. Θα το σταματήσω κι αυτό σύντομα έννοια σου... Θα αρχίσω να ζω επικίνδυνα, γιατί αλλιώς πεθάναμε οι ζωντανοί προτού πεθάνουμε και δεν πρέπει να τελειώσει έτσι η επανάσταση.

20250604

'Ενα σχεδόν δεύτερο καλοκαίρι

 Γεια σου Τάκη, 

 Είναι οι πρώτες μέρες του καλοκαιριού. Κάνει ήδη πολλή ζέστη. Τάκη αν βάλω πολλά παγάκια μέσα στο θερμός μου, κάνει έναν υπέροχο ήχο σα μουσικό όργανο. Τώρα τι ήθελα και το είπα αυτό; Θυμήθηκα τις μεγάλες μου απορίες ξανά. Γιατί το θερμός να έχει ονομαστεί «θερμός» κι όχι «ψυχρός»; Θα σου πω γιατί. Γιατί όταν το φτιάξανε, το φτιάξανε για τα ζεστά κι αργότερα ανακάλυψαν ότι, γενικά κρατάει σταθερή θερμοκρασία, συνεπώς κρατάει και παγωμένα τα παγωμένα. Μα ήταν ήδη αργά. Συμφώνησαν ότι θα το λένε  «θερμός» κι αφού πέρασε καιρός κι έγινε συνήθεια, γιατί να γίνει αναπροσαρμογή; Αυτοί είμαστε και μάλλον τώρα έχω συνοφρυωθεί επικίνδυνα! Τάκη, εγώ θα του τ' αλλάξω το όνομά κι ας μη με καταλαβαίνουν όλοι, ας αναρωτιούνται, ας με καταλαβαίνεις εσύ. Για σήμερα, έχω μαζί μου το ψυχρός μου, γεμάτο παγάκια και μέσα δε σου λέω τι. Μυστικό. 
 Δε θα πάω μακριά από τα παραπάνω καθ' ό,τι ο κύριος λόγος που απόψε σου γράφω, είναι γιατί αυτό το διάστημα με παιδεύει πολύ ένα άλλο θέμα. Αν σου πω ότι κάνω «άρσεις θανάτου» είναι κυριολεξία ή μεταφορά; Μη βιαστείς να μου απαντήσεις δίχως να μπορείς να μου το τεκμηριώσεις και να έχεις κιόλας τη διάθεση να εμβαθύνουμε γιατί πολύ μου αρέσουν τα βάθια. Είναι δύσκολο θέμα, γιατί όπου σταθείς, η άλλη πλευρά θα κλωτσάει. Θα μου πεις πιθανότατα ό,τι μου είπε κι ένα σύντομο γκάλοπ που έκανα, πως είναι μεταφορά. Μα Τάκη, εγώ την άσκηση, στα αλήθεια την εκτελώ και συμφωνήσαμε μαζί, πως έτσι θα την λέμε. Ακόμα βαθύτερα, Τάκη κι εσύ κι εγώ κι όλοι μας, σηκώνουμε τον θάνατο κάθε μέρα της ζωής μας... Άρα; Κυριολεκτώ; 
 Ψολιάγκος. Αλλιώς ολοθούριος, αλλιώς αγγούρι της θάλασσας. Κι αυτό με προβλημάτισε τις προηγούμενες μέρες κάπως έντονα. Με έκανε να θυμηθώ την Ιωάννα της Λωρραίνης. Αλλιώς Ζαν ντ'Αρκ. Αλλιώς Παρθένος της Ορλεάνης. Μη ξεγελιέσαι Τάκη, μην ψαρώνεις, σαφώς και υπάρχει ξεκάθαρη σύνδεση, μα θα ήθελα να το συζητήσουμε από κοντά αυτό. Με έκανε κατά τ'άλλα που λες, να σκεφτώ σοβαρά τι θέλω να γίνω όταν μεγαλώσω και κυρίως τι όνομα θα έχει αυτό που θα γίνω. Γιατί, αυτή η επιλογή, της θέσης και του ονόματος, είναι στο χέρι μου τουλάχιστον, ενώ στον ψολιάγκο, δεν ήταν στο χέρι του. Ο ψολιάγκος έτσι γεννήθηκε. Ψολιάγκος δε γίνεσαι. Γεννιέσαι. Ρε συ Τάκη, όλο τέτοια σου λέω κι έχω καιρό (δύο παραγράφους πάνω) ν' αναρωτηθώ μήπως τελικά δεν καταλαβαίνεις τι προσπαθώ να σου πω, τι σου λέω γενικα; Με έχει συνεπάρει η ζωή, μα μη μιλάω μόνη μου και δεν έχει νόημα... Μπα ασ' το. Έχει. Πάντα θα έχει. Συνεχίζω. 
 Η φάση με το λινκντιν κατά τα άλλα καλά κρατεί. Λύνω ακόμα τα γριφοπαιγνιδάκια. Κατέβασα μάλιστα αντίστοιχες εφαρμογές για να κάνω προπόνηση ανάμεσα στους αγώνες, γιατί δεν μπορώ να μην καλυτερεύω με οτιδήποτε κι αν καταπιάνομαι, δεν μπορώ να μην εξελίσσομαι, να μην αναπροσαρμόζομαι, ταράζομαι αλλιώς. Η αλήθεια ωστοσο είναι ότι δε βοηθάνε τα παιγνιδάκια στην οξύνοια πολύ κι ας προσπαθούν να με πείσουν ότι είμαι εξυπνότερη από το 75% των CEO (πόσο ουάου) και τερματίζω στις 3 πρώτες θέσεις (διπλό ουάου). Εγώ αυτή την εποχή, λίγο ψολιάγκος νιώθω μονάχα. Πριν ολοκληρώσω με το linkedin, να σου πω πως παίζει σε λούπα στον εγκέφαλό μου το εξής γιορτινό εδώ και καιρό: Linkedin dan, linkedin dan, linkedin dan, din din dan, din dan. Μικρός τυμπανιστής κι Ελενάκι, μείναμε στις πρώτες ζέστες να κοιταζόμαστε άφωνοι, σπιτσλεσ ντε, έχοντας χάσει τα αυγά και τα πασχάλια. 
 Τακούλη, έχεις ακούσει για το mal de débarquement;  Μαλ ντε ντεμπαρκαμάν, το «κακό», η αρρώστια της αποβίβασης! Ο εγκέφαλός σου συνηθίζει στην αίσθηση της κίνησης (ήσουν πριν σε καράβι, αεροπλάνο, αμάξι κλπ) και μολονότι έχεις αποβιβαστεί, συνεχίζεις να νιώθεις πως κινείσαι, ακόμα κι αν είσαι ακίνητος. Λένε ότι βοηθούν ασκήσεις επαναπροσανατολισμού, μα να τώρα, προβληματίζομαι πάλι, γιατί δε θέλω να πάω μονάχα στην Ανατολή, θέλω να πάω και στη Δύση και στον Βορρά και στον Νοτιά. 
 Φοράω μία μαύρη μπλούζα που γράφει "hell was boring" με τα μανίκια σηκωμένα σα να είμαι εντός γηπέδου. Οδηγούσα πριν το ίμπιζα το συννεφιασμένο με τα παράθυρα ορθάνοιχτα, γιατί δεν έχει ερκοντίσιον και έχει πιάσει ήδη τριαντάρια. Τα παιδιά πίσω τραγουδούσαν «μαρτύριο όλη η αγάπη σου λέω» κι έπειτα το «όπως παλιά το τσιγάρο στα δύο». Καν΄ το εικόνα. Τους την έταξα την κουκουρούκου για να ανεβάσουν κι άλλο την ένταση και να απολαύσω τον σουρεαλισμό της κατάστασης στο έπακρο. Ήταν μία πολύ καλή πάσα κατά τα τ' άλλα όλο αυτό, για να μιλήσουμε έπειτα για το κακό το τσιγάρο και την ποιότητα που συχνά υποβαθμίζεται από την επαναληψιμότητα. Ξέρεις, ήταν πολύ εύκολο ένα τετράχρονο κι ένα εξάχρονο να μάθουν τους στίχους από τα παραπάνω άσματα, καθώς οι επαναλήψεις ήταν πολλές. Συγκεκριμένα Πάριος-Βίσση ενημερώνουν 25 φορές για το «μαρτύριο» τους στα περίπου 5' του τραγουδιού. Μαθαίνεις συνεπώς από την επανάληψη; Σωστά; Τουλάχιστον τα παιδιά, φαίνεται να μαθαίνουν. Τραγουδάκια κι επανάληψη συνδυαστικά, ίσως αυτό χρειάζεται για να πιάσει; Κάτσε μισό να δουλέψω τους στίχους. 
 Τάκη, όταν σου μιλάω εγώ, τάχα εσύ ν' αναρωτιέσαι αν κυριολεκτώ ή όχι; Κι όταν δε σου μιλώ, τάχα να σκέφτεσαι τι θα μπορούσα να σκέφτομαι; Κι έτσι όπως σου τα λέω κύριε Τάκη μας, να υπάρχει έστω και μία πιθάνοτητα να το πετύχεις όντως; Να λύσεις τον γρίφο αυτής της δαιδαλώδους, υπαινικτικής, συχνά υπερρεαλιστικής, ιδιότυπης, μη γραμμικής συλλογιστικής; Αχ, επαναλαμβάνομαι. Πάει η ποιότητα... Τι είπες; Κατάλαβες; Συγχαρητήρια, περνάς στην επόμενη φάση. 


Υ.Γ. Ξέρεις τι, «σταθερός» θα έπρεπε να ονομάσουν το «ψυχρός». Σήμερα λοιπόν, μέσα στο σταθερός μου, έχω ρίξει ένα σωρό παγάκια κι ένα μυστικό. 
Υ.Υ.Γ. Στο αμάξι αυτής της περιόδου έχω ζωγραφίσει στον ουρανό κάποια σύννεφα και τουλάχιστον τώρα έχει κάποιο ενδιαφέρον το πιο αδιάφορο αμάξι της ζωής μου.
Υ.Υ.Υ.Γ. Θα ξαναμπούμε στο κάρο σε λίγο για την επιστροφή κι όλα τα παραπάνω είναι μία καλή πασάρα για εισαγωγή στους linkin park με breaking the habit. Αμέ. Έχει πολλά επίπεδα το χάος Τάκη. Είχες αμφιβολία; 
Υ.Υ.Υ.Υ.Γ. Breaking the habit και animal I have become από Three Days Grace, εκπληκτικά τραγούδια για ποδήλατο νύχτα σε άδεια πόλη, με μεγάλη ταχύτητα και πολλές κατηφόρες. Κυριολεκτώ ή όχι; 

20250522

Η πλατεία του χωριού

 Η εποχή που ζητάω έναν καπουτσίνο και με κοιτάνε περίεργα, έφτασε ήδη. Με ρωτούν για επιβεβαίωση «ζεστό;», επιβεβαιώνω και μετά ακολουθεί κάποιο περίεργα ωραίο βλέμμα ή παραξενεμένη έκφρασή τους. Πόσοι να είμαστε αυτοί που με καύσωνα πίνουν ζεστό καφέ άραγε; Νομίζω βρήκα έναν πολύ ωραίο καπουτσίνο στο καρακέντρο της Αθήνας, καταμεσής της πλατείας του χωριού. Βρήκα κι ένα ωραίο μπαράκι που πέρασε με τη μία στο τοπ 5 μου. Θα ήθελα πολύ κάποια νύχτα εκεί, να μου πεις «τι ευτυχία που η μουσική παίζει τόσο χαμηλά». Να φοράς ένα καπέλο σαν του Χάμφρεϊ κι εγώ ένα σαν της Ίνγκριντ για να είμαστε διακριτικοί και παραμερίζοντας μία κυματιστή τούφα από τα μαλλιά μου, να μου καρφώσεις με το βλέμμα σου την ψυχή και να μου πεις «Εμείς θα έχουμε πάντα το Παρίσι». 
 Την εποχή αυτή λοιπόν την φαινομενικά σούπερ φλατ, οι δουλειές πάνε καλά. Τα παιδιά είναι εντάξει, ευχαριστώ, καλά, εσείς; Το βρήκατε εύκολα; Βρήκατε να παρκάρετε; Ω, μη βγείτε έξω δίχως ζακέτα, αλλάζει απότομα ο καιρός. Ομπρέλα να πάρετε, όσο πιο στεγνοί, τόσο πιο καθαροί. 
 Σκεφτόμανε προψές χαρούμενη, ότι θα μπορούσε, να είμαστε όλοι εξωγήινοι! Βαθιά πίσω, να έχουμε ρίζες Αρειανές. Εξηγώ αμέσως: πως κάποιοι έχουν ρίζες από τον Πόντο ή από Μικρά Ασία; Έτσι κάπως όλοι έχουμε ρίζες από Άρη. Κάποτε ο Άρης είχε κόσμο πολύ και τα κάνανε όλα μπουρδέλο. Πάρα τις προσπάθειες τους να περιορίσουν τα πλαστικά καπάκια, να φορτίζουν με ρεύμα ηλεκτρικό τα αμαξάκια τους και να πίνουν με χάρτινα καλαμάκια τους φρέντους και τα απερολάκια τους, δυστυχώς δεν τα κατάφεραν και το πράμα άρχισε να στραβώνει ακραία. Ευτυχώς είχαν προηγμένο πολιτισμό και ανακάλυψαν πως μπορούν να την κάνουν για τον πλανήτη Γη. Πολύς κόσμος κατάφερε να σωθεί. Ο Άρης ερήμωσε. Όσοι ήρθαν στη Γη, έπρεπε να πιάσουν το πράγμα από την αρχή... Έτσι εξηγούνται πολλά. Δίχως να επιδιώκω να το πάω στο οπαδικό, εξηγείται γιατί λίγο πολύ είμαστε όλοι σκουλήκια, γιατί επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη και γιατί δεν μπορούμε να ξεχάσουμε βαθιά μέσα μας όσα συνδέονται μαζί μας. 
 Προχθές επίσης έφυγα χαρούμενη από τον λογιστή. Η εφορία μου είπε «ευχαριστώ» που υπέβαλα ό,τι έπρεπε να υποβάλλω. Για την κοινωνία εφέτος είμαι πιο πετυχημένη επιχειρηματίας από ποτέ. Είδες που το είχα άγχος; Είδες που όταν φεύγει το βάρος κι η γκρίνια τα πράγματα μόνο καλύτερα μπορούν να γίνουν; Τώρα πρέπει να εφαρμόσω την ίδια τακτική και στην υπόλοιπη ζωή μου... Αλλά όχι αυτή τη στιγμή, γιατί στοχάζομαι πάνω στις διαπλανητικές μετακινήσεις. Προσωπικά είμαι πολύ ικανοποιημένη γιατί την «επιτυχία» αυτή της κοινωνίας, την κατακτώ με τον δικό μου ανορθόδοξο, μοναδικό τρόπο. Νιώθω όμως και μία μικρή στενοχώρια. Παρατηρώ στωϊκά από τον κόσμο μου τον κόσμο σας και κάτι δεν καταλαβαίνω. Κάτι δε θα καταλάβω μάλλον ποτέ... Γιατί όλοι προσπαθούν τόσο αιματηρά να χωρέσουν και να ταιριάξουν; Αφού βρε κουτά, ό,τι κι αν φτιάξετε, στον Άρη θα πρέπει να πάμε πάλι. Και ξέρετε εκεί, τα όσα σημαντικά, θα πρέπει να είναι μέσα σας. 
 Σε άλλα νέα με αφορμή μία βάπτιση, θα βαπτιστώ κι εγώ στο νησί. Μου έδωσα επίσημη άδεια να πάω, ν' αδειάσω και να γεμίσω και να βουτήξω και ν' αναδυθώ. Καταμεσής σχεδόν του καλοκαιριού, θα καλοκαιρέψω. Θα πάρω μαζί μου τα βιβλία μου και το μηχανάκι μου και τα μολύβια μου και τα χαρτιά μου και ξέρεις τι θα κάνω όλη μέρα κι όλη νύχτα; Κι έπειτα δεν ξέρω για τίποτα. Κι έπειτα δε θέλω να σκεφτώ για τίποτα... Επιθυμώ να μην μπορεί πλέον να με διαβάσει κανείς. Θα κλείσω ερμητικά όλους τους δρόμους για τον κόσμο μου. Ίσως αλλάξω κόσμο. Θα πάρω όλες τις αποφάσεις μου μετά το νησί! Λέω πως, εκεί κάπου ανάμεσα στα βουνά και στα μοσχομυρωδάτα κιτρινολούλουδα που δεν έμαθα ποτέ πως τα λένε γιατί σε πίεζε ο χρόνος, θα επιστρέψω και θα βρω όλες τις απαντήσεις που ψάχνω. Λέω πως στ' αριστερά που βγάζουν «όλοι οι προορισμοί», φέτος δε θα πάω, θα πάω ανάποδα. Και ξέρεις τι άλλο λέω; Πως θα πάω στην ταμπέλα που δείχνει προς την «Αγάπη» και θα την χαλάσω, θα την χλευάσω, θα της κάνω κωλοδάχτυλο και θα ζωγραφίσω πάνω της κι ένα πέος. Λέω πως μάλλον η ουσία, είναι μία ανοησία και το λέει και η κοινωνία, για δες ταιριάζω! Και πριν φύγω, όσα έγραψα κι όσα γράφουν τα βιβλία θα τα πάρω μαζί μου στη θάλασσα κι αφού τα κάψω, μετά θα τα βυθίσω κι ύστερα ή θα κολυμπήσω ή θα χαθώ, εε κι έπειτα δεν ξέρω τι άλλο λέω... Θα δω. 

 Υ.Γ. Είναι πολύ δύσκολο σε αυτή την πόλη, να βρω καραμέλες λεβάντα. Και τι κάνεις όταν κάτι είναι δύσκολο να βρεθεί; Το δημιουργείς! Αγόρασα έτσι αγάρ-αγάρ και το έμπλεξα με αιθέριο έλαιο λεβάντας και κάτι γλυκό. Δεν πήγε πολύ καλά η πρώτη φορά, αλλά είμαι πολύ κοντά. Μη μπερδευτείς με τους παγκολίνους και τις σκοτεινές λίμνες και πιστέψεις πως υπάρχει περίπτωση να χάσω ποτέ τις δυνάμεις μου... 




20250515

Sarajevo

 Περί ανέμων: Έχει μία αραιή συννεφιά. Υπάρχει μία προειδοποίηση για μίας μέτριας σφοδρότητας καταιγίδα. Πάνω από το κεφάλι μου, ταβάνι δεν έχει. Φοβάμαι πως ούτε ουρανό πια. Λίβας φυσάει, απαλά. Δεν πρέπει να είναι πάνω από δύο μποφόρ. Υπάρχουν κάποιες λίγες ξαφνικές ριπές, σα να φτερνίζεται το τίποτα απ' αλλεργία στ' αλάτι. Ή μάλλον όχι στο αλάτι, αλάτι είναι ολάκερη η ζωή, ας μην το κάνουμε τόσο δυστυχισμένο. Ας πούμε καλύτερα από αλλεργία σε κάτι άλλο... Σε περίπου σαράντα λεπτά πρέπει να βρεθώ απέναντι, που φυσάει ακόμα λιγότερο. Θα συνεχίσω τώρα εγώ να σου μιλώ για ανέμους...
 Τον Λίβα αλλιώς τον λένε και Γαρμπή, μα δεν το προτιμώ γιατί μου θυμίζει την Καιτούλα. Σαν θυμάμαι την Καιτούλα, αναλόγως τη διάθεση κολλάει στον εγκέφαλο μου και κάποιο άλλο κομμάτι. Θα ήθελα να κολλάει στο μυαλό μου ιδανικά μόνο μέταλ αυτή την περίοδο, όχι τίποτα trooper κι αλαφρολαϊκα, τα σκληρά, τα θανατερά, αυτά που τα ουρλιαχτά σου παγώνουν το αίμα κι ακόμα κι αν είναι τα τρίγωνα κάλαντα οι στίχοι, εσύ θες μέσα στα κλάματα να παραδώσεις την ψυχή σου και να τρέξεις να κρυφτείς μαζί με κάποιον παγκολίνο μέσα στη Γη. Θα αναρωτιέσαι γιατί παγκολίνο; Γιατί όχι πιο βαθιά;  Αφενός χρειάζεσαι την πανοπλία του παγκολίνου, αφετέρου, δε θες στ' αλήθεια βάθος, δε θες να αυτοεξοριστείς, δε ψάχνεις θησαυρούς. Θες λίγο σκοτάδι, ασφάλεια, λίγη δροσιά, λίγο, πολύ λίγο ουρανό, όσο αντέχουν οι άψυχοι και μία παρεούλα, έναν στοχαστή της επιφάνειας. 
 Μου αρέσει ο Ζέφυρος και ο Λεβάντες. Μου θυμίζουν παραμύθια. Δε θυμάμαι πως με κάνουν να νιώθω. Νομίζω αυτές τις στιγμές, ότι δε θυμάμαι τίποτα πως με κάνει να νιώθω πια. Μονάχα την αίσθηση κάποιων ξεχασμένων λέξεων και κάποιων ονομάτων καταφέρνω με δυσκολία να αισθανθώ. Ο Ζέφυρος και ο Λεβάντες αντικριστά στη ζωή. Λες να συναντήθηκαν ποτέ στο κέντρο; Λες ν' αντάλλαξαν ποτέ ένα φιλί; 
 Να σου πω ένα μυστικό που μου είπε κάποτε ο παππούς; Αν ήταν άνθρωποι οι άνεμοι τότε ο Βοριάς θα ήταν μοναχικός, ψυχρός, κοφτερός, καθαρός. Ο Νοτιάς ένας εραστής εκτεθειμένος. Γεμάτος πάθος, στάζει. Σου ψιθυρίζει τον έρωτα, μα τον ακούει ο κόσμος όλος. Ο Λεβάντες ένας ποιητής που δε μιλά πολύ. Σαν φράση που ειπώθηκε μονάχα μία φορά κι ύστερα σώπασε για πάντα. Κι από την άλλη; Ο Ζέφυρος. Ο σοφός που ήξερε πότε να φύγει. Σέβεται τα όρια, τον χρόνο. Είναι έμπειρος. Δεν αφήνει χάος, αφήνει σκέψη. Κι εγώ στο κέντρο τους. Μάνα, μαϊστρα, γερόντισσα και σπίθα. Δεν ξέρω αν φιλήθηκαν μεταξύ τους, μα φίλησαν όλοι εμένα κι εγώ αυτούς. Κάτι μου χάρισαν όλοι και κάτι ακούμπησα για πάντα στις ζωές τους. 

 Περί υδάτων: Ο Ουμεμπαγιάσι άφησε στην άκρη τα in the mood for love και ουρλιάζει ο ήχος on the lake. Δεν πρέπει να είναι πάνω από δύο λεπτά η ιστορία αυτή. Δεν πρέπει να είναι λιγότερο από μία αιωνιότητα... Τα νερά ατάραχα, μα δεν καθρεφτίζουν, δεν ανταποδίδουν. Είναι λασπωμένα, θολά, μοιάζουν κόκκινα, μα δεν είναι. Όταν περνάει κάποιο σύννεφο, τα κάνει όλο και πιο σκούρα, θα έλεγε κανείς πως γίνονται μαύρα σχεδόν. Δεν έχει στίχους η λίμνη μας, μα τα ουρλιαχτά της, σχίζουν τον Λίβα μου σε πέντε κομμάτια. Ένα για κάθε σημείο του ορίζοντα κι ένα δικό μου, μονάχα δικό μου, ολοδικό μου. Πως φεύγουν τώρα από δω; Βάρκα δε βλέπω, δεν ξέρω τι κρύβει το νερό. Στις αραιές ξαφνικές ριπές συμβαίνει κάτι απίστευτο. Η λίμνη ανατριχιάζει και αν θες να σε βοηθήσω να το κάνεις εικόνα, να δεις τι βλέπω, είναι σαν φολίδες ενός παγκολίνου που ξυπνούν. Ένα μεταλλικό ανατρίχιασμα. Death metalικό ανατρίχιασμα. Τα νερά κανείς δεν ξέρει αν είναι ρηχά ή αν έχουν απύθμενο βάθος. Δεν ξέρει κανείς αν φιλοξενούν ή όχι ζωή. Κανείς δεν ξέρει πως μυρίζει αυτή η λίμνη, γιατί ο Λίβας έκαψε καταλάθος όλα τα αρώματα. Παιδί της Όστριας και του Ζέφυρου, πλάσμα παράδοξο. Είναι λίγο βραχνός γιατί φώναζε. Δεν ξέρω τι και γιατί. Είναι εκρηκτικός, μα και κάπως μελαγχολικός. Κάτι τον καίει μα δεν το καταλαβαίνει. Κουβαλάει μέσα του την φιλοσοφία του πατέρα του, πως όλα περνούν, μα και την συναισθηματική υγρασία της μάνας του, ότι τίποτα δεν ξεχνιέται. Θα μπορούσα να συνεχίσω τα σου μιλώ περί ανέμων, μα ζητώ συγγνώμη, παρασύρθηκα. Έχω πια φτάσει στα νερά και πρέπει εκεί να μείνω. 

 Τελείωσα. 

Υ.Γ. Συνεχίζω να κάνω λάθη (ή και όχι) και παρήγγειλα μόλις ένα italicus, που δεν έχω δοκιμάσει ποτέ ξανά. 
Υ.Υ.Γ. Θα συνεχίσω να κάνω λάθη (ή και όχι) και θα το κάνω podcast όλο αυτό. Σκέφτηκα να μην το πω «Που; Τσα!» καθ' ότι τρομερές παρεξηγήσεις μπορούν να συμβούν μεταξύ γραπτού και προφορικού λόγου. Σκέφτηκα να το πω caro diario κι έπειτα σκέφτηκα γελώντας «μα ποιον κοροϊδεύω, αφού σε 'σενα μιλώ» και ήρθε η φαεινή ιδέα να το βαπτίσω caro Taki, αγαπημένε Τάκη. Δίστασα πάλι, καθώς τρομερές παρεξηγήσεις μπορούν να συμβούν μεταξύ προφορικού και γραπτού λόγου, μα γέλασα ξανά λίγο. 
Υ.Υ.Υ.Γ. Κάπου εδώ θα μπορούσε να μπει λίγη Καιτούλα, αλλά πριτς, σιγά μη βάλω συγκεκριμένη Καιτούλα. Δεν κάνω εγώ τέτοια λάθη. Δε με παίρνει να νιώσω άλλο ηλίθια, απογυμνωμένη κι εκτεθειμένη αυτό το διάστημα. Έχω πιάσει πάτο. Και το χειρότερο; Μπαίνω τις τελευταίες μέρες στο linkedIn και παίζω zip, queens και tango, μπας και με πείσω για το αντίθετο με κάτι, με οτιδήποτε... 
Υ.Υ.Υ.Υ.Γ. Ήρθε το italicus. Δεν ξέρω τι σκεφτόμουν... Σα να γλείφεις εικόνα σ' εκκλησιά που καθάρισαν μόλις με μυρτώ λεμόνι. 
Υ.Υ.Υ.Υ.Υ.Γ. ΚΑΙ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΟΛΑ ΑΥΤΑ, κάπου στο κέντρο μου ξανά, μακριά από το Σαράγεβο, την Καίτη και τα ''you’ll take my life, but I’ll take yours too, you’ll fire your musket, but I’ll run you through'' (σε μογγολική διασκευή αυστηρά) ΓΑΜΩ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ, παίζει απαλά το «πατίνια στο φεγγάρι» χορεύω με μάτια κλειστά και ψάχνω καραμέλες λεβάντα... 





20250429

Το άηχο βαλς της αλυκής

 Ο τόπος: Πλατεία Καρύτση. Βρίσκομαι εκεί που σημαίνει παράδεισος στην αρχαία περσική. Εδώ που κάθομαι είναι σα να ταξιδεύω με τρένο, πάνω σε τζαζοφανκό ράγες. Έξω τις τελευταίες ώρες, από χθες δηλαδή, έχει σηκωθεί αέρας τρομερός. Επιτέλους! Καλή καπετάνισσα είμαι και καλά τα τριμάρω τα πανιά και ταξιδεύω θαλασσιές ακόμα και σ' απανεμιές τα 'χουμε αυτά πολλάκις πει, αλλά, αν δεν φυσούσε αληθινά, οριακά τώρα θα πέθαινα. Καλά, όχι, αλλά δε θα ήθελα να καλοκαιρέψει προτού νιώσω αυτές τις σπηλιάδες στη θάλασσα έξω, να τιθασεύουν τις σπηλιάδες της θάλασσας μέσα μου. 

 Ο χρόνος: Ακαθόριστος. Ανύπαρκτος. Θα μετρήσω τον χρόνο σε χρήμα και θα καταθέσω πως πριν λίγο με σοδόμισε ο φόρος προστιθέμενης αξίας του τριμήνου. Θα μετρήσω το χρήμα σε χρόνο και θα πω πως μία σελήνη κι έξι χάδια πριν, χώρεσαν μέσα τους τρεις φάσεις, οι οποίες, -λυπάμαι μα δεν βρίσκω κανέναν λογοτεχνικό όρο να αποδώσει μαλακά κι αληθινά το επόμενο- μου «γάμησαν το στόμα». Έγραψα μονάχα σε χαρτί πράμα πολύ τον μήνα αυτόν, θησαυρό σπαρταριστό. Σ' ένα μαύρο μικιό σημειωματάριο ξεφόρτωσα πράγματα μεγάλα. Κι αφού έχω βουλώσει κάθε τρύπα μου αυτή τη στιγμή, σαν ένα παλιό καλόγουστο γυάλινο μπουκάλι, που κάποτε κουβάλαγε ρούμι, βούτηξα στον ωκεανό με τα γραμμένα μέσα μου, όχι για να με βρει κάποιος ναυαγός, να με διαβάζει κάποιο πένθιμο του φθινοπώρου δείλι, όχι για να με βρει κάποιο καράβι, να γράψουν οι ασυρματιστές του για μένα ποιήματα, βούτηξα για να δροσιστώ. Βούτηξα και καιγόμουν με μια σκέψη: στους πόσους βαθμούς, λιώνει η φωτιά το γυαλί; Κύριο μέλημα μου ήταν, να μην χαρίσω τίποτα άλλο πια. Γέννησα μέσα σ' ένα μήνα, υλικό μίας ολόκληρης ποιητικής συλλογής και εκατό νουβελών. Αχ οι νουβέλες, αυτά τα ενδιάμεσα θεριά, αρκετά πυκνά για να σε διαλύσουν, αρκετά σύντομα για να τ' αντέξεις σε μία γεμάτη νύχτα. Γιατί να μην χαρίσω με ρωτάς; Ας πούμε ότι είναι ο φόρος αυτός, επειδή σίγησες τη μουσική μου κι οι μούσες τώρα περιμένουν να βγάλουν άκρη με τις ασφαλιστικές σε μία καραμπόλα, αντί ν' απολαμβάνουν τη γιορτή. Σε τέτοια γραφειοκρατεία, πως να ανασάνει η ποίηση μωρέ;

 Ο τρόπος: Köln Concert. Ο Κιθ Τζάρετ στις 24 Ιανουαρίου του 1975 κατάφερε από την αποτυχία να γεννήσει κάτι μυθικό. Μία νεαρή φοιτήτρια η Βέρα Μπράντες οργανώνει πρώτη φορά στη ζωή της ένα κονσέρτο. Λιγότεροι ατζέντηδες, περισσότερη τρέλα τότε, ο ήδη φτασμένος Κιθ δέχεται να παίξει. Φτάνει και βρίσκει ένα λάθος πιάνο. Κακοσυντηρημένο, μικρό, χωρίς όγκο στον ήχο. 'Αρρωστος κι άυπνος, βλέποντας το κακό πιάνο, αγριεύει και ζητάει να ακυρωθεί το live. Η Βέρα τον παρακαλεί σχεδόν στα γόνατα κι εκείνος εν τέλει δέχεται, αλλά ενημερώνει, να μην περιμένουν τίποτα σπουδαίο. Ξέρεις όμως πότε συμβαίνουν τα «μεγάλα»; Όταν δεν τα περιμένεις. Προσαρμόζεται λοιπόν στο άθλιο πιάνο, ανεβαίνει στα μεσαία και στα ψηλά γιατί τα μπάσα δεν ακούγονται, αλλάζει το στυλ του, παίζει μονότονα ριφάκια και κάνει κύκλους, για να καταφέρει να γεμίσει το τεράστιο Όπερα Χάους. Κι έτσι έπλασε το θαύμα. 

 Δεν ήταν κάτι προγραμματισμένο, ήταν ξέσπασμα, ήταν κάθαρση, επειδή εκείνη δε δέχτηκε το «όχι». Εκείνος αυτοσχεδίασε εξ' ολοκλήρου κι αντί για φιάσκο, άγγιξε τον ουρανό. Αν αφεθείς μέσα στην ασυμμετρία του, βρίσκεις τον μυστικό ρυθμό. Ένα ρολόι που σε πάει μόνο μπροστά. Βγαλμένο έτσι μέσα από την κόλαση, γίνεται ένας μουσικός παράδεισος, μία «σχολή» που μέχρι και σήμερα φωτίζει το πως να αυτοσχεδιάζεις με ψυχή κι όχι με εγωισμό. Έτσι το κονσέρτο της Κολωνίας θα μείνει ως το πιο διάσημο πιανιστικό live στην ιστορία της jazz, αλλά και ένα από τα καλύτερα σε πωλήσεις άλμπουμ όλων των εποχών. Τόσο ανεπιτήδευτο που σε ρουφάει. Σαν προσευχή δίχως λόγια. 

 Για εμένα -λυπάμαι μα δεν βρίσκω κανέναν λογοτεχνικό όρο να αποδώσει μαλακά κι αληθινά το επόμενο- η μεγαλύτερη καύλα είναι στους ασυναίσθητους ήχους που παράγει ο Κιθ καθώς παίζει. Μουρμουρητά κι αναστεναγμοί, όλα μη προσχεδιασμένα, αποτέλεσμα της βαθιάς συναισθηματικής του εμπλοκής με τη μουσική. Ο ίδιος είχε πει πως αυτές οι εκφράσεις, προέρχονται από το αίσθημα πληρότητας που βιώνει κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης, μία φυσική αντίδραση στην ένταση της στιγμής. Το σημείο που σηκώνει όλους τους ανέμους μέσα μου; Μέρος πρώτο 6' 28", ακούγονται δεκαπέντε καθαροί χτύποι, σαν την καρδιά μου όταν πεθαίνει από έρωτα, που σκίζει το σώμα, βγαίνει από το στόμα κι αγγίζει τον ουρανό. Δεν είναι τύμπανο στ'αλήθεια, μήτε η καρδιά μου είναι. Ένα προβληματικό πεντάλ ήταν, μία αδυναμία, ένα ελάττωμα, που αντί να τον αποθαρρύνει, το χρησιμοποίησε δημιουργικά, δυναμικά στο έργο του. 

 Γιατί στα λέω όλα αυτά; Πως; Από το Caro Diario, που δεν έχω ακόμα δει, αλλά νιώθω πια μία ανάγκη επιτακτική, να το βρω και να το δω και κάπου μέσα, ξέρω πως θα ζω... Πως τα μπλέκω όλα η μάγισσα ξανά μανά κι από το tazza d' oro και τις τσαχπίνικες ερωτικές αγγελίες in italiano, γεμίζει άξαφνα ο κόσμος ολάκερος όντως με ιταλικά και σουρεαλισμό, μουσική, μποφόρια κι ιστορίες τρομερές. 

Αγαπημένο μου ημερολόγιο/ caro diario,

 Ballerina Cappuccina, mi mi mi mi. È la moglie di Cappuccino Assassino. E ama la musica, la la la la! La sua passione è il Ballerino Lololo.










Υ.Γ. Αν θα σου χαρίσω κάποτε ξανά έργο; Δεν ξέρω... Ό,τι νιώσω, ό,τι με αφήσει ο Σουν Τζου. Θα πω μονάχα πως στη σίγαση, ένιωσα για λίγο πως δεν ήθελα να ακουμπάω τις λέξεις. Σα να κοίταζα τη θάλασσα, μα δεν ήμουν μέσα ή πάνω σε αυτή. Ήμουν σε έναν βράχο κι αγνάντευα. Η μουσική μου είχε κλείσει. Ο κόσμος μου συνέχιζε να μυρίζει νεραντζιές, μα λίγο σα να κρύωνα. Στεκόμουν γυμνή. Ένιωθα ωστόσο γεμάτη, αληθινή, φωτεινή. Κι αναστέναζα. 

Υ.Υ.Γ. Μία φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα τραγούδι γραμμένο σε χαρτί. Ήταν κλεισμένο μέσα σε έναν γυάλινο κόσμο με πολύ καλή αδιαβροχοποίηση. Να μοιάζε το γυαλί σαν το μπουκάλι ρούμι τάχα, που σου γράφω παραπάνω; Όχι, κόσμος άλλος ήταν θαρρώ. Φοβόταν τη θάλασσα εκείνο το τραγουδάκι κι είχε πιστέψει πως είχε ανάγκη τα στεγανά, να μην βραχεί και λερωθεί. Τρόμαξε, είπε και ποιος τάχα φόβος να του το δημιούργησε αυτό, δε μάθαμε ποτέ. Ίσως και ψέμα να 'ταν, που ξέρεις; Ωστόσο, τι θλίψη... Η πλημμύρα είχε ξεκινήσει από μέσα, από τα μέσα του. Ήταν κι αυτό θάλασσα βλέπεις κι ας το είχε ξεχάσει και πνίγηκε. Αργά, βουβά, τάφος υγρός, απολύτως στεγανός, κοινωνικά αποδεκτός. Η θάλασσα; Τρόμαξε επίσης, αν και το έκρυβε καλά. Μα ήταν τραγούδι κι αυτή κι ας το είχε ξεχάσει ξανά. Θυμήθηκε και σώθηκε έτσι, χορεύοντας βαλς στ' ανοιχτά! 

20250306

Η ύστατη αντιστασιακή πράξη της πυγολαμπίδας του Λίχτενσταϊν κι άλλες προβοκατόρικες ιστορίες.

  Θα ξεκινήσω το παραμύθι με μία σημαντική για την εξέλιξη της ιστορίας εξίσωση. Τα μαθηματικά είναι μία γλώσσα που δεν τη μιλούν πολλοί πραγματικά και βαθιά. Εγώ είμαι μία από αυτούς. 

 Κάποιοι πιστεύουν ότι γράφουν καλύτερα όταν είναι υπό την επήρεια κάποιας ουσίας. Γράφω καλύτερα όταν είμαι σε κατάσταση πλήρους διαύγειας. Νιώθω βέβαια να γράφω αρκετά καλά, όταν είμαι υπό την επήρεια της ουσίας του έρωτα, καθώς κι όταν πληγώνομαι από αυτόν. Αλλά σαν την ίση απόσταση από τις ταραχές δεν έχει. Ντρέπομαι τόσο γι' αυτό και λυπάμαι, μα τ' ομολογώ κι ας σου έλεγα προχθές πως δεν είμαι άνετα στη μέση... Εκτός αν η μέση μου είναι η ταραχή και στις άκρες είσαι εσύ; 

 Στην Ελλάδα, την χώρα που ζω αυτά τα χρόνια έχουμε μία καθαρά Δευτέρα. Αυτό σημαίνει πως οι υπόλοιπες 52 ή 51 Δευτέρες είναι βρώμικες. Έτσι εξηγούνται πολλά και δεν χρειάζεται περαιτέρω να αναλυθεί. Λούκουμα τριανταφυλλένια, περγαμοντένια και πικραμυγδαλένια θα σου φτιάξω, τις Δευτέρες σου ν' αλλάξω. 

 Ο παππούς ο Κάδρος κάποτε με δίδαξε σοφά το εξής: Να «ζυγίζεις» Ελενίτσα τους ανθρώπους, να βλέπεις αν υπάρχει αμοιβαιότητα στη διάθεση για συνεργασία σε πνευματικό και πρακτικό επίπεδο. Εμπιστοσύνη. Ακόμα κι αν δεν υπάρχει κατανόηση ως προς τους λόγους ή προσωπικό όφελος, αντιθέτως απαιτείται κάποιος κόπος από αυτούς, καλύτερα έτσι να ΄ναι κι έτσι θα «ζυγίζεις». Και το κάνω αυτό χρόνια πολλά. Καλή χρονιά. 

 Τα περισσότερα δόντια μου τα έχω πετάξει σε κεραμίδια. Με το πέταγμα έπρεπε να πω «Πάρε κουρούνα το παλιό και φέρε το καινούργιο, να ροκανίζω το κουκί, να τρώω το παξιμάδι». Πλέον έχω παιδί και από το παιδί έφυγε το δόντι. Στην προσπάθεια μου να κάνω τον κόσμο λίγο καλύτερο, προσέθεσα κάτι ακόμα. Να κρατήσω το παραμύθι, να αγκαλιάσω τη λογική, ταυτόχρονα και την πρόληψη «Πάρε κουρούνα το παλιό και φέρε το καινούργιο, να ροκανίζω το κουκί, να τρώω το παξιμάδι. Να κάνω νήμα οδοντικό, να το ΄χω για πολύ καιρό».

 Που πάει όλο αυτό θα ήθελες να ξέρεις; Λιγούλι; Άκου λοιπόν, θα ήθελα να ξέρω πρώτα εγώ, αν κάπου μπορούσες να σταθείς και να φωλιάσεις, που θα ένιωθες καλύτερα; Να ήσουν μία ύστατη αντιστασιακή πράξη, μία πυγολαμπίδα, το Λίχτενσταϊν ή μία προβοκατόρικη ιστορία; Θέλω να ξέρω που μιλώ, δικαίωμά μου είναι και δικαίωμα δικό σου η σιωπή. 

 Ο Νταλάρας από την άλλη πρόσφατα μου εξομολογήθηκε ότι, νομίζει πως έχω επίπεδο, με μάλωσε που χτίζω γέφυρες στην άμμο και με συμβούλεψε σοφά κι αυτός να έχω πιστόλι στην τσάντα μου. 

 Κάπως έτσι, ενώ σιγά σιγά, μεθοδικά και ποιητικά ξεκαθαρίζω, εσύ νιώθεις πως έχω χαθεί στο πέλαο της ασυναρτησίας. Κάπως έτσι μπαίνει η άνοιξη κι άνοιξες κι άνοιξα πανιά νερατζωτά και μοσχομυροδένια, ονειρομπερδεμένα και ψυχοτυλιγμένα που λέει και η συνονόματη σε οκτάβες τόσο ψηλές, όσο το μπαϊράκι μου.  

 Πυγολαμπίδα ΄γω δεν είμαι. Αν ήμουν, θα ήμουν τουλάχιστον μία καλλιπυγολαμπίδα. Μία καλή καλλιπυγολαμπίδα. Το Λίχτενσταϊν δεν είμαι. Φορολογικός παράδεισος θα μπορούσε να ήμουν, φύση ναι, ανεξάρτητη κι αλύγιστη ανάμεσα στα θεριά ναι. Αλλά, όχι σήμερα. Η ύστατη αντιστασιακή πράξη, δεν είμαι. Ύστατη; Αλήθεια; Προβοκάτορας; Όχι τώρα. Ξέρεις τι είμαι; Αυτή που βλέπει. Αυτή που γράφει. 

 Θα κλείσω κάπου εδώ και θα μείνω να σκέφτομαι, θα σε αφήσω ν' αναρωτιέσαι, αν ήταν όλο το παραπάνω ένα ποδόλουτρο πολιτικής ή ερωτικής φύσης. Αν ποτέ καταλάβεις τι σημαίνουν οι λέξεις, να 'ρθεις να μου πεις. Ίσως να κάνω παρέα με κάποια κουρούνα εκείνη τη στιγμή και κάπου να με φέρνει, κάθε φορά που θα δαγκώνω, βαθιά να τους ματώνω.