Ήμουν μπροστά από κάτι ράφια σε ένα βιβλιοπωλείο. Ένιωσα ότι μετά από τόση επιτακτική ακινησία ένα από τα πρώτα πράγματα που θα ήθελα να κάνω είναι το να βρεθώ ανάμεσα σε βιβλία. Το κατάστημα ήταν άδειο. Τεράστιο. Παρ'όλα αυτά τα βιβλία του δεν ήταν τόσα πολλά. Στάθηκα έτσι μπροστά σε ένα ράφι που φώναζε πως βαστά τα καλύτερα βιβλία του 20ου αιώνα. Ανάμεσα τους υπήρχε και το «εκκρεμές του Φουκώ». Σκέφτηκα πόσο εύκολα θα μπορούσε να είναι το «εκκρεμές» του Φουκώ, που ήταν δηλαδή δικό του, αλλά τώρα συμβαίνει μπάμπουσκα γιατί είναι το «εκκρεμές του Φουκώ» του 'Εκο. Τώρα όλο αυτό φαντάσου πόσο πολύ μπερδεύεται στον προφορικό λόγο μιας κι εδώ τα εισαγωγικά βοηθούν. Πώς θα ήταν ο κόσμος αν (και θα συνεχίσω δίχως εισαγωγικά για τη χαρά του μπερδέματος) η δίκη του Κάφκα ήταν του Κώστα, η λάμψη του Κιούμπρικ ήταν του Γιάννη και η πτώση του Καμύ, ήταν του Τάκη. Πολύ καλά ως εδώ, ταλαντούχοι ο Κώστας, Γιάννης, Τάκης. Και τώρα ας φανταστούμε ότι η δίκη του Κάφκα του Κώστα ανήκει στον Φοίβο. Η δίκη του Κάφκα του Κώστα, του Φοίβου, ο όποιος είναι παιδί της Χαράς. Η δίκη του Κάφκα του Κώστα του Φοίβου της Χαράς. Που θέλω να καταλήξω; Τί θα απαντήσει η δίκη αν πάει σε κάποιο χωριό και μία γιαγιά που μοιάζει με ντομάτα τη ρωτήσει «τίνος είσαι εσύ;». Τι θα συνέβαινε αν ο Φοίβος έχει δανειστεί το βιβλίο από τον Αλέξη (ναι, τον πυροσβέστη) και έχει και μία άκρως κτητική γκόμενα το Κατερινάκι που τους έπεισε όλους, μαζί κι αυτόν ότι δεν είναι αυτόβουλος κι ανεξάρτητος, είναι Κατερινάκης.
Αφήστε σας λέω. Μεγάλος χάος. Έτσι άρχισα να νιώθω μία ευθυμία που μου προκάλεσε ένα νευρικό γέλιο το οποίο μολονότι απολάμβανα, προσπαθούσα να το μαζέψω γιατί ήταν κάπως άβολο να γελάω μόνη μπροστά από το ράφι με τα αριστουργήματα. Έπειτα ένιωσα ότι θα πέσω κάτω και πώς είχα λαθεμένα υπερεκτιμήσει τις δυνάμεις μου. Άρπαξα ένα από τα «να σου πω μία ιστορία» μίας και δε βρήκα να αγοράσω για δέκατη τουλάχιστον φορά (αλλά να το κρατήσω πια και να μην το δωρίσω) τις «ιστορίες για να σκεφτείς» κι έφυγα. Ούτε «μέγας ανατολικός», ούτε το «λάθος», ούτε κάτι από αυτά τα ξένα που για στόχο είχα βάλει.
Στον δρόμο σκεφτόμουν το νέο μπιτ στους 152, ενός τέρατος γένους μάλλον αρσενικού. Στα φανάρια χάζευα τις φωτογραφίες και έκανα σενάρια πως θα μπορούσαμε να διαβάσουμε μία μέρα μαζί το εκκρεμές. Ή να γίνουμε εμείς ἐκκρεμεῖ, δυϊκού αριθμού κατά την Κική μας, με στερεωμένες άκρες στους βυθούς των πύρινων ωκεανών του χάους μας κι όχι της Κατερινούλας.
Υ.Γ. Ο Νικοτάκης δε θα μπορούσε να ήταν πρωθυπουργός της Τσιγαροχώρας;
Υ.Υ.Γ. Ανέβασα κι άλλο πράμα αμέ. Επτά χρόνια κι ακόμα δεν βρήκα τα λόγια σκέφτηκα έτσι εντελώς ανώριμα «Δε γαμιέται μωρέ. Βγάλ' το χυμαδιό».