20220518

ΜΑΜΙΧΛΑΠΙΝΑΤΑΠΑΪ

 Τα τραπέζια έχουν αλλάξει διάταξη. Λογικά θα αλλάξουν σύντομα ξανά. Με είδε ο Κρητικός που ερχόμουν από μακριά και πριν προλάβει να έρθει η σειρά μου, μου τον έδωσε έτοιμο στο ποτήρι το καλό. Ωραίο πράγμα να ξέρουν τι θες χωρίς καν να το πεις. 
 Η νέα διάταξη των τραπεζιών με έχει φέρει δίπλα με κάτι ξένους. Δηλαδή είναι σαν κάποτε που χώριζαν τα θρανία με μία γραμμή τα κακιασμένα. Το τραπέζι το χωρίζει σήμερα μονάχα ένα τζάμι. Είναι κάπως σα να έχω παρέα. Σε λιγότερο από μία ώρα θα είναι εδώ και τα κορίτσια. Πιθανότατα η πρώτη δόση θα έχει τελειώσει. 
 Η ταινία στο φεστιβάλ τελείωσε. Το ταξίδι ίσα πάνω αριστερά, τελείωσε. Το ένα μάτι τελείωσε. Νομίζω πως μόνο αυτά, παρά τις προσπάθειές μου τελείωσαν. Όχι ότι προσπαθώ βεβαίως βεβαίως και σκληρά. Τι ξεκινάει λοιπόν όταν κάποια πράγματα τελειώνουν και κάποια άλλα δεν τα αφήνω να τελειώσουν ποτέ; Τα μεγαλόπνοα σχέδια κάθε καλοκαιριού για τη μεγάλου μήκους. Αύτη που ήθελα να έχω ολοκληρώσει πριν τα 30 και πλέον είμαι 30, τύπου με πήραν τα χρόνια και είμαι στο 0. Ναι φίλοι μου, ξεκινάει η εποχή της ταινίας, που τρώω περισσότερα καρότα, που το πετσί μου τσιμπάει τον ήλιο σαν διψασμένο και που πλέον στην τσάντα μου ή μάλλον όχι, στα χέρια μου θα υπάρχει και μία βεντάλια. 
 Είχα πει παλιότερα στην Ιω, ότι το σενάριο είναι όλο εδώ μέσα, στο μπλογκ, αλλά μία διαβάζω και γοητεύομαι, μία διαβάζω και λέω «ω νόου, το έγραψα όντως αυτό, τι θράσος;». Έψαχνα που λέτε κλασικά κάτι στα αρχεία και άρχισα να παρατηρώ περίεργα πράγματα στα στατιστικά. Τι να σας νοιάζουν τώρα εσάς αλγόριθμοι και στατιστικά. Να σου πω κάτι; Ούτε εμένα με νοιάζουν, λέω ψέματα. Η μαγεία πάντα κρυβόταν πέρα και πάνω από τους αριθμούς. Οπότε θα σας πω κάτι που μπορεί και να με ενδιαφέρει.
 Μαμιχλαπιναταπάι. Αντιγράφω για να σας ξεκουράσω από το να πατάτε τα πορτοκαλί. Η λέξη μαμιχλαπιναταπάι λοιπόν, είναι μία λέξη της γλώσσας Γιαγκάν της Γης του Πυρός (ω ναι, πάψε, ήμουν κι εγώ εκεί) η οποία λέξη έχει μπει στο βιβλίο Γκίνες ως η «πιο συνοπτική λέξη» και μία από τις πιο δύσκολες λέξεις για μετάφραση σύμφωνα με κάποιον Μπέργκερ (τρομερό επίθετο. My name is Burger. Clemens Burger). Η λέξη αυτή λοιπόν χωράει μέσα της την εξής συνθήκη: το βλέμμα που ανταλλάζουν δύο άνθρωποι που ο ένας επιθυμεί να του προσφέρει κάτι ο άλλος, το οποίο θέλουν και οι δύο, αλλά δεν είναι διατεθειμένοι να το προτείνουν ή να το προσφέρουν στον εαυτό τους. Μία κάπως διαφορετική ερμηνεία αναφέρει πως είναι το βλέμμα όταν δύο άνθρωποι μοιράζονται μία άρρητη, ιδιωτική στιγμή που ο καθένας γνωρίζει τι σκέφτεται ο άλλος και συμφωνεί με αυτό που εκφράζεται μέσω μίας ουσιαστικής σιωπής. 
 Κάπως το μαμιχλαπιναταπάι σχετίζεται λένε και με τη θεωρία των παιγνίων, με το δίλλημα του εθελοντή. Δυστυχώς δεν μπορώ να εμβαθύνω σε αυτό, διότι προσπαθούσα πριν λίγο να κατανοήσω κομμάτια από το παίγνιο δειλίας, chicken game και κάπου στο ΔΔ και Δ, που συνοψίζουν τις επιλογές «Δεν Δειλιάζω» και «Δειλιάζω», άρχισε να βγαίνει καπνός από το κεφάλι μου. Δειλιάζω λοιπόν να συνεχίσω να καίγομαι μόνη μου και θα περιμένω μήπως κάποιος κάποτε μπορεί να μου κάνει μία ξήγα για ντάμιζ να κατανοήσω αυτά τα περίεργα. 
 Σε κάθε περίπτωση αγαπημένοι, νιώθω ότι το μαμιχλαπιναταπάι είναι ένα σουπερουά επίπεδο το όποιο ενώνει μαγικά δύο διαφορετικούς πλανήτες. Σπουδαίο να συμβαίνει στις ζωές μας και σας το εύχομαι να σας βρει, μολονότι δεν πιστεύω στις ευχές. Δε θα ήταν μαγικό να ξέρουν τι θέλεις, χωρίς να χρειάζεται να το πεις; 

Υ.Γ. Το κείμενο περιέχει συμπεριλαμβανομένου του τίτλου έξι φορές τοποθέτηση μαμιχλαπιναταπάι. Πάψε ξανά, σε καλό να μας βγει. 
Υ.Υ.Γ Εδώ κάτι ήθελα να γράψω γιατί θυμόμουν ότι μέτρησα τρία υστερόγραφα
Υ.Υ.Υ.Γ. Οι ευχές. Αχ οι ευχές... Θα στο ξαναπώ. Σκέφτομαι καλά πράγματα διαρκώς για όλους. Κάποιοι έχουν την ατυχία να τους τα εκφράζω ακατάληπτα κυρίως, σε άκυρες ώρες, αλλά πιστεύω με αγαπούν λίγο γι' αυτό. Όμως οι ευχές/σκέψεις που πρέπει να αποδίδονται σε συγκριμένες μέρες και περιστάσεις με ζορίζουν. Χρόνια πολλά. Καλή χρονιά. Καλό πάσχα. Να σας ζήσει. Να ζήσετε. Συλλυπητήρια. Οριακά με τρελαίνουν. Δεν πιστεύω ότι βγαίνουν από την καρδιά. Τουλάχιστον όχι απ' όλους. Αποστέλλονται, εκφράζονται τυπικά και τις περισσότερες φορές όλο αυτό γίνεται από φόβο για να μη στενοχωρηθεί κάποιος, να μην είμαστε αγενείς, τι θα σκεφτούν αν δεν; Μα δεν προκαλεί μεγαλύτερη στενοχώρια το κλισέ από την ευγενική σιωπή; Τουλάχιστον παιδευτείτε λίγο να μην αναπαράγετε τα ίδια λόγια. Πείτε στους άλλους «μία μερίδα κοντοσούβλι και τρία πιτόγυρα απ' όλα» Τιμιότερο. 
 Τα κορίτσια ήρθαν και είναι αγενές πλέον εγώ να παίζω πλήκτρα, οπότε θα κλείσω. Δε θα γράψω για την Χαρούλα που σήκωσε τα χέρια ψηλά και με έλουσε με σαπούνι για τα πιάτα. Δε θα γράψω για τον τύπο που ήταν πριν πέντε λεπτά εδώ και τον έλεγαν Έρωτα! Όντως τον έλεγαν Έρωτα και όντως έφυγε. Μάλλον πάντα φεύγει; Ξέρεις τώρα, αν δεν τον ταϊζεις... Εμ ναι, το τραγουδάκι κολλάω και κλείνω. Κορίτσια συγγνώμη!  






 

20220512

κενά & σαλάμια αέρος

 Πρώτα το ένα μάτι κι έπειτα το άλλο της είπε ο γιατρός. Τώρα περιμένω να τελειώσει. Περίεργες εβδομάδες. Από ζωή σε κηδεία, από υγεία και νοσοκομείο, από δόξα σε βουβαμάρα, από πράσινο σε άσπρο, από ήλιο σε χιόνι, από τη μία άκρη στην άλλη. Δεν ξέρω που να πρωτοσταθώ. Βρίσκομαι τώρα στο καφέ. Θα τελειώσει όπου να ΄ναι, σωστά; Όλα δεν τελειώνουν άλλωστε; 

 Η μουσική στην καφετέρια του νοσοκομείου δεν πολυταιριάζει με τη φάση του. Έπαιζε από τα ηχεία κάτι σε «από έρωτα δεν πέθανε κανείς» μία κοπέλα σε διπλανό τραπέζι το σιγοτραγουδούσε. Άνοιξα όσο πιο γρήγορα μπορούσα τη συσκευή κι έβαλα το call my name στα ακουστικά μου. Άκου εκεί «από έρωτα δεν πέθανε κανείς» πως τολμάει να τραγουδάει ένα τέτοιο ψέμα. Ευτυχώς που υπάρχουν και τα ακουστικά και μπορούν να σε στείλουν απ' ευθείας στο σύμπαν σου. 

 Δε θα ήθελα ακόμα να σου πω τίποτα. Ούτε για τον νεκροθάφτη που ήταν ολοταίριαστος στο σκηνικό, υπέροχος. Ούτε για την ανηφόρα με τα κυπαρίσσια που τόλμησα να σκεφτώ πως είναι όμορφος δρόμος. Δε θέλω να σου πω για τα μάτια της. Δε θέλω να σου πω ακόμα για το ταξίδι. Δε θέλω να σου πω για την ταινία. Δε θέλω να σταθώ στην αδιαφορία που υπάρχει, στο προσποιητό ενδιαφέρον, ή στο αφόρητο. Θα σταματήσω όμως ξανά στον λύκο. 

 Τα αεροπλάνα θα μπορούσα να τα συμπαθώ περισσότερο. Δυσκολεύομαι σε τρεις φάσεις. Της προσγείωσης, της απογείωσης και της πτήσης. Στην προσγείωση αυτό το αίσθημα στο στομάχι με διαλύει. Ούτε τα λούνα παρκ μου αρέσουν. Μου αρέσει η βόλτα σε αυτά κι οτιδήποτε δεν πέφτει, τρέχει, αλλάζει απότομα κατευθύνσεις ή γυρίζει σαν τρελό. Κατά τη διάρκεια της πτήσης, πάντα θυμάμαι ότι δεν έχω εγώ τον έλεγχο. Έχω την αυτοπεποίθηση πως θα μπορούσα να το πιλοτάρω το θεριό αν τύχει η στραβή, αλλά όχι την ηρεμία ώστε το παραμικρό ρεύμα αέρα να μη με ταράζει. Φυσικά φαίνομαι πολύ κουλ, μόνο αν κάποιος μπορεί να νιώσει τους παλμούς μου, μπορώ να προδωθώ. Όπως πάντα. Τέλος, όταν πλησιάζει η προσγείωση ξεκινάει η ανησυχία για το αν θα είναι απαλή σαν βούτυρο και μη τυχόν κάνει κανένα χοροπηδητό. 

 Κατά τη διάρκεια της παραπάνω συνθήκης δυσκολεύομαι πιο πολύ από το συνηθισμένο να εστιάσω σε ένα πράγμα. Δυσκολεύομαι να κοιμηθώ γιατί πετάγομαι διαρκώς, δυσκολεύομαι να ακούσω μουσική, γιατί πρέπει να έχω το νου μου στον παραμικρό θόρυβο ή αλλαγή ήχου. Δυσκολεύομαι να διαβάσω γιατί νιώθω πως αν δεν είμαι αρκετά συγκεντρωμένη θα πέσουμε σε κενό αέρος. Τύπου ότι εγώ φταίω, εγώ θα το έχω προκαλέσει. Δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω κάποια ταινία, γιατί δυσκολεύομαι... Κατάφερα τώρα τις τελευταίες φορές να συνεχίσω λίγο τον λύκο. Σε μία υπέροχη πτήση που δεν κατάλαβα πότε σηκωθήκαμε, πόσο μαλακά ήταν στα σύννεφα και πόσο απαλά βρεθήκαμε στο έδαφος ξανά. Προχώρησα πολύ. Ένιωθα ότι σχεδόν επιτέλους θα τελειώσω. Ενθουσιάστηκα δε τόσο, που έβγαλα το σημειωματάριο και ξεκίνησα να μεταφέρω κομμάτια του. Να τα διαβάσω ξανά, αργά, καθώς θα γράφω, να τα χωνέψω, να το πιστέψω πως συμβαίνει. Περνάω κάποιες σημειώσεις εδώ: 

«...αυτό το ζεστό αίσθημα της τελειότητας που σε κατακλύζει, όταν πέφτεις πάνω σε κάτι που σου μοιάζει. Όχι κάτι που σε ενέπνευσε, σε χρωμάτισε. Αυτό που υπήρχε, βαδίζατε παράλληλα, δίχως οι δρόμοι σας να έχουν διασταυρωθεί. Αυτή η μαγική στιγμή της συνάντησης.

 ...Μήπως αυτό που επιζητούσαμε εμείς οι καραγκιόζηδες, ήταν από πάντα μόνο ένα φάντασμα;

...κι έτσι ο Λύκος της Στέπας μετέφερε αυτή τη διπλή και διχασμένη φύση του και στα πεπρωμένα όλων των ξένων ανθρώπων τους οποίους συναναστρεφόταν.

 Η άψογη περιγραφή του «αστού» στις σελίδες 53-54

-ο λύκος ανάμεσά σας-

Σελίδα 54, η ζωτική δύναμη την αστικής κοινωνίας. Πως συντηρείτε; 

Σελίδα 57 Η ΣΥΝΤΑΓΗ ...για να ζήσει κανείς στον κόσμο...

...όταν λοιπόν ένας άνθρωπος προχωρήσει ως το σημείο να διασπάσει την ενότητα της προσωπικότητάς του, είναι τότε σχεδόν μία μεγαλοφυΐα, οπωσδήποτε πάντως μία σπάνια και ενδιαφέρουσα εξαίρεση...

Σελίδα 60-61 η αλήθεια και η πλάνη του ΕΓΩ

Η αυταπάτη της προσωπικότητας, ο άνθρωπος κρεμμύδι

...συχνά το διαισθάνεται στα όνειρα και σε άλλες δύσκολα ελεγχόμενες συνειδησιακές καταστάσεις...


 Έπειτα, έστρεψα την προσοχή μου κάπου αλλού. Λογικά θα άλλαξα αεροπλάνα και κάτι δε θα ήταν τόσο μαλακό. Η Αρετούλα μου είπε να της πω όταν το τελειώσω και αλήθεια μου έδωκε ακόμα ένα κίνητρο. Όχι τελικά πως  όσα κίνητρα και να μου δώσουν θα νικήσουν αυτόν τον χαμό. Τώρα ο καραγκιόζης θα κλείσω τους μαντρουγάδα. Μέχρι να μαζέψω τη συσκευή θα πρέπει να ακούσω το «γι'αυτό ποτέ μην πεις πως είμαι ο ανθρωπός σου κάτι με τον χειρότερο εχθρό σου» Ψέμα κι αυτό.  

 Τα αεροπλάνα μου αρέσουν. Στο τέλος όμως. Νιώθω ότι αν βιαστώ να βγάλω συμπέρασμα, τα καταστρέφω όλα. Αν πω εν ώρα πτήσης «μα τι ωραία απογείωση» θα ξεκινήσει το κούνημα. Αν πω «μα τι ωραία πτήση», θα ακουστεί κάποιος νέος περίεργος θόρυβος. Αν πω «καλά το πάει» κατά τη φάση της προσγείωσης, θα πατήσουν οι ρόδες, θα σηκωθεί ξανά, θα κάνει μερικά γκουπ γκουπ, θα πέσει πίσω μας το επόμενο αερόπλανο; Δε θα φρενάρει ποτέ; Κλπ κλπ. Δε θα μπω πιθανότατα ποτέ με την ίδια χαρά και ανεμελιά που μπαίνω σε ένα πλοίο, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δε θα μπορούσα να μπαίνω κάθε μέρα. Να ξεκλειδώνω νέους πλανήτες, να διασταυρώνονται οι δρόμοι μου με όσα μου μοιάζουν κι όσα αποτελούν ενδιαφέρουσες εξαιρέσεις.